Ο Μίκης Θεοδωράκης γεννήθηκε στις 29 Ιουλίου 1925 στη Χίο. Η καταγωγή του πατέρα του, Γιώργη Θεοδωράκη, ήταν από τον Γαλατά Κρήτης και της μητέρας του, Ασπασίας Πουλάκη, από τον Τσεσμέ της Μικράς Ασίας. Οι γονείς του συναντήθηκαν στην Μικρά Ασία, λίγο πριν από την Μικρασιατική Καταστροφή. Τα παιδικά του χρόνια ο Μίκης Θεοδωράκης τα πέρασε σε διάφορες πόλεις της ελληνικής επαρχίας (Μυτιλήνη, Γιάννενα, Αργοστόλι, Πύργο Ηλείας, Πάτρα, και κυρίως στην Τρίπολη Αρκαδίας, λόγω των συχνών μεταθέσεων του –δημόσιου υπαλλήλου– πατέρα του).
Στην Τρίπολη, μόλις 17 ετών, δίνει την πρώτη του συναυλία παρουσιάζοντας το έργο του «Κασσιανή» και παίρνει μέρος στην αντίσταση κατά των κατακτητών.
Στη μεγάλη διαδήλωση της 25ης Μαρτίου 1943 συλλαμβάνεται για πρώτη φορά από τους Ιταλούς και βασανίζεται. Διαφεύγει στην Αθήνα, όπου οργανώνεται στον ΕΛΑΣ και εκτελεί χρέη διαφωτιστή στον Πέμπτο Τομέα της ΕΠΟΝ, ενώ αγωνίζεται και ως διμοιρίτης της Μεταξωτής Διμοιρίας του 1ου τάγματος της Νέας Σμύρνης κατά τα Δεκεμβριανά. Συγχρόνως σπουδάζει στο Ωδείο Αθηνών με καθηγητή τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη.
Εμφύλιος πόλεμος
Μετά τα Δεκεμβριανά καταδιώκεται από τις αστυνομικές Αρχές. Για ένα διάστημα ζει παράνομα στην Αθήνα. Συλλαμβάνεται στις μαζικές συλλήψεις στις 9/10 Ιουλίου 1947, και κατόπιν στέλνεται εξόριστος με σχετική ελευθερία κινήσεων στην Ικαρία όπου είναι ο κομματικός υπεύθυνος του χωριού εξορίας, από όπου θα προσπαθήσει ανεπιτυχώς να αποδράσει με τους άλλους εξόριστους υπό τον Βασίλη Ζάννο. Με τη γενικευμένη αμνηστία που δίνει η κυβέρνηση του Θεμιστοκλή Σοφούλη περνάει στην παρανομία στην προσπάθεια συμμετοχής σε ένοπλες ομάδες του Δημοκρατικού Στρατού Αθηνών και βρίσκεται στην ομάδα του Παύλου Παπαμερκουρίου. Συλλαμβάνεται ξανά στο σπίτι του πατέρα του –όπου βρήκε καταφύγιο όντας άρρωστος από πλευρίτιδα–, αλλά στη συνέχεια στέλνεται ξανά εξόριστος στην Ικαρία, αυτή τη φορά σε συνθήκες πειθαρχηµένης διαβίωσης για λίγους μήνες, όπου γράφει το έργο Ελεγείο και θρήνος στον Βασίλη Ζάννο, ο οποίος εκτελέστηκε το 1948. Έπειτα στέλνεται στο στρατόπεδο της Μακρονήσου όπου βασανίζεται μέχρι παράλυσης.
Σύμφωνα με πηγές στις 18/4/1949 έκανε δήλωση μετανοίας, κάτι το οποίο ο ίδιος το έχει αρνηθεί. Μετά από παρέμβαση του πατέρα και του θείου του (ανώτερων κρατικών υπαλλήλων), απολύθηκε ως ανάπηρος.
Σπουδές στο Παρίσι
Στα τέλη του 1949 στέλνεται στα Χανιά όπου και αναρρώνει. Το 1950 όμως επιστρέφει στην Αθήνα από όπου αποφοιτά από το Ωδείο με δίπλωμα στην αρμονία. Ύστερα υπηρετεί το υπόλοιπο της θητείας του σε Αλεξανδρούπολη, Αθήνα και Χανιά. Το 1950 αποπειράται να αυτοκτονήσει λόγω των συνεχών προκλήσεων που αντιμετωπίζει, όμως γλιτώνει τον κίνδυνο και το 1951 απολύεται οριστικά από το στρατό.
