Νωρίς το πρωί της 17ης Ιουνίου το 1939, ο Γιουτζίν Γουάιντμαν οδηγήθηκε στην γκιλοτίνα και μετά από μια αστραπιαία διαδικασία, άφησε την τελευταία του πνοή και το κεφάλι αποχωρίστηκε από το σώμα του. Ο Γερμανός είχε καταδικαστεί για πολλαπλές απαγωγές και δολοφονίες, μεταξύ των οποίων και μίας νεαρής Αμερικανίδας, μέλους της κοσμικής κοινωνίας.
Το φιλμ δείχνει τα τελευταία βήματα του αποκαλούμενου «γερμανού βρυκόλακα», ο οποίος οδηγήθηκε από τον δήμιο βιαστικά στην γκιλοτίνα. Εκεί τον περίμενε ένας ακόμα εκτελεστής που βοήθησε τον δήμιο να τοποθετήσει τονκατάδικο στη γκιλοτίνα και να σηκώσει τη λεπίδα.
Η δολοφονία στη βίλα του Ναπολέοντα και της Ζοζεφίνας.
Ο Γουάιντμαν γεννήθηκε στις 5 Φεβρουαρίου του 1908, στη Φρανκφούρτη της Γερμανίας. Συνελήφθη σε ηλικία 20 ετών, για διάφορες κλοπές. Αμέσως μετά την αποφυλάκισή του, στρώθηκε στη «δουλειά». Σκόπευε να απαγάγει πλούσιους τουρίστες και να κλέβει τα χρήματά τους. Ο τόπος του εγκλήματος θα ήταν μία βίλα κοντά στο Παρίσι. Ο Γουάιντμαν παρουσίαζε τη βίλα ως το δώρο του Ναπολέοντα Βοναπάρτη, του Αυτοκράτορα της Γαλλίας, στη γυναίκα του, Ζοζεφίνα.
Με αυτή τη ρομαντική πρόφαση, προσκάλεσε τη νεαρή Αμερικανίδα, Ζαν ΝτεΚόβεν, να δειπνήσει μαζί του τον Ιούλιο του 1937. Εκείνη δέχτηκε με χαρά. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης, η ΝτεΚόβεν έβγαλε πολλές φωτογραφίες τον Γουάιντμαν, με τη φωτογραφικής της κάμερα. Αργότερα, οι αστυνομικοί βρήκαν τις φωτογραφίες που απεικόνιζαν τον δολοφόνο της κοπέλας.
Ο Γουάιντμαν σκόπευε να ζητήσει λύτρα απ’ τους συγγενείς της, όπως κι έκανε. Έλαβε 500 δολάρια από τη θεία της και άλλα 10.000 φράγκα από τον πατέρα της. Οι συγγενείς μάταια περίμεναν την επιστροφή της Ζαν.
Ο Γουάιντμαν την είχε ήδη σκοτώσει και είχε κλέψει τα 430 δολάρια που είχε μαζί της. Η μακάβρια παράδοση είχε ήδη απαγορευτεί σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης Όταν ομολόγησε τη δολοφονία της, φάνηκε διεστραμμένα μετανοημένος: «Ήταν τόσο γλυκιά και αθώα.
Όταν έβαλα τα χέρια μου γύρω απ’ τον λαιμό της, έπεσε κάτω σαν πάνινη κούκλα». Από την 1 Σεπτεμβρίου του 1937 έως τις 27 Νοεμβρίου, ο Γουάιντμαν σκότωσε άλλους πέντε ανθρώπους. Απομόνωνε τα θύματα με διάφορες προφάσεις και τα πυροβολούσε στο πίσω μέρος του κεφαλιού. Μετά έκλεβε ανενόχλητος τα χρήματά τους.
Η σύλληψη Η επαγγελματική κάρτα του Γουάιντμαν, βρέθηκε στο γραφείο του τελευταίου θύματός του, του Ρεϊμόν Λεσόμπρ. Οι αστυνομικοί ακολούθησαν τα ίχνη του «γερμανού βρυκόλακα» και κατέληξαν στη βίλα του. Ο Γουάιντμαν ήταν πολύ συνεργάσιμος με την αστυνομία και ομολόγησε όλες τις δολοφονίες.
Η δίκη του πήρε μεγάλη δημοσιότητα. Όταν ανακοινώθηκε η καταδίκη του σε θάνατο, το μισό Παρίσι παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα.
Η τελευταία δημόσια εκτέλεση
Η εκτέλεση έγινε έξω από τη φυλακή Σαν Πιερ στις Βερσαλίες και μεγάλο πλήθος είχε συγκεντρωθεί γύρω απ’ τις φυλακές. Η εφημερίδα Paris -Soir κατήγγειλε το πλήθος ως «αηδιαστικό, απείθαρχο». Ο κόσμος έσπρωχνε, φωνασκούσε και σφύριζε.
Πολλοί καταβρόχθιζαν σάντουιτς, ενώ παρακολουθούσαν τον αποκεφαλισμό του εγκληματία. Εξαιτίας αυτού του απείθαρχου πλήθους, η εκτέλεση καθυστέρησε. Δεν έγινε την αυγή, επιτρέποντας έτσι στο φως της ημέρας να ληφθούν ευκρινείς φωτογραφίες.
Μπόρεσαν ακόμα και να κινηματογραφήσουν την εκτέλεση.