Η καταγωγή των αρχαίων Μακεδόνων, λαού αλλά και βασιλικού οίκου, απασχόλησε πάσης φύσεως ερευνητές, σχετικούς και άσχετους, από την αρχαιότητα ακόμα ως και τις μέρες μας.
Γράφει ο Χρήστος Μπαρμπαγιαννίδης
Δεν θα υπεισέρθω σε μια ανούσια επιχειρηματολογία περί ελληνικότητας του μακεδονικού φύλου, όπως δεν κάνουμε το ίδιο για να αποδείξουμε πως η γη είναι σφαιρική. Εδώ θα εξετάσουμε στοιχεία που θα αποδεικνύουν πώς δημιουργήθηκε αυτή η φυλή και ότι η καταγωγή της βασιλικής οικογένειας δεν προέρχεται τελικά απ’ το Άργος της Πελοποννήσου, όπως διατείνονταν από κάποια εποχή και μετά οι ηγέτες της και θεωρήθηκε από τους μεταγενέστερους κάτι το δεδομένο, αλλά απ’ το Άργος της Ορεστίδος.
Η ιστορία των Μακεδόνων ως αυτόνομης φυλής αρχίζει γύρω στο 800π.Χ κατά τον λεγόμενο ελληνικό μεσαίωνα, καθώς έχουμε στα χέρια μας ελάχιστες και σποραδικές ιστορικές πληροφορίες. Ο μυθικός Μακεδόνας θεωρούταν γιος του Αιόλου και από τoν Ησίοδο αδελφός του Μάγνητος. Σ’ αυτό συνεπικουρεί και το πρόθεμα Μακ- (μακρύς – υψηλόσωμος). Να τονίσω πως οφείλουμε να δώσουμε προσοχή στη μυθολογία, που πάντα έχει ιστορική βάση. Οι αρχαίοι Έλληνες πάνω στη μυθολογίας είχαν αρχειοθετήσει και είχαν στήσει έναν ολόκληρο κόσμο που απηχούσε σε μια μακρινή ιστορική πραγματικότητα και αυτό έχει αποδειχτεί πολλάκις.
Αρχαίες πληροφορίες και επιβεβαιώσεις γλωσσολόγων καταλήγουν ότι η μακεδονική διάλεκτος είναι αιολική και κοιτίδα όλων των Αιολέων (αφού κατέβηκαν τα ελληνικά φύλα στην ελληνική χερσόνησο) είναι η Θεσσαλία. Η φυλή των υμνημένων απ’ τον Όμηρο Λαπίθων γύρω στο 1900π.Χ. κατοικούσε στη βόρεια και δυτική Θεσσαλία. Από ένα τμήμα των Λαπίθων προήλθαν οι Μάγνητες λίγο μετά το 1900π.Χ. Ένα δεύτερο τμήμα αποίκισε τη Λέσβο και τα βόρεια Ιωνικά παράλια. Ένα τρίτο διασκορπίστηκε στη Στερεά Ελλάδα, ενώ ένα τέταρτο εγκαταστάθηκε στην ευρύτερη Θεσσαλία. Τέλος, ένα πέμπτο αποτέλεσε τους κατοπινούς Μακεδόνες.
