Back to top

Ιωάννης Πολέμης: Ο λησμονημένος ποιητής

28/05/2019 - 10:58

«Μετρίου αναστήματος, ολίγον τι αδύνατος, πολύ ωχρός, με ξανθίζον γένειον, με καστανούς γλυκούς οφθαλμούς, αποπνέει λεπτοτάτην τρυφερότητα». Έτσι περιγράφει ο Μποέμ (Δ. χατζόπουλος) τον ποιητή στη συνέντευξή του στο Άστυ (26 Μαρτίου 1893). Και για την καταγωγή του: «Εκ πατρός Ανδριώτης και εκ μητρός Αθηναίος». Από μικρή ηλικία έστελνε ποιήματα στον «Εθνοφύλακα» και περίμενε με αγωνία τη δημοσίευσή τους. Το πρώτο κείμενο που υπογράφει με το όνομά του είναι ένα πεζό με τίτλο «Ρέα Κυβέλη» στο περιοδικό «Μούσαι» το 1879.

Είναι μόλις 23 χρόνων στην πρώτη του απαγγελία στον Παρνασσό. Τον Αύγουστο του 1888 αναχωρεί για το Παρίσι με υποτροφία του Δήμου Αθηναίων. Από κει στέλνει συχνά συνεργασίες του σε εφημερίδες και περιοδικά της Αθήνας. Στο Παρίσι συνδέεται στενά με τον Εμίλ Λεγκράν, το μαρκήσιο Σαιντ Ιλλαίρ, τον Γιάννη Ψυχάρη, τον Ερνέστο Ρενάν και το Φρανσουά Κοππέ. Ευρισκόμενος ακόμα στο Παρίσι συμμετέχει στο Φιλαδέλφειο διαγωνισμό, στον οποίο και βραβεύεται-από κοινού με τον Κ. Παλαμά- για την ποιητική σύνθεση «Χρυσή και Φλώρος» το 1889.

Επιστρέφει στην Αθήνα το 1890 μετά από διετή παραμονή και μερικούς μήνες αργότερα αναλαμβάνει-μαζί με τον Ν. Γ. Ιγγλέση,–τη διεύθυνση του περιοδικού «Αττικόν Μουσείον». Συχνή είναι η παρουσία του στη δημόσια ζωή με απαγγελίες ποιημάτων σε εθνικές γιορτές ή άλλες εκδηλώσεις. Υπηρέτησε επίσης σε διάφορες δημόσιες θέσεις, βραχύβιες ως επί το πλείστον, όπως «υπογραμματεύς» στο Πανεπιστήμιο και «γραμματεύς» στην Εθνική Πινακοθήκη.

Το 1895 η Φιλαρμονική Εταιρεία του ανέθεσε να συνθέσει ένα ποίημα για τους Ολυμπιακούς αγώνες, τη μελοποίηση του οποίου ανέλαβε ο Δ. Λαυράγκας. Η πολύστιχη ποιητική αυτή σύνθεση με τον τίτλο «Πένταθλον» απέσπασε ευμενείς κριτικές και έγινε δεκτή με ενθουσιασμό, όπως μαρτυρούν δημοσιεύματα της εποχής. Η πολιτεία, αναγνωρίζοντας την πνευματική του προσφορά, τον τιμά και του απονέμει τον Αργυρούν Σταυρόν του Σωτήρος (1917) . Την επόμενη χρονιά τιμάται με το Αριστείο της νεοσύστατης Ακαδημίας για τα «Σπασμένα Μάρμαρα» αλλά και για το σύνολο του έργου του.

Ο ποιητής πέθανε στις 28 Μαΐου του 1924, μετά από βραχύχρονη νοσηλεία σε κλινική. Καθώς δεν είχε αποκτήσει οικογένεια, ζούσε μαζί με την αδελφή του Τερέζα. «Σεμνή και επιβλητική, εγένετο δημοσία δαπάνη η κηδεία του Ι. Πολέμη από του ιερού ναού Αγίου Γεωργίου Καρύτση εν μέσω ασφυκτικής συρροής. Την κηδείαν παρηκολούθησεν όλος ο κόσμος των γραμμάτων και των τεχνών, καθώς και ο Υπουργός Παιδείας κ. Λυμπερόπουλος. Κατετέθησαν πλείστοι στέφανοι εκ μέρους των φίλων του μεταστάντος, οίτινες και αποχαιρέτισαν αυτόν διά θερμοτάτων εκφράσεων»(από τον τύπο της επόμενης μέρας )

Το Μάιο του 1936 στήθηκε στο Ζάππειο η προτομή του, κατόπιν εράνου που είχε προκηρύξει η Διάπλαση των Παίδων. Στα αποκαλυπτήρια παρέστη ο υπουργός Παιδείας Κ. Λούβαρης, άνθρωποι των γραμμάτων και των Τεχνών. Λόγο εκφώνησε ο Πρόεδρος του «Παρνασσού» Ιπ. Καραβίας.