Το 1954 μεταναστεύει με κρατική υποτροφία στο Παρίσι όπου εγγράφεται στο Conservatoire και σπουδάζει με τον Ολιβιέ Μεσιάν, για σύντομο χρονικό διάστημα, μουσική ανάλυση, καθώς επίσης και διεύθυνση ορχήστρας με τον Eugène Bigot. Συνθέτει μουσική για το μπαλέτο της Ludmila Tcherina, το Κόβεντ Γκάρντεν, το Μπαλέτο της Στουτγάρδης, καθώς και για τον κινηματογράφο. Το 1957 του απονέμεται το α΄ βραβείο του Φεστιβάλ της Μόσχας από τον Σοστακόβιτς για το έργο του Suite No 1 για πιάνο και ορχήστρα.
Συγχρόνως συνθέτει πολλά έργα συμφωνικής μουσικής και μουσικής δωματίου.
Επιστροφή στην Ελλάδα
Το 1960 επιστρέφει στην Ελλάδα. Τον Σεπτέμβριο ηχογραφείται για πρώτη φορά ο Επιτάφιος, που ανοίγει έναν καινούργιο δρόμο για το ελληνικό τραγούδι, όχι μόνο γιατί σηματοδοτεί μία ουσιαστική αλλαγή στη μουσική φόρμα, αλλά γιατί παντρεύει τη σύγχρονη λαϊκή μουσική με τη σύγχρονη ελληνική ποίηση, και το ευρωπαϊκό έντεχνο στοιχείο με το ελληνικό λαϊκό στοιχείο. Η πρώτη εκδοχή του Επιτάφιου του Γιάννη Ρίτσου (γράφτηκε το 1958) ηχογραφήθηκε με τη Νάνα Μούσχουρη, σε ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας Μάνου Χατζιδάκι.
Την ίδια χρονιά ο Μίκης Θεοδωράκης αρχίζει και (σχεδόν) τελειώνει το Άξιον Εστί του Οδυσσέα Ελύτη. «Εν τούτοις δεν βιάστηκα να το παρουσιάσω», όπως λέει στο βιβλίο του Μουσική για τις μάζες, «γιατί διαισθανόμουν ότι το ελληνικό κοινό δεν ήταν ακόμη ώριμο για να το δεχτεί. Η πρώτη εκτέλεσή του έγινε στα τέλη του 1964». Το 1960, επίσης, ο Μίκης Θεοδωράκης γράφει τη μουσική για τα Επιφάνεια, σε ποίηση Γιώργου Σεφέρη, και συνθέτει δεκάδες κύκλους τραγουδιών που βρίσκουν βαθύτατη απήχηση στην Ελλάδα.
Ιδρύει τη Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών και δίνει πολλές συναυλίες στη χώρα προσπαθώντας να εξοικειώσει τον κόσμο με τη συμφωνική μουσική.
Το 1963, μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, ιδρύεται η «Νεολαία Λαμπράκη», της οποίας εκλέγεται πρόεδρος. Την ίδια εποχή εκλέγεται βουλευτής της ΕΔΑ και το 1964 αποκτά διεθνή αναγνώριση με τη σύνθεση της μουσικής για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη Αλέξης Ζορμπάς (Zorba the Greek).
Χρόνια της Δικτατορίας
Την 21η Απριλίου 1967 περνά στην παρανομία, και δύο μέρες αργότερα απευθύνει την πρώτη έκκληση για αντίσταση κατά της δικτατορίας. Τον Μάιο του 1967 ιδρύει μαζί με άλλους την πρώτη αντιστασιακή οργάνωση κατά της Δικτατορίας, το ΠΑΜ, και εκλέγεται πρόεδρός του.
Συλλαμβάνεται τον Αύγουστο. Ακολουθεί η φυλάκισή του στην οδό Μπουμπουλίνας, η απομόνωση, οι φυλακές Αβέρωφ, η μεγάλη απεργία πείνας, το νοσοκομείο, η αποφυλάκιση και ο κατ’ οίκον περιορισμός, η εκτόπιση με την οικογένειά του στη Ζάτουνα Αρκαδίας, και τέλος το στρατόπεδο Ωρωπού. Πολλά από τα καινούργια έργα του καταφέρνει με διάφορους τρόπους να τα μεταβιβάσει στο εξωτερικό, όπου τραγουδιούνται από τη Μαρία Φαραντούρη και τη Μελίνα Μερκούρη.