Δυο λαπιθικά ονόματα, Κόρωνος και Καινεύς, μοιάζουν εκπληκτικά με δυο μακεδονικά, Κάρανος και Κοίνος, ενώ η δεύτερη ομοιότητα έχει να κάνει με το γεγονός πως ο ένας είναι ο πατέρας και ο άλλος ο γιος. Το πρώτο ζεύγος είναι Λάπιθες βασιλείς, ήρωες στην Ιλιάδα. Το δεύτερο ζεύγος στις πηγές είναι βασιλείς Μακεδόνες. Επειδή πρόκειται για ζεύγη ονομάτων και όχι απλώς για παρόμοια ονόματα, πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπ’ όψιν μας. Ο ερευνητής Otto Abel θεωρεί τον Κάρανο ιστορικό πρόσωπο, αν και δεν έχει ιστορικές αποδείξεις. Ο Κάρανος κατά τον Abel ήταν Θεσσαλός βασιλιάς που βοήθησε τους Μακεδόνες και μετά αυτοί τον συνέδεσαν με τον βασιλικό τους γένος. Αν θεωρήσουμε την Ιλιάδα έργο με ιστορική υπόσταση, οι Κόρωνος και Καινεύς ήταν υπαρκτά πρόσωπα, αν και στο έπος λανθασμένα φέρεται ο Καινεύς πατέρας του Κορώνου. Εξάλλου, μεγάλος αριθμός πόλεων της νότιας Ελλάδας αναφέρει τον Κόρωνο σαν ήρωα διαφόρων μύθων.
Για να εξετάσουμε όμως την υπαρκτότητα του Κάρανου σαν Μακεδόνα. Είναι το κλειδί σε όλη μας την αναζήτηση. Ο Κάρανος αναφέρεται ως ο ενδέκατος απόγονος του Ηρακλή απ’ τον Θεόπομπο, ενώ ο Σάτυρος τον θεωρεί πρόγονο των Πτολεμαίων. Επίσης μεταγενέστεροι έγραψαν γι’ αυτόν: ο Ιουστίνος τον 2ομ.Χ. αι., ο Ευσέβιος τον 4ομ.Χ. αι. και ο Γεώργιος Σύγκελος τον 9ομ.Χ. αι. Ωστόσο, μύθο για τον Κάρανο με ιστορικό περιεχόμενο σαν γενάρχη των Μακεδόνων διέσωσε ο σπουδαίος ιστορικός Διόδωρος ο Σικελός τον 1οπ.Χ. αι.
Η Μακεδονία των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων διέθετε αρκετούς ιστορικούς, αλλά σώζονται ελάχιστα αποσπάσματά τους. Ακόμα και αν θεωρήσουμε ότι ήταν μετριότατοι ιστορικοί, τουλάχιστον για τη γενεαλογία των βασιλέων τους θα ήταν ενημερωμένοι. Απ’ αυτούς λοιπόν προέρχεται η βιβλιογραφία των μεταγενέστερων. Έτσι ο Ευσέβιος τοποθετεί τον Κάρανο στο 807π.Χ., ο Σύγκελος στο 803π.Χ. και ο Valleio Patercolo στο 819π.Χ.
Ο Φίλιππος Β΄ στον γιο του με την Κλεοπάτρα έδωσε το όνομα Κάρανος. Δεν ήταν δυνατόν να δινόταν σε βασιλοπαίδα όνομα φανταστικού προσώπου αλλά όνομα προγόνου βασιλιά. Επίσης, το όνομα Κοίνος απαντάται σε πολλούς Μακεδόνες, και μάλιστα επιφανείς, την εποχή του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ο Κάρανος στον μύθο(;) έρχεται από τη Γυρτώνη, πόλη στη δεξιά όχθη του Πηνειού, της Βόρειας Θεσσαλίας που αφήνει τη βασιλική του έδρα και εγκαθίσταται στην Άνω Μακεδονία, στο Άργος της Ορεστίδος. Οι Ορέστες ήδη προϋπήρχαν εκεί των Μακεδόνων. Από εκεί ξεκίνησε ο Περδίκκας Α΄, ο δισέγγονος του Κάρανου για να ιδρύσει τις Αιγές. Ο Όμηρος είναι εξαιρετικά ακριβής με το να θεωρεί βόρειο όριο της Ελλάδας τον Όλυμπο. Οι Μακεδόνες βγήκαν απ’ τη Θεσσαλία προ του Ομήρου αλλά μετά τον Τρωικό Πόλεμο. Το ότι οι Μακεδόνες ξεκίνησαν απ’ τη βόρεια Θεσσαλία προς την Άνω Μακεδονία ενισχύεται από τρία τοπωνύμια της Περραιβίας (Ελασσόνα) και της Εστιαιώτιδας (Καλαμπάκα), που τα συναντάμε στην Πελαγονία (F.Y.R.O.M.) και στη Δερρίοπο (Κορυτσά). Είναι οι πόλεις Άζωρος, Τριπολίτις και Αλαλκομενές. Αν είχαμε ένα κοινό όνομα σε δυο πόλεις είναι κάτι το συχνό, αλλά ονόματα τριών πόλεων της βόρειας Θεσσαλίας να εμφανίζονται στην περιοχή της βόρειας Άνω Μακεδονίας, στη λεκάνη του ποταμού Εριγώνα, προφανώς δεν είναι τυχαίο. Οι Μακεδόνες, λοιπόν, απ’ τη βόρεια Θεσσαλία μπήκαν αρχικά στην Άνω Μακεδονία και όχι στην Πιερία και οι Αιγές ιδρύθηκαν απ’ το Άργος Ορεστικό και όχι απ’ το Άργος της Πελοποννήσου.