Ο Ι.Π. υπήρξε πολυγραφότατος. Δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι σχεδόν δεν υπάρχει εφημερίδα, περιοδικό ή ημερολόγιο της περιόδου 1880-1924 που να μην περιλαμβάνει ποιήματά του. Τακτική συνεργασία ξεκινάει με το «Ραμπαγά», τον «Ασμοδαίο», το «Άστυ» και την «Εστία». Πολλές ακόμη συνεργασίες με : Ποικίλη Στοά, Αττικόν Μουσείον, Η Πινακοθήκη, Σκριπ, Εμπρός, Εθνική Αγωγή, Η Μελέτη, Τα Ολύμπια, Διάπλασις των Παίδων, Τα Παναθήναια, Εβδομάς, Νέα Ζωή (Αλεξάνδρεια) Κλειώ(Λειψία) Νεολόγος (Κων/πολη), Αθήναι, Εφημερίς των Συζητήσεων, Ακρόπολις κ.α.

Οι ποιητικές του συλλογές : Ποιήματα (1883), Χειμώνανθοι (1888), Αλάβαστρα (1901), Κειμήλια (1904), Πρώτα Βήματα- μια συλλογή με παιδικά ποιήματα (1904), Εξωτικά (1905), Παληό βιολί (1909), Λύρα -Ανθολογία της νεωτέρας ελληνικής ποιήσεως(1910), Σπασμένα Μάρμαρα (1917), Ειρηνικά (1919), Εσπερινός (1922).

Κάτι που είναι ελάχιστα γνωστό για τον Πολέμη είναι ότι έγραψε και αρκετά πεζά, τα οποία καλύπτουν ένα μεγάλο εύρος. Υπάρχουν διηγήματα, επιστολές και κριτικά κείμενα για ποίηση, ζωγραφική, θεατρικά έργα.

Ένα σημαντικό κομμάτι της δημιουργίας του Πολέμη είναι η ενασχόλησή του με το θέατρο και κυρίως η συγγραφή θεατρικών έργων. Το πρώτο του έργο σε ηλικία μόλις 24 ετών είναι το μονόπρακτο «Πρόκρις», το οποίο ανέβηκε στο θέατρο «Ολύμπια» τον Αύγουστο του 1886. Ακολουθεί « Ο τραγουδιστής» (1893), «λυρικόν δραμάτιον, με ωραίους τρυφερούς στίχους». Νέο έργο το «Όνειρον» (1899), «γλυκύ και αβρόν σκηνικόν ποίημα, μ’ απλουστάτην πλοκήν αλλά μ΄εκτάκτως ωραίους στίχους». Την επόμενη χρονιά ο ποιητής «ταράζει τα νερά» με το «Εικόνισμα»(1900). Το 1901 έγραψε ένα ακόμη θεατρικό με τίτλο «Καλιγούλας», για το οποίο πολύ λίγες πληροφορίες υπάρχουν, καθώς το χειρόγραφο χάθηκε. Ακολουθεί το «Στην άκρη του κρημνού» (1902) και στη συνέχεια «Το μαγεμμένο ποτήρι» (1903). Επόμενο έργο του ποιητή –με λατινικό τίτλο- το «Tu Vincas» τον Αύγουστο του 1906. Την υπόθεση και αποσπάσματα του έργου συναντάμε σε πρωτοσέλιδα των εφημερίδων της εποχής. Η παράστασή του δόθηκε στο «Παλαιό Βαριετέ» με τη Μαρίκα Κοτοπούλη στο ρόλο της Ιωαννίνας. Στη συνέχεια «Ο πτωχοπρόδρομος» (1908) βασισμένο σε ένα βυζαντινό κείμενο «δυσεύρετο, οφειλόμενο εις την αφοσιωμένην ανιχνευτικήν εργασίαν του γνωστού γάλλου νεοελληνιστού κ.Λεγκράν». Ελλιπείς είναι οι πληροφορίες που έχουμε για το επόμενο έργο του ποιητή «Ο Καστελάνος» (1909). Ακολουθεί «Ο Βασιλιάς Ανήλιαγος», το οποίο αφιέρωσε στον Αγγελο Βλάχο (1910). Νέο θεατρικό έργο «Η Γυναίκα» (1911) έμμετρη κωμωδία, στηριγμένη σε έναν αραβικό μύθο. Λίγο αργότερα η «Φρύνη» (1912), «Μια νύκτα με φεγγάρι» (1918) και «Γέλιμερ» (1919).

