Back to top

G20: Να «παγώσουν» τους εκατέρωθεν δασμούς συμφώνησαν ΗΠΑ και Κίνα

02/12/2018 - 15:37

Οι ηγέτες ΗΠΑ και Κίνας συμφώνησαν να συνεχιστεί ο διάλογος για την επίλυση της εμπορικής κρίσης μεταξύ των δύο χωρών μέσα στις επόμενες 90 ημέρες.

Να μην επιβληθούν νέοι δασμοί μετά την 1η Ιανουαρίου μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας καθώς συνεχίζεται ο διάλογος μεταξύ των δυο χωρών για ζητήματα εμπορίου, αποφάσισαν οι ηγέτες των δυο χωρών, Ντόναλντ Τραμπ και Σι Τζινπίνγκ, όπως μετέδωσε το κινεζικό κρατικό δίκτυο CGTN. Την είδηση επιβεβαίωσαν τόσο ο Λευκός Οίκος όσο και ανώτερος κινέζος διπλωμάτης.

Η συμφωνία έγινε κατά τη συνάντηση Τραμπ — Τζινπίνγκ στο Μπουένος Άιρες, στο περιθώριο της συνόδου των G20.

Ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε ότι Ουάσιγκτον και Πεκίνο συμφώνησαν να προσπαθήσουν να επιλύσουν την μεταξύ τους εμπορική κρίση μέσα στις επόμενες 90 ημέρες. Αναφέρεται ότι ο Τραμπ συμφώνησε να διατηρήσει τους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα συνολικής αξίας 200 δις δολαρίων στο 10% και να μην αυξηθεί σε 25% μετά την 1η Ιανουαρίου 2019. Επίσης, σύμφωνα με τον Λευκό Οίκο η Κίνα συμφώνησε να προχωρήσει στην αγορά «πολύ σημαντικών» αγροτικών, ενεργειακών βιομηχανικών και άλλων προϊόντων από τις ΗΠΑ, προκειμένου να μειωθεί η εμπορική αστάθεια.

Πάντως ο Λευκός Οίκος σημειώνει ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα αυξήσει τους δασμούς στο 25% εάν δεν επιτευχθεί συμφωνία στο διάστημα των 90 ημερών.

Ο Κινέζος υπουργός Γουάνγκ Γι, ανακοίνωσε από την πλευρά του πως ο Τζινπίνγκ και το Τραμπ συμφώνησαν να παγώσουν την επιβολή πρόσθετων εμπορικών δασμών.

«Οι δυο ηγέτες συμφώνησαν να σταματήσουν να επιβάλουν νέους δασμούς», δήλωσε ο Γουάνγκ και πρόσθεσε ότι αποφασίστηκε επίσης οι Τζινπίνγκ και Τραμπ να επισκεφθούν ΗΠΑ και Κίνα αντίστοιχα μέσα στο επόμενο διάστημα.

Μεταξύ των ΗΠΑ και της Κίνας έχει ξεσπάσει μεγάλος εμπορικός πόλεμος μετά την ανακοίνωση Τραμπ για επιβολή δασμών στην εισαγωγή χάλυβα και αλουμινίου τον περασμένο Μάρτιο. Η ένταση επιδεινώθηκε περί τα τέλη Μάϊου όταν η Ουάσιγκτον ανακοίνωσε ότι θα επιβάλει δασμούς 25% σε κινεζικά προϊόντα ύψους 50 δισ. δολαρίων, γεγονός στο οποίο το Πεκίνο απάντησε με σκληρά αντίποινα.