Θεωρώ σχεδόν σίγουρο ότι οι Μακεδόνες προήλθαν απ’ τους Λάπιθες, που ενισχύεται και από έναν μύθο που διασώζεται απ’ τον Διόδωρο (Βιβλίο 4ο 69 – 70). Οι Λάπιθες της βόρειας Θεσσαλίας στο διάστημα από το 1900π.Χ. ως τον Τρωικό Πόλεμο (1200π.Χ.) ήρθαν σε ρήξη με τους Κενταύρους της Μαγνησίας και του Πηλίου. Θεωρούμε βέβαια τους Κενταύρους μια προελληνική φυλή (Πελασγοί) που δεν επιδέχονταν αφομοίωση, οπότε οι Λάπιθες αναγκάστηκαν να τους εκτοπίσουν. Έχοντας υπ’ όψιν τη μυθολογία σχετικά με τους Δαναούς, η αρπαγή των γυναικών δεν έγινε απ’ τους Κενταύρους αλλά απ’ τους Λάπιθες, οι οποίοι προσπάθησαν να αφομοιωθούν. Ας μη ξεχνάμε πως τα άλογα τα έφεραν οι Ινδοευρωπαίοι Λάπιθες και για τους “Κενταύρους” ήταν ένα ζώο πρωτόγνωρο. Ακριβώς μετά την αφομοίωση οι Λάπιθες ονομάζονται Μάγνητες.
Η Κενταυρομαχία ήταν μια αστεία υπόθεση αυτή καθ’ αυτή σαν γλυπτική παρουσίαση, αλλά πρέπει να είχε και μια άλλη σημασία για τους Έλληνες της κλασικής εποχής. Ήταν η επικράτηση και η υπενθύμιση των εξ Ευρώπης Ελλήνων στους Προέλληνες. Απ’ όσα αναφέραμε, έχουμε ένα δεδομένο ότι οι Μάγνητες προήλθαν απ’ τους Λάπιθες και (σύμφωνα με τον Ησίοδο) ότι ο Μάγνης και ο Μακεδών ήταν αδέλφια. Αυτό σημαίνει πως και οι Μακεδόνες προήλθαν απ’ τους Λάπιθες.
Οι Μακεδόνες, μόλις “αυτονομήθηκαν” ως φυλή, ήταν οι μόνοι Έλληνες που είχαν να αντιμετωπίσουν και Προέλληνες (Τυρρηνούς στην Ελίμεια) και Ινδοευρωπαίους (Φρύγες, Θράκες, Ιλλυριούς). Αφομοίωναν ως ποιμενική φυλή τους καλλιεργητές Προέλληνες για να γίνουν και αυτοί καλλιεργητές. Είχαν στο μικρό τους κράτος από πολύ νωρίς τις περιοχές της Τυμφαίας και της Περραιβίας. Αυτό πρέπει να έγινε γιατί τα θεωρούσαν δικά τους παλιά εδάφη και το πιθανότερο είναι η προσάρτηση να έγινε εξ αρχής. Όταν εγκατέλειψαν τον Βορειοθεσσαλικό χώρο, κράτησαν για δική τους όλη τη βόρεια πλευρά του Πηνειού μαζί με τα φύλα που εγκαταστάθηκαν εκεί. Εξάλλου, ο Σκύλαξ και ο Στράβων γράφουν πως όριο Θεσσαλίας και Μακεδονίας είναι ο Πηνειός.