Ο Πολέμης είναι ρομαντικός με την αστική σημασία του όρου. Το φανερώνει πιο πολύ ο κύκλος των θεμάτων από τη βυζαντινή παράδοση, όπως διαμορφώθηκε στη φαντασία και στην αντίληψη του λαού αλλά και η κοινωνία της εποχής με τα λευκώματα και τα ημερολόγια αντανακλάται στο έργο του. Η φύση επίσης υπάρχει περισσότερο ως πλαίσιο. Αλλά και θέματα πατριωτικά, θρησκευτικά, παιδαγωγικά τον εμπνέουν με αφορμή συχνά επίκαιρα περιστατικά. Από άποψη μορφής ο Πολέμης είναι κυρίως λυρικός ποιητής αλλά και επικολυρικός με ανάπτυξη θεμάτων σε μπαλάντες ή αφηγηματικά ποιήματα, και άλλοτε γνωμικός με σύντομα επιγραμματικά ποιήματα, ή με αλληγορική ανάπτυξη μύθων, όπου προσωποποιούνται ακόμα και οι αφηρημένες έννοιες. Η ποιητική του έκφραση είναι γενικά χωρίς πρωτοτυπία. Χαμηλόφωνη, τρυφερή, μελαγχολική και συχνά ελεγειακή, αφήνει να διαφανεί η στιχουργική ευχέρεια του ποιητή.

Μία ολοκληρωμένη αποτίμηση του ποιητή μάς δίνει ο Πέτρος Χάρης με άρθρο του στην «Ελευθερία» (15-3-1962) με τίτλο «Τα 100 χρόνια του Πολέμη» : «Το 1862 γεννήθηκε στην Αθήνα ένας από τους πιο γνωστούς, από τους πιο αγαπημένους, από τους πιο δημοφιλείς λογοτέχνες: ο Ιωάννης Πολέμης, ο ποιητής κι ο θεατρικός συγγραφέας. Κι ενώ η σημερινή γενεά έχει ίσως ακούσει μόνο το όνομά του, οι παλαιότεροι εκράτησαν αρκετούς στίχους στα χείλη των και δεν είναι λίγοι και οι στίχοι του που μελοποιήθηκαν, που τραγουδήθηκαν από το λαό και με τον καιρό έγιναν ανώνυμοι. Κι αν τα ποιήματα αυτά δεν αντέχουν στις σημερινές απαιτήσεις, αξιομνημόνευτη είναι ωστόσο η προσχώρησή του στο κίνημα του δημοτικισμού μαζί με Παλαμά, Δροσίνη, Καμπά.

Το να θυμηθούμε σήμερα τον Ιωάννη Πολέμη, τον λησμονημένο ποιητή του «Παλιού Βιολιού» και των «Σπασμένων Μαρμάρων» και πολλών άλλων ποιητικών συλλογών του, αποτελεί πράξη δικαιοσύνης και αναγνώρισης της μικρής έστω συμβολής του στον πολιτισμό του τόπου μας. Ο Πολέμης στάθηκε ένας ταπεινός και σεμνός εργάτης του στίχου, που συνέβαλε θετικά στη διαμόρφωση της ποιητικής μας παράδοσης, ένας πνευματικός μας πρόγονος. Ο Πολέμης αγαπήθηκε και συγκίνησε πολύ κόσμο στην εποχή του, ανθρώπινα αισθήματα εξέφρασε, τραγούδησε ανθρώπινους καημούς, πόνους και πόθους και κατατρεγμούς.

Φυσικά για την εποχή μας είναι λησμονημένος αλλά στην εποχή του ήταν από τους δημοφιλέστερους ποιητές του καιρού του. Ο Πολέμης ως ποιητής υπήρξε ένας απαλός και σεμνός τραγουδιστής, που σε όλη του τη ζωή θέλησε να κλείσει μέσα στα ποιήματά του τα απλά αισθήματα των απλών ανθρώπων, να υμνήσει την πατρίδα, τον έρωτα, τις ηθικές επιταγές και θρησκευτικές παραδόσεις του λαού μας, με μια απλή και στρωτή στιχουργία, και σε μια γλώσσα επίσης φυσική και ανεπιτήδευτη, αλλά πολλές φορές άτονη και άνευρη που συνέβαλε όμως στην καλλιέργεια κι επιβολή της δημοτικής.

Αλλά είναι και κάτι ακόμα που συνέτεινε στην ευρύτερη απήχηση της ποίησης του Ιωάννη Πολέμη. Ήταν η ρομαντική διάθεση που χαρακτήριζε την ποίησή του. Υπήρξε ο ποιητής που εξέφραζε με τον καλύτερο τρόπο το ρομαντικό κλίμα της εποχής του. Τέτοιοι άνθρωποι, τέτοιοι ποιητές σαν τον Πολέμη, ήταν φυσικό να ζήσουν και να μιλήσουν άτονα, αν θέλετε διακριτικά. Αλλά και να θερμάνουν με το λόγο τους και με την όποια ευαισθησία τους μια ολόκληρη εποχή. Και αυτή ακριβώς υπήρξε η προσφορά του».

*Όλα τα στοιχεία προέρχονται από ανέκδοτη μελέτη της Μαργαρίτας Μανώλη για τη ζωή και το έργο του ποιητή.

artinews.gr