Ο Αμερικανός Πρόεδρος, Μπιλ Κλίντον, το 1994 πίστευε ότι οι αμερικανικές και οι νοτιοκορεατικές Ένοπλες Δυνάμεις από κοινού θα μπορούσαν εύκολα να αφανίσουν την Β.Κορέα δίχως να σκεφθούν τις τεράστιες απώλειες σε ανθρώπινες ψυχές.
Αυτό έρχεται στο φως από τον αποχαρακτηρισμό διαβαθμισμένων εγγράφων κατά την διάρκεια της πυρηνικής κρίσης του 1994 με την Βόρεια Κορέα.
Η Ουάσιγκτον μάλιστα έχει σκεφτεί τον βομβαρδισμό με πυραύλους cruise μιας βορειοκορεατικής πυρηνικής εγκατάστασης την στιγμή που η Πιονγιάνγκ είχε αρχίσει να καταστρέφει έναν αντιδραστήρα που θα παρείχε υλικό για πυρηνικές βόμβες.
«Φυσικά με τον συνδυασμό αμερικανικών και νοτιοκορεατικών ΕΔ οι ΗΠΑ αδιαμφισβήτητα θα μπορούσαν να είχαν νικήσει στον πόλεμο. Αλλά ο πόλεμος συνεπάγεται πολλά ατυχήματα στη διαδικασία» είχε δηλώσει ο τότε δήλωσε τότε ο πρόεδρος της Νοτίου Κορέας Kim Dae Jung.
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του Πενταγώνου τους τρεις πρώτους μήνες της σύγκρουσης θα σκοτώνονταν περίπου 52.000 Αμερικανοί στρατιώτες. Επίσης οι νοτιοκορεατικές ΕΔ θα είχαν απώλειες ύψους 490.000 ατόμων. Στον αντίποδα ο αριθμός των απωλειών στην Βόρειο Κορέα θα ήταν τεράστιος όπως αναφέρει ο Αμερικανός καθηγητής Don Oberdorfer και ειδικός στις κορεατικές σπουδές.
Νωρίτερα φέτος ο ανεξάρτητος στρατιωτικός αναλυτής Michael shagreen σε μελέτη του έκανε λόγο ότι εάν η Βόρεια Κορέα εκτελούσε μια πυρηνική επίθεση στην Νότια Κορέα ή στην Ιαπωνία θα υπήρχαν 2,1 εκατομμύρια νεκροί.
Τα έγγραφα που δημοσιεύθηκαν την Παρασκευή από το αρχεία εθνικής ασφάλειας του Πανεπιστημίου Ουάσιγκτον αποκαλύπτουν επίσης ότι το 1997 η Ουάσιγκτον ανησυχούσε για μία «πεινασμένη Βόρεια Κορέα» που θα πόρου σε εύκολα να γίνει ασταθής και να προκαλέσει μια «επικίνδυνα χαοτική κατάσταση».
Ο Μπιλ Κλίντον με τον Κιμ Γιονγκ Ιλ το 2009 στην Βόρεια Κορέα
Ένα έγγραφο του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών ανέφερε ότι η προσέγγιση της Ουάσιγκτον στις τετραμερείς συνομιλίες (στις οποίες συμμετείχαν οι ΗΠΑ, η Κίνα, η Νότια Κορέα και η Βόρεια Κορέα) πρέπει να είναι «αρκετά ευέλικτη ώστε να περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα επιλογών» από την «κατάρρευση του Βορρά» έως «ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις που θα που θα αναζωπύρωναν τη ζωτικότητα του καθεστώτος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κορέας (ΛΔΚ)».
Από τότε η Βόρεια Κορέα έχει κάνει μια σημαντική πρόοδο στην ανάπτυξη των πυρηνικών και πυραυλικών προγραμμάτων της, με την Κορεατική Χερσόνησο να βλέπει έναν αυξημένο αριθμό δοκιμαστικών εκτοξεύσεων φέτος, με αποτέλεσμα την άνευ προηγουμένου άνοδο των εντάσεων μεταξύ Ουάσιγκτον και Πιονγιάνγκ.
Τον Νοέμβριο η Βόρεια Κορέα δοκίμασε έναν νέο πύραυλο τον διηπειρωτικό βαλλιστικό Hwasong-15 (Interconinental Ballistic Missile - ICBM). Ενώ η δοκιμή απέτυχε καθώς ο πύραυλος καταστράφηκε κατά την επανείσοδό του, ένα επιχειρησιακό Hwasong-15 πιστεύεται ότι έχει μια σειρά από πάνω από 13.000 χιλιόμετρα και θα μπορούσε να χτυπήσει οπουδήποτε στις ΗΠΑ και σχεδόν οπουδήποτε στον κόσμο.
Λίγο μετά από αυτήν την δοκιμή οι ΗΠΑ και η Νότια Κορέα ξεκίνησαν μια κοινή στρατιωτική άσκηση μεγάλης κλίμακας, η οποία ονομάστηκε «Vigilant Ace» και περιελάμβανε 230 αεροσκάφη, συμπεριλαμβανομένων μαχητών και στρατηγικών βομβαρδιστών που μπορούν να μεταφέρουν ένα πυρηνικό φορτίο.
Σχολιάζοντας τις ασκήσεις το υπουργείο Εξωτερικών της Βόρειου Κορέας προειδοποίησε ότι «ένας πυρηνικός πόλεμος στην Κορεατική Χερσόνησο έχει γίνει ζήτημα του πότε και όχι του εάν».
Ο Κιμ Γιονγκ Ιλ με την Μαντλίν Ολμπράιτ
Οι επικεφαλής των υπουργείων Εξωτερικών Κίνας και Ρωσίας απηύθυναν έκκληση στην Βόρεια Κορέα και στις ΗΠΑ να τερματίσουν τις προκλήσεις οι οποίες θέτουν σε κίνδυνο την παγκόσμια ειρήνη και οδηγούν σε μια ανοιχτή στρατιωτική αντιπαράθεση.
Καθώς οι εντάσεις στην Κορεατική Χερσόνησο φτάνουν σε πρωτοφανές επίπεδο φέτος, Μόσχα και Πεκίνο πρότειναν το λεγόμενο σχέδιο «διπλής κατάψυξης» το οποίο προβλέπει την ταυτόχρονη διακοπή των πυρηνικών δοκιμών της Πιονγκγιάνγκ και των κοινών ασκήσεων των ΗΠΑ-Νοτίου Κορέας που τις θεωρεί προκλητικές η ηγεσία της Βορείου Κορέας.