Τα ημερολόγια που ακολουθεί ο χριστιανικός κόσμος δεν είναι μόνο το Ιουλιανό και το Γρηγοριανό, αλλά και το ακριβέστερο του κόσμου, το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά τους.
Μετά τη Γρηγοριανή μεταρρύθμηση του ημερολογίου, το 1582 το νέο ημερολόγιο έγινε αμέσως αποδεκτό από τις καθολικές χώρες, όχι όμως και από τις διαμαρτυρόμενες οι οποίες το αποδέχτηκαν σταδιακά. Στις αρχές του 20ού αιώνα άρχισαν να το αποδέχονται ως πολιτικό ημερολόγιο και οι ορθόδοξες χριστιανικές χώρες. Όσον αφορά τους Έλληνες Ορθοδόξους μόλις στις 16 Φεβρουαρίου του1923 αποφάσισαν να δεχτούν το Γρηγοριανό ημερολόγιο. Επειδή , όμως, υπήρχε μία καθυστέρηση περίπου13 ημέρων, η 16η Φεβρουαρίου στο παλαιό ημερολόγιο ονομάστηκε 1η Μαρτίου του νέου. Η Εκκλησία της Ελλάδος το 1924 αποδέχτηκε - αφού συμβουλεύτηκε το Οικουμενικό Πατρειαρχείο- όχι το Γρηγοριανό, αλλά το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο, το οποίο έκτοτε ακολουθεί.
Πράγματι, ο τότε Οικουμενικός Πατριάρχης Μελέτιος Δ´ (ο Μεταξάκης, 1922-1923) συγκάλεσε στην Κωνσταντινούπολη Πανορθόδοξο Συνέδριο τον Μάϊο του 1923, στο οποίο έλαβαν μέρος το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το Πατριαρχείο Ρωσίας, το Πατριαρχείο Σερβίας, το Πατριαρχείο Ρουμανίας και οι Ορθόδοξες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες της Ελλάδος και της Κύπρου. Το σημαντικό γεγονός είναι ότι το Πανορθόδοξο Συνέδριο αποφάσισε ότι η αλλαγή του ημερολογίου ήταν επιβεβλημένη, αφού δεν προσέκρουε σε κανένα κανονικό ή δογματικό κώλυμα. Επιπλέον καθόρισε ως ημέρα της αλλαγής του ημερολογίου την 1η Οκτωβρίου του 1923, η οποία θα ονομαζόταν 14η Οκτωβρίου του 1923.
Η απόφαση του Συνεδρίου ήταν ότι δεν θα υιοθετείτο το Γρηγοριανό ημερολόγιο και υπεδείχθη νέος ημερολογιακός κύκλος 900 ετών, ακριβέστερος του γρηγοριανού κύκλου των 400 ετών. Η νέα ημερολογιακή πρόταση που έγινε από τον Σέρβο αστρονόμο Μιλούτιν Μιλάνκοβιτς, όριζε ότι από τα έτη που δείχνουν αιώνες (επαιώνια έτη) δίσεκτα θα θεωρούνται μόνον εκείνα των οποίων ο αριθμός των αιώνων διαιρούμενος δια 9, δίνει υπόλοιπο 2 ή 6. Για τα άλλα έτη ισχύει ο ιουλιανός κανόνας. Συνεπώς αντί των δίσεκτων ετών 400, 800, 1200, 1600, 2000 κ.ο.κ. του Γρηγοριανού ημερολογίου, καθιέρωνε ως δίσεκτα τα έτη 200, 600, 1100, 1500, 2000 κ.ο.κ. Εντός κύκλου 900 ετών περιέρχονται 218 δίσεκτα έτη και έτσι η μέση διάρκεια του προτεινόμενου έτους είναι 365,24222222 ημέρες, δηλαδή το σφάλμα του είναι περίπου 2,03 δευτερόλεπτα ετησίως, που σημαίνει ότι αστρονομικά είναι το ακριβέστερο από όλα τα προταθέντα μέχρι σήμερα ημερολογιακά συστήματα. Εάν τώρα δεν έχει υιοθετηθεί από τις άλλες χριστιανικές Εκκλησίες οι λόγοι ασφαλώς δεν είναι επιστημονικοί.
