Ο φτωχός Σωκράτης παντρεύτηκε σε μεγάλη ηλικία. Γνωρίζουμε ότι απέκτησε τον πρώτο του γιο σε ηλικία 55 ετών, οπότε, μπορούμε να υποθέσουμε πως ήταν τουλάχιστον τριάντα χρόνια μεγαλύτερος από τη σύζυγό του, δεδομένου ότι οι κοπέλες στην αρχαία Αθήνα παντρεύονταν σε νεαρή ηλικία. Εκτός από φτωχός, ο Σωκράτης ήταν επίσης πολύ άσχημος. Είχε πλακουτσωτή μύτη, παχιά χείλη και μάτια γουρλωτά. Οι σύγχρονοί του έλεγαν πως μοιάζει με Σάτυρο ή Σειληνό. Και αυτός ο φτωχός και άσχημος άνδρας είχε και κάτι αλλόκοτες συνήθειες.
Δεν έδινε καμία σημασία στις ανάγκες του σώματος. Ήταν ανθεκτικός στην πείνα, στη δίψα, στο κρύο, στο αλκοόλ. Φορούσε τον ίδιο χιτώνα χειμώνα – καλοκαίρι (ελπίζουμε πως τον έπλενε πότε – πότε), χόρευε ολομόναχος στο σπίτι του και αρκετές φορές, στεκόταν ακίνητος μέσα στη μέση του δρόμου για να διαλογιστεί, χωρίς να επικοινωνεί με το περιβάλλον. Αυτό του συνέβη ακόμα και στο στρατόπεδο, μία πολύ ζεστή καλοκαιρινή μέρα, την παραμονή μίας σημαντικής μάχης, όπου οι συμπολεμιστές του τον παρατηρούσαν να στέκεται ακίνητος ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο!
Αυτός ο παράξενος άνθρωπος είχε έναν και μόνο στόχο στη ζωή του: να βοηθήσει τους συμπατριώτες του να ανακαλύψουν τις αλήθειες που είχαν απωθημένες στα βάθη της ψυχής τους. Πίστευε πως η κακία γεννάται από την άγνοια, και πως, αν βοηθούσε τον συνομιλητή του να αποκτήσει την απαραίτητη γνώση, τότε θα αντιλαμβανόταν πως δεν τον συμφέρει να είναι κακός. «Κανείς δεν είναι κακός με τη θέλησή του», ισχυριζόταν, καθώς καταπολεμούσε την άγνοια. Αυτή η ευγενής δραστηριότητα θα έπρεπε, ίσως, να γεμίζει με υπερηφάνεια τη σύντροφό του, αν δεν δημιουργούσε πρακτικά προβλήματα. Και το «πρόβλημα» με τον Σωκράτη ήταν πως, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους δασκάλους της εποχής του, εκείνος δεν δεχόταν πληρωμή από τους μαθητές του. Η δραστηριότητα στην οποία είχε αφιερώσει κάθε λεπτό της ζωής του δεν του απέφερε κανένα οικονομικό όφελος. Αυτό ήταν σίγουρα ένα πρόβλημα για την Ξανθίππη και πηγή οικογενειακών καυγάδων.
Ωστόσο, ο Σωκράτης δεν αδιαφορούσε ούτε για τη γυναίκα του ούτε για τα παιδιά του. Όταν ο Λαμπροκλής του παραπονέθηκε για τη δυστροπία της μητέρας του, ο Σωκράτης αφιέρωσε χρόνο για να τον νουθετήσει. Αφού του περιέγραψε λεπτομερώς τους κόπους που κατέβαλε η μητέρα του για να τον μεγαλώσει, κατέληξε: «Αυτήν που σε φροντίζει όσο καλύτερα μπορεί, όταν αρρωσταίνεις, για να γίνεις καλά και για να μην σου λείψουν τα απαραίτητα, και που προσεύχεται στους θεούς και κάνει τάματα να σου δίνουν αγαθά, αυτήν λες ανυπόφορη;»