Στην ελληνική μυθολογία οι Υάδες, λέξη που σημαίνει «οι της βροχής», ήταν αδελφές Νύμφες, που έφερναν τη βροχή (από το αρχαίο ρήμα υώ = βρέχω).
Οι Υάδες θεωρούνταν οι θεότητες της βροχής στον ουρανό και στη γη οι νύμφες της γονιμοποιού υγρασίας, οι πηγές και οι ποταμοί, οι τροφοί της φύσης. Στα αρχαία κείμενα οι Υάδες αναφέρονται σαν βροχερά άστρα, τα οποία δημιουργούν θύελλες, υγρασία και«υετόν», γιατί η θέση τους σε σχέση με τον Ήλιο επιδρούσε στον καιρό…
Μερικοί, μάλιστα, υποθέτουν, ότι η ονομασία προέρχεται από τις λέξεις «ύειν» και «υετός», που σημαίνουν«βρέχει» και «βροχή».
Έτσι ο Οβίδιος αναφέρει: δηλαδή «Οι Υάδες υπό των Ελλήνων από τις βροχές ονομάστηκαν» και στην «Αινειάδα» ο Βιργίλιος «και τις βροχερές Υάδες».
Και όπως η μητέρα του Διόνυσου, Σεμέλη, αποκαλούνταν και Ὕη, έτσι και αυτές ονομάστηκαν Υάδες.
Θεωρούνταν κόρες του Τιτάνα Άτλαντα και μιας Ωκεανίδας, της Αίθρας ή της Πλειόνης ενώ ο Υγίνοςδίνει και την πιθανότητα να ήταν κόρες του Ύαντα και της Βοιωτίας. Είχαν και ένα θνητό πατέρα που ανάλογα με τα τοπικά συμφέροντα ήταν ο βασιλιάς της Κρήτης Μελισσέας, ο Ερεχθέας (αθηναϊκή εκδοχή), ο Κάδμος (θηβαϊκή εκδοχή).
Ο αριθμός τους δεν είναι σταθερός το ίδιο και τα ονόματά τους . Τα ονόματα των Υάδων ποικίλλουν στους διάφορους μυθογράφους. Η επικρατέστερη ίσως εκδοχή θέλει τα ονόματά τους να είναι τα εξής:
(Φ)Αισύλη, Κορωνίδα, Κλέεια, Φαιώ, Ευδώρη(α), Αμβροσία, Διώνη, Πολυξώ, Κισσηίδα, Νύσα, Ερατώ, Εριφία, Βρομίη, Αρσινόη, Πεδίλη, Φυτώ, Θυώνη, Προδίκη, Φάολα.
Οι Υάδες είναι συνδεδεμένες με τον Διόνυσο και την ανατροφή του: «και ο Ερμής πήρε το παιδί και το έφερε στις Νύμφες που κατοικούσαν στη Νύσα της Μικράς Ασίας.»
Οι μύθοι παραδίδουν ότι Νύμφες παρίστανται στη γέννηση του Διόνυσου και ότι ο Ερμής παραδίδει στιςκουροτρόφους Νύμφες της κισσοστεφανωμένης Νύσσας τον Διόνυσο. Σύμφωνα με ύστερες μαρτυρίες (Υγίνος, Σχόλια του Σέρβιου στον Βιργίλιο, Διόδωρος Σικελιώτης), η Νύμφη Νύσα μεγάλωσε τον μικρό Διόνυσο πάνω στο ομώνυμο βουνό. Από φόβο προς την Ήρα οι Υάδες εμπιστεύτηκαν το μωρό στη θεία του Ινώ, την αδελφή της Σεμέλης, άλλη θυγατέρα του Κάδμου· αυτές κατέφυγαν στη γιαγιά τους, την Τηθύ.Εκεί ο Δίας τις μεταμόρφωσε σε αστερισμό, αφού πρώτα η Μήδεια τις έκανε να ξανανιώσουν.
Παραδίδεται ακόμη ότι η μεταμόρφωση συντελείται, όταν ο βασιλιάς Λυκούργος της Θράκης κυνήγησε τις τροφούς μέχρι τη θάλασσα· τότε ο Δίας τις λυπήθηκε και τις μεταμόρφωσε.
Ενίοτε η μεταμόρφωσή τους αποδίδεται στη θλίψη τους για τον χαμό του αδελφού τους Ύαντα από τσίμπημα φιδιού, από λιοντάρι ή αγριογούρουνο· αυτό τις οδήγησε στην αυτοκτονία. Μετά τον θάνατο τουΎαντα οι Υάδες άρχισαν να κλαίνε από τη λύπη τους ασταμάτητα (μια μυθολογική αιτιολόγηση για το «κλάμα» της βροχής). Τότε οι θεοί τις λυπήθηκαν και τις μεταμόρφωσαν σε αστέρια.
Άλλη εκδοχή είναι ότι έγιναν αστέρια από τον Δία σε ανταμοιβή για το έργο τους να αναθρέψουν έναν Θεό.
Η εμφάνισή τους στο ουράνιο στερέωμα, πολύ κοντά στις αδελφές τους Πλειάδες, συνέπιπτε με την εποχή των βροχών της άνοιξης. Στη λήξη των Ελευσινίων οι μύστες άδειαζαν δυο κρατήρες, προφανώς γεμάτους με νερό, τον ένα στην Ανατολή και τον άλλον στη Δύση, φωνάζοντας προς τον ουρανό ὕει, δηλαδή βρέξε, και προς τη γη κύε, δηλαδή σύλλαβε. Επομένως, δεν αποκλείεται οι απεικονίσεις δύο μόνο Υάδων, όσες ήταν αρχικά, που αδειάζουν δύο κρατήρες με νερό, για να σβήσουν τη φωτιά που έβαλε ο Αμφιτρύωνας ή ο Αντήνορας για να κάψει την Αλκμήνη, πέρα από το να αφηγούνται εικαστικά τον σχετικό μύθο, μπορεί να παραπέμπουν και στο τελετουργικό της επίκλησης προς τον θεό των καιρικών φαινομένων Δία να στείλει βροχή και να γονιμοποιήσει την καμένη από το κρύο ή τη ζέστη γη, που εδώ προσωποποιείται στη μορφή της Αλκμήνης.
Σε όλα τα αρχαία ελληνικά κείμενα, επίσης, αναφέρονται οι Υάδες, σε μυθολογικό επίπεδο.