Άκρως ανησυχητικά είναι τα στοιχεία αναφορικά με την τρομακτική απειλή του «υποπληθυσμού», καθώς αποκαλύπτεται πως το 75% των κρατών θα βρεθεί αντιμέτωπο με το λεγόμενο «Baby boom» μέχρι το 2050 και η Δύση θα μείνει «εξαρτημένη από τους μετανάστες» συνδυασμός που αναμένεται να προκαλέσει «συγκλονιστική κοινωνική αλλαγή». Σύμφωνα με την Daily Mail, μέχρι το 2050, το 75% των παγκόσμιων ποσοστών γονιμότητας δεν θα μπορούν να διατηρήσουν το μέγεθος του πληθυσμού. Αναλυτικότερα, όπως προειδοποίησε σήμερα έρευνα-σοκ, τρεις στις τέσσερις χώρες θα βρεθούν αντιμέτωπες με την απειλή του «υποπληθυσμού» έως το 2050 λόγω της κατακόρυφης πτώσης των ποσοστών γεννήσεων στον κόσμο. Μέχρι το 2100 το ποσοστό αυτό θα μπορούσε να ανέλθει στο 97% όλων των εθνών, σε αυτό που οι ειδικοί περιέγραψαν ως «συγκλονιστική κοινωνική αλλαγή». Ισχυρές χώρες όπως η Βρετανία και οι ΗΠΑ θα πρέπει να εξαρτηθούν από τη μετανάστευση για να αποφύγουν τις «τεράστιες» συνέπειες και την οικονομική αναταραχή που θα επιφέρεί η κατάσταση, κατέληξε η μελέτη στο έγκυρο ιατρικό περιοδικό The Lancet. Χωρίς αναπλήρωση του πληθυσμού, οι δημόσιες υπηρεσίες και η οικονομική ανάπτυξη κινδυνεύουν, υποστήριξαν οι επιστήμονες. Σχολιαστές προειδοποίησαν σήμερα ότι οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής πρέπει να «αφυπνιστούν σε σχέση με το γεγονός ότι η μείωση των ποσοστών γονιμότητας αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές» για τη Δύση.
Τι αναφέρει η έρευνα για τον πληθυσμό
Ερευνητές από το Ινστιτούτο Μετρήσεων και Αξιολόγησης της Υγείας (IHME) προειδοποίησαν ότι το παγκόσμιο ποσοστό γονιμότητας -ο αριθμός των παιδιών που γεννιούνται ανά γυναίκα- πέφτει κατακόρυφα, οδηγώντας ολοταχώς τον κόσμο σε κίνδυνο οικονομικής κατάρρευσης. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο ρυθμός γεννήσεων προβλέπεται να μειωθεί σε 1,3 παιδιά ανά γυναίκα αναπαραγωγικής ηλικίας έως το 2100, πολύ κάτω από το «επίπεδο αντικατάστασης» των 2,1 παιδιών, δηλαδή τον αριθμό παιδιών που θα πρέπει να αποκτήσει κάθε γυναίκα κατά μέσο όρο για να αντικαταστήσει και τους δύο γονείς. Μόνο οι χώρες με χαμηλό εισόδημα θα δουν αύξηση των γεννήσεων, αλλά θα δυσκολευτούν να στηρίξουν έναν νεαρό πληθυσμό. Η μελέτη προβλέπει επίσης ότι τα μισά μωρά που θα γεννηθούν παγκοσμίως θα είναι στην υποσαχάρια Αφρική μέχρι το 2100.