Όσον αφορά τον εορτασμό του Πάσχα το Συνέδριο πρότεινε ο καθορισμός της εαρινής πανσελήνου να καθορίζεται αστρονομικά με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια και η ημερομηνία του να καθορίζεται κατά τον «χρόνο» της Ιερουσαλήμ. Υπέδειξε επιπλέων σε όλα τα Ορθόδοξα Αστεροσκοπεία και Πανεπιστήμια να φτιάξουν πίνακες του Πασχαλίου μεγάλης διάρκειας. Ωστόσο για να τακτοποιηθεί το ημερολογιακό ζήτημα πρότεινε τελικά, έπειτα από συμβιβαστική πρόταση της Εκκλησίας της Ελλάδος, αφενός μεν να προστεθούν οι 13 ημέρες στο Ιουλιανό ημερολόγιο δημιουργώντας το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο, αφετέρου δε να μην γίνει καμία παρέμβαση στον Πασχάλιο κύκλο. Μ'αυτόν τον τρόπο η προσθήκη των 13 ημερών δεν συνιστά κανένα δογματικό ή κανονικό κώλυμα, εφ' όσον δεν θίγεται διόλου το ζήτημα του υπολογισμού του Πάσχα. Επίσης απεφάσισε η κάθε Εκκλησία να αποφασίσει ελεύθερα εάν προτιμά να ακολουθήσει το Ιουλιανό ημερολόγιο ή το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό. Ούτε η μία ούτε η άλλη απόφαση θα επηρεάσει την ενότητα και την κανονική κοινωνία των Ορθοδόξων Εκκλησιών μεταξύ τους.
Τελικά το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο υιοθετήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και την Εκκλησία της Ελλάδος τη 10η Μαρτίου του 1924, που θεωρήθηκε 23η Μαρτίου του 1924, γιατί εν τω μεταξύ η διαφορά είχε φθάσει τις 13 ημέρες. Αναφορικά με τα Πατριαρχεία που έλαβαν μέρος στο Συνέδριο, το Ρωσικό αποφάσισε να μην προχωρήσει σε καμία αλλαγή. Το Πατριαρχείο της Σερβίας αρχικά απεδέχθη το Νέο Ιουλιανό ημερολόγιο, αλλά στη συνέχεια υπαναχώρησε.
Από τα Πατριαρχεία που δεν έλαβαν μέρος στο Πανορθόδοξο Συνέδριο, τα Πατριαρχεία Αλεξανδρείας και Αντιοχείας δεν δέχτηκαν την πρόταση του Συνεδρίου εφ' όσον δεν την επικύρωνε απόφαση Οικουμενικής Συνόδου. Επίσης, την ίδια απόφαση πήρε και το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων, επειδή υποστήριζε ότι με την αλλαγή του ημερολογίου θα άλλαζε και το Πασχάλιο, δημιουργώντας σύγχυση στους πιστούς προσκυνητές που συνέρρεαν στην ιερή πόλη. Λίγα χρόνια αργότερα, την 1η Οκτωβρίου του 1928, το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας υιοθέτησε κι αυτό το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο.
Σήμερα το Νέο Διορθωμένο Ιουλιανό ημερολόγιο ακολουθούν τα Πατριαρχεία Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ρουμανίας και Βουλγαρίας. Επίσης οι Αυτοκέφαλες Εκκλησίες Ελλάδος, Κύπρου, Αλβανίας και Πολωνίας, όπως και οι Αυτόνομες Εκκλησίες Τσεχίας και Σλοβακίας. Τα Πατριαρχεία Ιεροσολύμων, Ρωσίας και Σερβίας δεν έχουν αποδεχθεί την ημερολογιακή μεταρρύθμιση και για λόγους παράδοσης διατηρούν μέχρι σήμερα το Ιουλιανό ημερολόγιο. Ακριβώς και για λόγους παράδοσης στην Ελλάδα τα μοναστήρια στο Άγιον Όρος όπως και τα μετόχια του Αγίου Όρους στην υπόλοιπη Ελλάδα διατηρούν το Ιουλιανό (παλαιό) ημερολόγιο, το οποίο διατηρούν και οι «Γνήσιοι Ορθόδοξοι Χριστιανοί»* (Γ.Ο.Χ.), γνωστοί ως παλαιοημερολογίτες.
*(Αυτοαποκαλούμενοι και όχι κατ' ουσίαν γνήσιοι)