Στον Ωρωπό η κατάσταση της υγείας του επιδεινώνεται. Στο εξωτερικό ξεσηκώνεται θύελλα διαμαρτυριών. Προσωπικότητες όπως οι Ντμίτρι Σοστακόβιτς, Άρθουρ Μίλερ, Λόρενς Ολίβιε, Υβ Μοντάν και άλλοι, δημιουργούν επιτροπές για την απελευθέρωσή του. Τελικά, υπό την πίεση αυτήν αποφυλακίζεται και ταξιδεύει στο Παρίσι τον Απρίλιο του 1970.Στο εξωτερικό απευθύνει νέο κάλεσμα για την πτώση της δικτατορίας και την επαναφορά της δημοκρατίας στην Ελλάδα.
Το 1972 επισκέπτεται το Ισραήλ δίνοντας συναυλίες, και συναντάται με τον Γιασέρ Αραφάτ, στον οποίο επιδίδει το μήνυμα της ισραηλινής κυβέρνησης και προσπαθεί να τον πείσει να αρχίσει συζητήσεις με την άλλη πλευρά.
Μεταπολίτευση
Το 1974 με την πτώση της Δικτατορίας γυρίζει στην Ελλάδα. Δίνει πολλές συναυλίες τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό μαζί με τη Μαρία Φαραντούρη. Παράλληλα συμμετέχει στα κοινά είτε ως απλός πολίτης είτε ως βουλευτής (τις περιόδους 1981-86 και 1989-92), είτε ως υπουργός Επικρατείας (1990-92), θέσεις από τις οποίες τελικά παραιτείται.
Το 1976 ίδρυσε το κίνημα «Πολιτισμός της Ειρήνης» και έδωσε διαλέξεις και συναυλίες σε όλη την Ελλάδα. Το 1983 του απονεμήθηκε το Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη.
Το 1986 γίνεται πραγματικότητα η δημιουργία επιτροπών ελληνοτουρκικής φιλίας στην Ελλάδα με πρόεδρο τον ίδιο και στην Τουρκία με τη συμμετοχή γνωστών πνευματικών ανθρώπων όπως ο Αζίζ Νεσίν, ο Γιασάρ Κεμάλ και ο Ζουλφί Λιβανελί.
Ο Θεοδωράκης δίνει στην Τουρκία πολλές συναυλίες που τις παρακολουθούν κυρίως νέοι, με συνθήματα υπέρ της φιλίας μεταξύ των δύο λαών. Αργότερα παίζει και πάλι το ρόλο του άτυπου πρεσβευτή ειρήνης, μεταφέροντας μηνύματα των Ελλήνων πρωθυπουργών Ανδρέα Παπανδρέου και Κωνσταντίνου Μητσοτάκη προς την τουρκική κυβέρνηση. Επίσης το 1986, μετά την καταστροφή στο Τσερνόμπιλ, πραγματοποιεί μεγάλη περιοδεία με συναυλίες κατά της ατομικής ενέργειας σε όλη την Ευρώπη. Το 1988 διοργανώνονται στην τότε Δυτική Γερμανία με δική του πρωτοβουλία δύο συνέδρια για την ειρήνη, στο Τίμπιγκεν και την Κολονία. Συμμετέχουν πολιτικοί όπως ο Όσκαρ Λαφοντέν και ο Γιοχάνες Ράου, φιλόσοφοι όπως ο Φρίντριχ Ντίρενματ, συγγραφείς, πολιτειολόγοι και καλλιτέχνες.
Εκεί έχει την ευκαιρία να αναπτύξει τη θεωρία του για τον ελεύθερο χρόνο και τη σημασία του στη διαμόρφωση ελεύθερων ανθρώπων.
Το 1989 βρέθηκε στο στόχαστρο της οργάνωσης 17 Νοέμβρη, και με κυβερνητική απόφαση ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν ανάμεσα στους 200 Έλληνες με καθημερινή περιφρούρηση με σκοπό τη προστασία του από πιθανό χτύπημα.