Σίγουρα, μέχρι το 500π.Χ. οι Μακεδόνες δεν ξέχασαν τη Λαπιθική τους καταγωγή. Οι Αιγές έκοψαν νομίσματα με παραστάσεις Κενταύρων να αρπάζουν γυναίκες, επί βασιλείας Αμύντα Α΄, ακριβώς πριν απ’ τον Αλέξανδρο Α΄ τον επονομαζόμενο φιλέλληνα. Αυτός λοιπόν ο Αλέξανδρος Α΄ (βασιλιάς από 498 – 454π.Χ.) δημιούργησε όλο αυτό το μπέρδεμα της καταγωγής, τουλάχιστον για το βασιλικό γένος των Μακεδόνων και που παρουσιάζεται, με μια ελκυστική ελαφρότητα, στον θρυλικό μύθο των τριών Τημενιδών αδελφών, που μας τον παραδίδει ο Ηρόδοτος. Θεωρώ βέβαιο το γεγονός πως ο Ηρόδοτος κατέγραψε τον μύθο ακούγοντας τον ίδιο τον Αλέξανδρο να του τον αφηγείται ή έστω από κάποιον υψηλότατο αξιωματούχο του βασιλικού οίκου. Ο βασιλιάς προσπάθησε να παρουσιάσει μια πιο ευγενική καταγωγή στηριζόμενος σε μια συνωνυμία, Άργος Ορεστικό – Άργος Πελοποννήσου! Θα λέγαμε πως είναι η ψυχολογική αντίδραση ενός απομακρυσμένου Έλληνα βασιλιά που προσπαθεί να μπει στο επίκεντρο των ελληνικών πραγμάτων και να δώσει μ’ αυτόν τον τρόπο μια αίγλη στους καθυστερημένους τότε στον πολιτισμό Μακεδόνες.
Με λίγα λόγια, οι τρεις Τημενίδες αδελφοί (δηλ. απόγονοι του Αργείου Τήμενου, απογόνου του Ηρακλή), Αέροπος, Γαυάνης και ο μικρότερος ο Περδίκκας, υποτίθεται ότι δούλευαν για έναν βασιλιά των Ιλλυριών, έχοντας πάει εκεί από το πελοποννησιακό Άργος. Έγινε μια παρεξήγηση, κυνηγήθηκαν και τελικά ο Περδίκκας έγινε αρχηγός των Μακεδόνων και ίδρυσε τις Αιγές. Το πιο λογικό είναι να πήγαν στη γειτονική Ιλλυρία, λίγο πιο δυτικά, από το Άργος Ορεστικό. Εκείνο που με βεβαιότητα επισημαίνεται στον μύθο είναι ο σκοπός του ταξιδιού των τριών Μακεδόνων πριγκίπων. Πρόκειται για μια κατασκοπευτική δραστηριότητα! Ανακαλύπτονται και καταδιώκονται. Στην πραγματικότητα, οι Μακεδόνες προσπάθησαν να βγουν στη θάλασσα αλλά προς την πλευρά της Αδριατικής, βόρεια του Αώου ποταμού. Δε βγήκαν προς το Αιγαίο γιατί τους εμπόδιζαν τα θρακικά φύλα, όπως οι Πίερες, που ήταν πολύ ισχυρά. Επομένως, εκτίμησαν ότι τα Ιλλυρικά φύλα θα ήταν ευκολότερος αντίπαλος, αλλά απέτυχαν, οπότε ξαναπροσπάθησαν προς την Πιερία. Ας μη ξεχνάμε ότι μέχρι να πάρει την εξουσία ο Φίλιππος Β΄, η Μακεδονία ήταν ένα μικρό αδύναμο κρατίδιο, το οποίο πάλευε απλώς και μόνο για να μην εξαφανιστεί! Ο μύθος τελειώνει με την ίδρυση των Αιγών κάτω απ’ το Βέρμιο, στην σημερινή Έδεσσα. Αλλά σ’ έναν μύθο με τόση ιστορική ακρίβεια, γιατί υπάρχει αυτή η εξόφθαλμη ανακρίβεια ως προς τη θέση των Αιγών, που είναι στη Βεργίνα; Το πιθανότερο είναι για την ασφάλεια των βασιλικών τάφων.