Οι συνέπειες σε σχέση με την μετανάστευση
Η αντικατάσταση της γονιμότητας, ωστόσο, δεν λαμβάνει υπόψη τον αντίκτυπο της μετανάστευσης, πράγμα που σημαίνει ότι τα συνολικά επίπεδα του πληθυσμού μπορεί να εξακολουθούν να αυξάνονται σε μια χώρα παρά τη μείωση των ποσοστών γονιμότητας. Ενώ πολλοί επιστήμονες έχουν προειδοποιήσει για την απειλή του υπερπληθυσμού αναφορικά με το περιβάλλον, τα τρόφιμα και τις προμήθειες στέγασης, ο υποπληθυσμός αποτελεί επίσης πρόκληση. Αν δεν αντιμετωπιστεί, μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση της γήρανσης του πληθυσμού, με ένα σημαντικό ποσοστό να χρειάζεται φροντίδα και να μην είναι σε θέση να εργαστεί. Ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης καθηγητής Stein Emil Vollset, από το Πανεπιστήμιο της Ουάσινγκτον, δήλωσε ότι οι γυναίκες στις χώρες υψηλού εισοδήματος που επιθυμούν να αποκτήσουν παιδιά πρέπει να υποστηριχθούν καλύτερα για να διατηρηθεί το μέγεθος του πληθυσμού και η οικονομική ανάπτυξη. «Είμαστε αντιμέτωποι με συγκλονιστικές κοινωνικές αλλαγές κατά τη διάρκεια του 21ου αιώνα», είπε. «Ο κόσμος θα αντιμετωπίσει ταυτόχρονα ένα baby boom σε ορισμένες χώρες και ένα baby bust σε άλλες». Προειδοποίησε επίσης ότι ορισμένες από τις φτωχότερες και πιο πολιτικά ασταθείς χώρες της Αφρικής θα παλέψουν με το πώς θα υποστηρίξουν τον νεότερο και ταχύτερα αυξανόμενο πληθυσμό του πλανήτη.
Οι λόγοι που οι άνθρωποι κάνουν λιγότερα παιδιά
Όμως οι λόγοι για τους οποίους οι άνθρωποι, κατά μέσο όρο, κάνουν λιγότερα παιδιά σε ορισμένες χώρες θεωρούνται εδώ και καιρό πολύπλοκοι. Σύμφωνα με την Daily Mail, ορισμένες γυναίκες απλώς απολαμβάνουν την ανεξαρτησία που τους προσφέρει η σύγχρονη κοινωνία σε σύγκριση με έναν αιώνα πριν και επιλέγουν να μην κάνουν παιδιά. Άλλες επιλέγουν να κάνουν παιδιά αργότερα στη ζωή τους και αντ' αυτού επικεντρώνονται στην καριέρα τους κατά τη διάρκεια των νεότερων χρόνων τους. Καθώς η γονιμότητα συνδέεται με την ηλικία, αυτό μπορεί να οδηγήσει ορισμένες γυναίκες να μην αποκτήσουν ποτέ παιδιά ή να αποκτήσουν λιγότερα απ' ό,τι είχαν αρχικά προγραμματίσει. Για τους άνδρες, παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως η αυξανόμενη επικράτηση της παχυσαρκίας σε πολλές χώρες, πιστεύεται επίσης ότι επηρεάζουν αρνητικά τη γονιμότητα. Οι αυξανόμενες πιέσεις του κόστους ζωής, ιδίως η τιμή της παιδικής μέριμνας, είναι ένας άλλος παράγοντας που βάζει φρένο στα ζευγάρια που αποκτούν παιδιά ή που αποφασίζουν να μην αποκτήσουν πολλά. Τα τελευταία χρόνια, οι φόβοι για μια επικείμενη περιβαλλοντική καταστροφή λόγω της κλιματικής αλλαγής έχουν επίσης αποτρέψει τους νεότερους ανθρώπους από την απόκτηση παιδιών. Η επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και επικεφαλής επιστήμονας Δρ Natalia Bhattacharjee δήλωσε ότι οι τάσεις αυτές θα αναδιαμορφώσουν πλήρως την παγκόσμια οικονομία και τη διεθνή ισορροπία δυνάμεων, αναγκάζοντας τις κοινωνίες να αναδιοργανωθούν. Και πρόσθεσε: «Οι επιπτώσεις είναι τεράστιες. Η παγκόσμια αναγνώριση των προκλήσεων γύρω από τη μετανάστευση και τα παγκόσμια δίκτυα βοήθειας θα είναι ακόμη πιο κρίσιμα όταν υπάρχει έντονος ανταγωνισμός για τους μετανάστες για τη διατήρηση της οικονομικής ανάπτυξης και καθώς συνεχίζεται το baby boom της υποσαχάριας Αφρικής». Το διεθνές ερευνητικό πρόγραμμα, που δημοσιεύθηκε στο The Lancet, εξέτασε τις παρελθούσες, τρέχουσες και μελλοντικές τάσεις της γονιμότητας και των γεννήσεων ζώντων παιδιών. Οι συγγραφείς προειδοποίησαν ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να αρχίσουν να σχεδιάζουν λύσεις αναφορικά με τις απειλές για τις οικονομίες, την επισιτιστική ασφάλεια, την υγεία, το περιβάλλον και τη γεωπολιτική ασφάλεια που προκαλούν οι δημογραφικές αλλαγές.