Ο Θεοδωράκης στην Ανατολική Γερμανία το 1989
Το 1990 δίνει 36 συναυλίες σε όλη την Ευρώπη υπό την αιγίδα της Διεθνούς Αμνηστίας. Συνεχίζει δίνοντας συναυλίες για την ηλιακή ενέργεια (υπό την αιγίδα της Εurosolar), κατά του αναλφαβητισμού, κατά των ναρκωτικών κτλ.
Παράλληλα αγωνίζεται και για τα ανθρώπινα δικαιώματα σε άλλες χώρες, και κυρίως στις γειτονικές Αλβανία (που την επισκέπτεται και ως υπουργός για τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας) και Τουρκία. Ως πρόεδρος διεθνούς επιτροπής, στο Παρίσι καταβάλλει προσπάθειες για την απελευθέρωση των Τούρκων ηγετών της αντιπολίτευσης Κουτλού και Σαργκίν, κάτι που τελικά επιτυγχάνεται. Προτείνει τη διοργάνωση Πανευρωπαϊκού Συνεδρίου Ειρήνης στους Δελφούς και υποβάλλει στην κυβέρνηση σχέδιο για μια «Ολυμπιάδα του Πνεύματος»· ιδρύει επιτροπή συμπαράστασης και βοήθειας προς τον κουρδικό λαό.
Το 1993 αναλαμβάνει γενικός διευθυντής Μουσικών Συνόλων της ΕΡΤ, όμως παραιτείται τον επόμενο χρόνο. Το 1994 λαμβάνει τιμητικό διδακτορικό τίτλο από το Πανεπιστήμιο του Κεμπέκ.
Το 1994 γιορτάστηκε πανηγυρικά στο Όσλο η υπογραφή της συμφωνίας μεταξύ Ισραηλινών και Παλαιστινίων παρουσία των Πέρες και Αραφάτ με την παρουσίαση του Μαουτχάουζεν –που στο μεταξύ έχει γίνει εθνικό τραγούδι του Ισραήλ– σε ερμηνεία Μαρίας Φαραντούρης, και του Ύμνου για την Παλαιστίνη που έγραψε ο Θεοδωράκης ως αναγνώριση και της δικής του συμβολής στην υπόθεση της ειρήνης στην περιοχή αυτή. Επισκέπτεται επίσης Αλγερία, Αίγυπτο, Τύνιδα, Λίβανο.
Τα επόμενα χρόνια παρουσιάζονται οι όπερές του Ηλέκτρα (1995) και Αντιγόνη (1999), ενώ παράλληλα αναπτύσσει μεγάλη δραστηριότητα στο εξωτερικό και παίρνει δυναμικά θέση σε όλα τα σημαντικά γεγονότα της εποχής (ελληνοτουρκική φιλία, σεισμοί, βομβαρδισμοί στη Γιουγκοσλαβία, υπόθεση Οτζαλάν, πόλεμος στο Αφγανιστάν, πόλεμος στο Ιράκ κτλ.). Το 2002 παρουσιάζεται η όπερά του Λυσιστράτη, ένας αληθινός ύμνος στην ειρήνη.
Πολιτική δραστηριότητα
Το 1974 κατέβηκε υποψήφιος με το ψηφοδέλτιο της Ενωμένης Αριστεράς στην Βʹ Πειραιά, όμως δεν κατάφερε να εκλεγεί. Έλαβε 6.345 σταυρούς προτίμησης και κατέλαβε την τρίτη θέση ανάμεσα σε 8 υποψηφίους. Ο συνδυασμός κατέκτησε μία έδρα.
Το 1978 μετά από πρόταση που δέχτηκε αποφάσισε να κατέβει υποψήφιος δήμαρχος Αθηναίων, υποστηριζόμενος από το ΚΚΕ. Ο συνδυασμός του έλαβε 59.428 ψήφους (ποσοστό 16,32%) καταλαμβάνοντας την τρίτη θέση, πίσω από τους συνδυασμούς των Γιώργου Πλυτά και Δημήτρη Μπέη.
Το 1981 καταφέρνει να εκλεγεί βουλευτής στην εκλογική περιφέρεια της Βʹ Πειραιά με το ψηφοδέλτιο του ΚΚΕ, λαμβάνοντας 13.785 σταυρούς προτίμησης, πρώτη θέση ανάμεσα σε 10 υποψήφιους (μοναδική έδρα για το κόμμα στη συγκεκριμένη περιφέρεια).