Ο Αλέξανδρος Α΄ ήταν μάλλον ο πρώτος Μακεδόνας που συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες και σ’ αυτόν οφείλεται η διάδοση της λατρείας του Ηρακλή, που λατρευόταν με υπερβολή και είναι μια ακόμα προσπάθεια σύνδεσης του βασιλικού οίκου με τη Πελοπόννησο. Είναι ένα επιχείρημα που μας βεβαιώνει για το αντίθετο! Το επίθετο λοιπόν “Τημενίδες” μπήκε επείσακτα και ο ίδιος ο Αλέξανδρος ή μεταγενέστεροι βασιλείς σκέφτηκαν ότι δημιουργείται πρόβλημα με τους τρεις πριν τον Περδίκκα βασιλείς, Κάρανο, Κοίνο και Τυρρίμα, με τον εξής παραλογισμό να θεωρείται πως ο Περδίκκας ήλθε απ’ το Άργος της Πελοποννήσου, ενώ να θεωρείται γενάρχης των Μακεδόνων ο Κάρανος απ’ το Άργος της Ορεστίδος! Όσο για το άλλο προσωνύμιο του βασιλικού γένους, το “Αργεάδες” το πιο λογικό είναι να προέρχεται απ’ τον γιο του Περδίκκα Α΄, τον βασιλιά Αργαίο (652 – 621π.Χ.) που σημαίνει απόγονοι του Αργαίου. Αν σήμαινε καταγωγή απ’ την Πελοπόννησο, σύμφωνα και με την ελληνική γραμματική, θα ονομάζονταν “Αργείοι”! Πάντως όπως και να χει, ο δισέγγονος του Κάρανου, ο Περδίκκας Α΄, ίδρυσε τελικά τις Αιγές και έβγαλε τους Μακεδόνες στην πεδιάδα, κοντά στη θάλασσα.
Ένα άλλο ζήτημα που πρέπει να διερευνηθεί είναι η σχέση των Μακεδόνων με τους Δωριείς. Οι Μακεδόνες δεν ήταν Δωριείς. Η ομοιότητα, ομολογώ διαβολική, των ονομάτων Μακεδών και Μακεδνός έγινε αιτία να θεωρηθούν συγγενή φύλα, άσχετα αν το ένα μιλούσε την αιολική και το άλλο τη δυτική διάλεκτο. Είναι τουλάχιστον αφελές και πρόχειρο να στηριζόμαστε στην ομοιότητα δυο ονομάτων, χωρίς να υπάρχει καμιά άλλη ιστορική πληροφορία. Οι Δωριείς (Μακεδνοί) πέρασαν και εκδιώχτηκαν ή παρέμειναν για ένα διάστημα στην Εστιαιώτιδα (έδρα των Λαπίθων που αργότερα ονομάστηκαν Μακεδόνες) και αργότερα κατέβηκαν στην κεντρική Στερεά Ελλάδα. Το όνομα Μακεδνός δεν είναι δωρικό. Πιθανώς τους δόθηκε απ’ τους Λάπιθες και αυτοί το υιοθέτησαν. Έφτασαν λοιπόν στην Εστιαιώτιδα με κάποιο άγνωστο στην ιστορία όνομα, όπου τους δόθηκε το όνομα Μακεδνοί, το οποίο επέζησε. Αργότερα στη Δωρίδα πήραν και το όνομα Δωριείς.
