O Ρίσι Σούνακ θα είναι - σύμφωνα με τα βρετανικά ΜΜΕ - ο νέος πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας αφού η συνυποψήφιά του Πένι Μόρντοντ τελικά αποσύρθηκε.
Όλα αυτά μόλις λίγα λεπτά πριν ανακοινωθούν το πόσες υπογραφές κατάφεραν να συγκεντρώσουν Σούνακ και Μόρντοντ.
Ο ινδικής καταγωγής πολυεκατομμυριούχος πρώην στέλεχος hedge fund, αντιμετωπίζει τεράστιες προκλήσεις, καθώς με το «καλημέρα» καλείται να ανοικοδομήσει τη δημοσιονομική φήμη της Βρετανίας, εν μέσω μεγάλων περικοπών στις δαπάνες.
Η χώρα που δοκιμάστηκε σκληρά απο την πανδημία διολισθαίνει στην ύφεση λόγω των αυξανόμενων τιμών ενέργειας και τροφίμων, αλλά και της κρίσης στα στεγαστικά δάνεια. Μέσα στο κλίμα αυτό ο Σούνακ καλείται να ηγηθεί μίας χώρας με πολίτες οργισμένους και κουρασμένους απο τις συνεχείς δοκιμασίες και ενός κόμματος που βιώνει τη μια κρίση μετά την άλλη τους τελευταίους μήνες και έχει διχαστεί σε ιδεολογικές γραμμές.
«Το Ηνωμένο Βασίλειο είναι μια σπουδαία χώρα, αλλά αντιμετωπίζουμε μια βαθιά οικονομική κρίση», ανέφερε ο Σουνάκ ανακοινώνοντας την υποψηφιότητά του την Κυριακή (23/10). Στην τελική ευθεία έδωσε μάχη με την Πένι Μόρντοντ, επικεφαλής της κοινβουλευτικής ομάδας των Συντηρητικών, η οποία αγωνίστηκε να εξασφαλίσει την υποστήριξη 100 βουλευτών του κόμματος.
Η ενότητα των Τόρις
Οι αγορές «ηρέμησαν» μετά τη διαβεβαίωση ότι ο Τζόνσον δεν θα διεκδικήσει ξανά για την ηγεσία. Ο πρώην πρωθυπουργός που αναγκάστηκε να παραιτηθεί μετά από μία υπουργική «εξέγερση» νωρίτερα φέτος, μετά από μια σειρά σκανδάλων έκανε διακοπές στην Καραϊβική όταν ξέσπασε η νέα πολιτική θύελλα στο Λονδίνο.
Το βράδυ της Κυριακής (23/10) και ενώ όπως είπε είχε εξασφαλίσει επαρκή υποστήριξη, συνειδητοποίησε ότι δεν θα μπορούσε να κυβερνήσει αποτελεσματικά «εκτός αν είχε ένα ενιαίο κόμμα στο κοινοβούλιο».
Ο Τζόνσον οδήγησε τους Τόρις σε μια συντριπτική εκλογική νίκη το 2019, αλλά αναγκάστηκε να φύγει από την Ντάουνινγκ Στριτ λιγότερο από τρία χρόνια αργότερα μετά από μια σειρά σκανδάλων.
Πολλοί από τους υποστηρικτές του Τζόνσον είχαν κατηγορήσει στο παρελθόν τον Σουνάκ για προδοσία μετά την παραίτησή του από το υπουργείο Οικονομικών το καλοκαίρι και την επακόλουθη «ανταρσία» που ανάγκασε τον Τζόνσον να φύγει.