Επανεξελέγη το 1985, αυτή τη φορά τοποθετημένος στην πρώτη θέση του ΚΚΕ στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας.
Το 1990 με τη διάσπαση του ΚΚΕ και λόγω της διαφωνίας που είχε με αυτή την κατάσταση, αποφασίζει να κατέλθει ως ανεξάρτητος συνεργαζόμενος με τη Νέα Δημοκρατία. Εξελέγη, τοποθετημένος στην τρίτη θέση του ψηφοδελτίου Επικρατείας του κόμματος, και διατέλεσε υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου και Επικρατείας για περίπου 2,5 χρόνια.
Την 1η Δεκεμβρίου 2010 ανακοίνωσε την ίδρυση Κινήματος Ανεξάρτητων Πολιτών με την ονομασία «Σπίθα». Τον Σεπτέμβριο του 2013 αποφάσισε να αποστρατευτεί από το κίνημα.
Το 2015 κατά την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ αρχικά τήρησε ευνοϊκή στάση, αλλά στη συνέχεια άσκησε έντονη κριτική. Στο Δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου 2015 τάχθηκε υπέρ του «Όχι».
Θέσεις για το Μακεδονικό
Το 1997 ο Μίκης Θεοδωράκης είχε δηλώσει για το Μακεδονικό πως «Το όνομα δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία, αρκεί οι λαοί να ζήσουν ειρηνικά». Αργότερα, σε συνέντευξη του, τόνισε: «Εξ αντικειμένου αυτή η χώρα ωθείται προς τη βελτίωση των σχέσεων με την Ελλάδα. Γιατί λοιπόν να μην είναι δυνατή η ευόδωση των σχέσεών μας προς όλα τα επίπεδα και ό,τι προκύψει; Η Τελωνειακή Ένωση, η συνομοσπονδία κτλ. είναι απλώς όροι. Πάντως νομίζω ότι το θέμα της ονομασίας θα ξεπεραστεί όταν οι σχέσεις των δυο λαών φθάσουν σε τέτοιο σημείο, που το όνομα δεν θα έχει καμιά σημασία».
Στις 4 Φεβρουαρίου 2018 ο Θεοδωράκης ήταν από τους κύριους ομιλητές στο Συλλαλητήριο για την Μακεδονία στην Αθήνα. Στο λόγο του ανέφερε πως «Η Μακεδονία είναι μία, ήταν, είναι και θα είναι πάντα ελληνική». Οι δηλώσεις συγκέντρωσαν τη στήριξη κομμάτων της Βουλής, ενώ ακόμη και βουλευτές της Χρυσής Αυγής επικρότησαν τη στροφή του Μίκη Θεοδωράκη σχετικά με την ονομασία της Μακεδονίας. Ο ίδιος απάντησε ότι «Και η Χρυσή Αυγή αγαπάει την Ελλάδα, αλλά με τρόπο εριστικό».
Την μέρα πριν από το συλλαλητήριο ομάδα αναρχικών πέταξε μπογιές στην είσοδο του σπιτιού του και στη συνέχεια έγραψε απειλητικά μηνύματα, όπως για παράδειγμα: «Η ιστορία σου ξεκινάει από το βουνό και καταλήγει στον εθνικό βούρκο της Πλ. Συντάγματος».
Κριτική
Το 1974 έθεσε το δίλημμα «Καραμανλής ή τανκς», κάτι που συγκέντρωσε έντονη κριτική για τη χρονική στιγμή που το έπραξε. Σύμφωνα με τον ίδιο, πρόκειται για παρερμηνεία διαφορετικής δήλωσής του.
Κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης ο Μίκης Θεοδωράκης βρέθηκε στο επίκεντρο κριτικής από δημοσιογράφους, πολιτικούς και αναλυτές για την πολιτική του στάση, ενώ κατηγορήθηκε για λαϊκισμό και συναισθηματικά φορτισμένους λόγους.
Αντίστοιχα, η πολιτική κίνηση «Σπίθα», της οποίας ηγήθηκε, έχει επίσης βρεθεί στο επίκεντρο έντονης κριτικής για άτοπες πολιτικές τοποθετήσεις και πολιτικό λαϊκισμό. Επιπλέον, έχουν σχολιαστεί αρνητικά και οι κομματικές προτιμήσεις/αλλαγές του, όπως καταγράφηκαν μετά τη Μεταπολίτευση.
Πηγή: el.wikipedia.org