Το όνομα Μακεδνός απ’ την κατάληξή του φαίνεται ένα ουσιαστικοποιηθέν επίθετο ως προς το ουσιαστικό Μακεδνών. Το όνομα Μακεδόνες πρέπει να υπήρχε σαν ιδιαίτερο λαπιθικό όνομα, προτού βγουν οι Μακεδόνες στην Άνω Μακεδονία. Από τους Μακεδόνες δόθηκε και στους Δωριείς, επειδή ήρθαν σε συνάφεια στην Εστιαιώτιδα. Άρα, πρώτα υπήρξε το όνομα Μακεδών και μετά προήλθε το όνομα Μακεδονία, που δεν είναι μόνο όρος γεωγραφικός. Οι Μακεδόνες ήταν ένα αιολικό φύλο που προήλθε απ’ τους Λάπιθες της Θεσσαλίας, γιατί η διάλεκτός τους ήταν αιολική και ο γενάρχης τους, ο Κάρανος, Λαπίθης. Όποια δωρικά στοιχεία της μακεδονικής διαλέκτου, προέρχονται από γειτνίαση με τα δυτικά φύλα της Άνω Μακεδονίας και από την αφομοίωση του μολοσσικού φύλου των Ορεστών.
Ανακεφαλαιώνοντας, οι Μακεδόνες ήταν ένα ελληνικό αιολικό φύλο απ’ την ευρύτερη ομάδα των Λαπίθων. Διαχωρίστηκαν απ’ τους Μάγνητες και κατοικούσαν στη βόρεια Θεσσαλία. Αργότερα, με ηγέτη τον Κάρανο, κατέλαβαν το Άργος της Ορεστίδος και εποίκισαν με τη μία όλη την Άνω Μακεδονία. Οι Ορέστες ήταν το μόνο φύλο που είχε καταγωγή ηπειρώτικη, ήταν Μολοσσοί. Οι Μακεδόνες προσπάθησαν να βγουν στη θάλασσα προς την Αδριατική, αλλά δεν τα κατάφεραν και τελικά με τον Περδίκκα Α΄ κινήθηκαν ανατολικά και ίδρυσαν τις Αιγές. Εν τω μεταξύ, λόγω της ιδιαίτερης γεωγραφικής απομόνωσης της Άνω Μακεδονίας, δημιουργήθηκαν μικρά βασίλεια, ώσπου κάποια στιγμή επί του Φιλίππου Β΄ όλα αυτά τα βασίλεια ενσωματώθηκαν στην Κάτω Μακεδονία υπό ενιαία διοίκηση. Γι’ αυτό ο αλάνθαστος Θουκυδίδης θεωρούσε τους Μακεδόνες μια ενιαία φυλή και έγραφε πως υπάρχουν Λυγκηστές Μακεδόνες, Ελιμειώτες Μακεδόνες, Ορέστες Μακεδόνες (αφού αφομοιώθηκαν) κ.α. Αντίθετα, ο Στράβων έγραφε ότι όλοι οι Ανωμακεδόνες ήταν μολοσσικής καταγωγής. Φυσικά, θα συμφωνήσουμε με τον ιδιοφυή και αξιόπιστο Θουκυδίδη. Πολύ σωστά ο μεγάλος ιστορικός, έγραφε πως μόνο οι Εορδοί δεν ήταν Μακεδόνες, αφού ήταν Φρύγες, και όσοι δεν εξολοθρεύτηκαν, μετακινήθηκαν προς την Θράκη. Έτσι, επήλθε μια φυλετική ομοιογένεια στην ιστορική Μακεδονία, πριν ξεκινήσει με τον Φίλιππο για την κατάκτηση των Βαλκανίων και αργότερα με τον Μέγα Αλέξανδρο Γ΄ για την κατάκτηση του κόσμου.