Ήταν Μεγάλο Σάββατο (παραμονή Πάσχα των ορθοδόξων), 5 Μαΐου 1945. Ο ναύαρχος Καρλ Ντένιτς, διάδοχος του Χίτλερ για πέντε μέρες, είχε δώσει την έγκρισή του κι ένας στρατηγός υπέγραψε την άνευ όρων παράδοση των γερμανικών δυνάμεων που βρίσκονταν στη Βόρεια Γερμανία και στις Ολλανδία, Δανία και Νορβηγία.
Στον Νότο, τα πράγματα έγιναν πιο επίσημα. Ήταν ξημερώματα, Δευτέρα του Πάσχα, 7 Μαΐου 1945, όταν ο στρατηγός Άλφρεντ Γιοντλ υπέγραψε την άνευ όρων παράδοση της Γερμανίας στους συμμάχους και δήλωσε: «Ο γερμανικός λαός επαφίεται στη γενναιοψυχία των νικητών».
Ο Β’ Παγκόσμιος πόλεμος είχε τελειώσει στην Ευρώπη. Από το Μεγάλο Σάββατο, όμως, δέος και ντροπή κατέκλυζαν την οικουμένη. Την ημέρα εκείνη, 5 Μαΐου 1945, πριν από 68 χρόνια, ένα αμερικανικό τανκ κατέβαινε πλάι στον Δούναβη, κοντά στην πόλη Λιντζ της Αυστρίας.
Κάποιος από το πλήρωμα διέκρινε στο βάθος κάτι σαν άθλια στρατιωτική εγκατάσταση. Το τανκ στράφηκε κατά κει.
Σε λίγο, βρισκόταν μπροστά σε ένα περίεργο στρατόπεδο. Ακάθεκτο, το τανκ όρμησε στην πύλη και την έλιωσε κάτω από τις ερπύστριες.
Όμως, το γερμανικό στρατόπεδο του Μαουτχάουζεν δεν ήταν σαν κι αυτά που φαντάζονταν τα μέλη του πληρώματος του τανκ.
Μέσα σ’ ελάχιστα δευτερόλεπτα, ένα ανατριχιαστικό πλήθος από 30.000 ζωντανούς σκελετούς με ριγέ κουρελιασμένες πιτζάμες περικύκλωσε αλαλάζοντας το άρμα.
Οι Αμερικανοί τα έχασαν. Κάτι είχαν ακούσει για στρατόπεδα εξόντωσης αλλά τα θεωρούσαν υπερβολές. Κάποιοι Γερμανοί βγήκαν να παραδοθούν. Δεν πρόλαβαν. Οι ζωντανοί σκελετοί απέκτησαν πρωτόγνωρη δύναμη, χύθηκαν πάνω τους, τους ποδοπάτησαν, τους έπνιξαν, τους έσφαξαν.
Τα κουρέλια βγήκαν, κάπου βρέθηκε λαδομπογιά, ξεφύτρωσαν αυτοσχέδιες σημαίες αμερικάνικες, σοβιετικές, εγγλέζικες, ελληνικές, γιουγκοσλάβικες, τσέχικες. Κάθε λαός αντιπροσωπευόταν από τους ζωντανούς εκείνους σκελετούς. Κάποιοι βρήκαν τη δύναμη να τραγουδήσουν. Μερικοί χόρευαν. Οι Αμερικανοί έμεναν απολιθωμένοι. Χρειάστηκε να περάσουν κάμποσες ώρες για να μπει κάποια τάξη.
Από καιρό, στις κυβερνήσεις των ουδετέρων κρατών, στην έδρα του Ερυθρού Σταυρού και στο Βατικανό έφταναν εκθέσεις που μιλούσαν για τα στρατόπεδα εξόντωσης αντιπάλων των ναζί. Η συμμαχική προπαγάνδα δεν τις χρησιμοποίησε. Αρνιόταν να δεχτεί πως ήταν δυνατό να υπάρχει η φρίκη αυτή. Η πραγματικότητα ήταν ακόμα πιο φρικτή, πέρα από τα όρια της πιο αχαλίνωτης νοσηρής φαντασίας.
Οι πρώτοι θάλαμοι αερίων ομαδικής εξόντωσης στήθηκαν στο Άουσβιτς της Πολωνίας, στον ποταμό Σόλα. Στα κρεματόριά του βρήκαν το θάνατο 4.000.000 άνθρωποι, Εβραίοι και Ρώσοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία. Η λέξη Νταχάου έγινε το συνώνυμο της απανθρωπιάς:Ήταν στρατόπεδο εξόντωσης και χειρουργικών πειραμάτων πάνω σε ανθρώπους, στη Βαυαρία.
Το Ράβενσπρις στην Ανατολική Γερμανία, κοντά στο Πότσδαμ, εξειδικευόταν στην εξόντωση γυναικών. Στο Μπούχενβαλντ, βορειοανατολικά της Βαϊμάρης, γλίτωσαν 32.000 καθώς η άτακτη φυγή των ναζί άφησε μισοτελειωμένη τη διαδικασία. Στο Μπέργκεν Μπέλσεν, κοντά στον ποταμό Τσέλε στο Ανόβερο, οι ομαδικοί λάκκοιέχασκαν με χιλιάδες ασκέπαστα πτώματα να περιμένουν λίγο χώμα για ταφή.
Το πρώτο δέος διαδέχτηκε η ντροπή. Και την ντροπή ένας απέραντος θυμός για τα ανθρώπινα κτήνη του ναζισμού. Ο Χίτλερ, ο Γκέρινγκ, ο Χίμλερ αυτοκτόνησαν προτού δικαστούν. Ο Γκέμπελς, πριν να τον εκτελέσουν. Όμως, η Νέμεση περίμενε στη Νυρεμβέργη, έστω και κουτσή.