Για τόπι είχαμε «την ποχτσάν», δηλαδή μια ποδιά (πεστανπάλ) τυλιγμένη σε σφαίρα, ή ένα τόπι φτιαγμένο από τυλιγμένη μάλλινη κλωστή.
Αγιάκ αλτουρμασίν (Τ’ ανάσκελα, εν Τραπεζούντι)
Περί τα δέκα μέτρα είνε η επίπεδη επιφάνεια του Τσιουρουμιού, που κρέμεται μες στη θάλασσα. Ο κολυμβητής παίρνει φόρα από το άκρο του ισώματος και τρέχει μ’ ορμή προς το μέρος της θάλασσας σε μικρή απόσταση από το χείλος του βράχου, που είνε ψηλότερον από ένα μέτρο απ’ την επιφάνειά της, μ’ ένα άλμα τινάζεται στο νερό με τα πόδια εμπρός σε οριζόντια θέση και τα χέρια σε κανονική ανάταση. Πρέπει να μη βυθίζεται και μόλις βρίσκεται στη θάλασσα να κατορθώση να επιπλέη πάνω στη ράχη, σε απόλυτη ευθυγραμμία του σώματος, χεριών και ποδιών.
Κατόπιν αρχίζει κολύμβηση εις την στάσιν αυτήν –υπτίαν– και νικητής θεωρείται εκείνος που φθάνει εις το καθορισμένον τέρμα πρώτος.
Γραΐτσας κατακλάν (Ιστανπόλ κατακλάν ελέγετο στην Τραπεζούντα)
Παίρνει φόρα ο κολυμβητής, όπως και στο προηγούμενο, και στην άκρη του βράχου μ’ ένα άλμα τινάζεται προς τα άνω και εμπρός. Όπως βρίσκεται ο κολυμβητής στον αέρα πάνω απ’ τη θάλασσα κάνει μια στροφή με το κεφάλι προς τα κάτω αγκαλιάζοντας συγχρόνως τα πόδια του, αφού προηγουμένως ακούμπησε τα γόνατα στο στήθος, και έτσι σαν κουβάρι με τελειωμένη τη στροφή πέφτει στη θάλασσα.
Νικητής θεωρείται εκείνος που πέφτει ακριβώς σε στάση καθημένου και αγγίζει το νερό ταυτόχρονα με τα πέλματα και τους γλουτούς του. Η επιτυχία ήταν τόσο μεγαλυτέρα, όσο μεγαλύτερος ήταν ο κύκλος που διέγραψε το κορμί του στον αέρα. Το παιχνίδι αυτό ήταν πολύ θεαματικό και απαιτούσε μεγάλη εξάσκηση για να μην πέση ο κολυμβητής στο νερό με την πλάτη.
Τέτοιο πέσιμο –με την πλάτη– δεν ήταν μόνο ατυχές αλλά και... επώδυνον!
Η ποχτζά, ή το τόπ’
Είνε κάτι παρόμοιον με το γνωστό θαλασσινό «βόλεϋ», με την διαφορά που εμείς δεν είχαμε την πολυτέλεια της σχετικής λαστιχένιας σφαίρας. Καταρτιζόμαστε σε δυο ομάδες κολυμβητών. Μας χώριζε μια φανταστική γραμμή όπως βρισκόμαστε μες στη θάλασσα, αφού ωρίζαμε και την «μάνα», τον σημερινό «διαιτητή». Για τόπι είχαμε «την ποχτσάν», δηλαδή μια ποδιά (πεστανπάλ) τυλιγμένη σε σφαίρα, ή ένα τόπι φτιαγμένο από τυλιγμένη μάλλινη κλωστή. Την μπάλα αυτή έπρεπε να την πασάρουμε στην αντίθετή μας γραμμή και να μην την αφήσωμε να ξεπεράση την δική μας. Νικημένοι απέβαιναν εκείνοι που τους ξεπέρασε η μπάλα τις περισσότερες φορές.
’Σ σο «κουλάτσιν»
Έτσι λέγαμε το αγώνισμα στην κανονική κολύμβησι (πρηνηδόν). Εκανονίζετο το σημείον που εχαρακτηρίζετο «τέρμα». Αφετηρία ήτο το χείλος του βράχου. με το σύνθημα που έδιδε ο διαιτητής ριπτόμαστε στη θάλασσα. Νικητής ήταν εκείνος που έφθανε πρώτος στο τέρμα.
Πηγή: pontos-news