Back to top

Η Ναζιστική Γερμανική πολιτική έναντι της Ελλάδος πριν την 28η Οκτωβρίου 1940

29/10/2017 - 11:20

Η επίσημη εξωτερική πολιτική που είχε ακολουθήσει η Ελλάδα μετά την έναρξη του Β΄ παγκοσμίου πολέμου ήταν αυστηρή ουδετερότητα έναντι των δύο εμπόλεμων παρατάξεων.

Σε μια προσπάθεια να υποστηρίξει την πολιτική του αυτή, ο Ιωάννης Μεταξάς είχε αυξήσει τις εμπορικές συναλλαγές με την ναζιστική Γερμανία, ενώ είχε επιτρέψει την προβολή προπαγανδιστικού κινηματογραφικού υλικού υπέρ των απόψεων της Γερμανίας στην Αθήνα. Οι επιφανειακές αυτές κινήσεις καλής θέλησης δεν είχαν ξεγελάσει την ανώτατη Γερμανική πολιτική ηγεσία που όπως φαίνεται από τις απόρρητες διπλωματικές εκθέσεις, γνώριζε πολύ καλά ότι η Ελλάδα ήταν απολύτως προσανατολισμένη προς την Αγγλία.

Ο προσανατολισμός της Ελλάδας υπέρ της Αγγλίας ήταν αποτέλεσμα των απόψεων του Βασιλιά Γεώργιου Β΄, ο οποίος είχε περάσει τα χρόνια του ως έκπτωτος στην Αγγλία και είχε ισχυρότατους δεσμούς με την εκεί πολιτική και πολιτειακή ανώτατη ηγεσία. Ο Ιωάννης Μεταξάς γνώριζε τους δεσμούς αυτούς, ενώ από εγγραφές στο ημερολόγιο του φαίνεται πως είχε καταλάβει ότι για την σταθεροποίηση του στην εξουσία, είχε ανάγκη την στήριξη του Αγγλικού παράγοντα. Ταυτόχρονα ο Μεταξάς παρά την ιδεολογική του συγγένεια με τα 

Μεταξάς, Γεώργιος και Παπάγος με Βρετανούς αξιωματούχους

φασιστικά καθεστώτα της Ιταλίας και της Γερμανίας αναγνώριζε πως η Ελλάδα ως παραθαλάσσιο κράτος δεν είχε άλλη επιλογή παρά την συμμαχία της με την Αγγλία. Η στενή αυτή πολιτική σχέση των δύο χωρών είχε επισφραγιστεί με την εγγύηση που έδωσε 2 φορές η Αγγλία για την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδος μέσα στο 1939, αλλά και από την συμφωνία των Άγγλων με τον Έλληνα επιχειρηματία Μποδοσάκη για την αγορά πολεμικού υλικού. 

 

Η θέση της Ελλάδας έγινε πολύ δύσκολη όταν η Ιταλία κήρυξε τον πόλεμο στην Αγγλία και στην Γαλλία στις 10 Ιουνίου του 1940 καταλαμβάνοντας χωρίς μάχη την Αλβανία και ξεκινώντας μια σειρά ασήμαντων μεθοριακών επεισοδίων σκοπίμως σκηνοθετημένων (επεισόδιο Νταούτ Χότζα) που δυναμίτιζε το κλίμα ανάμεσα στις δύο χώρες. Τα επεισόδια αυτά σε συνδυασμό με την συνεχή ενίσχυση των Ιταλικών δυνάμεων στην Αλβανία ανησύχησαν τους Γερμανούς που όπως φαίνεται δεν επιθυμούσαν σε καμία περίπτωση πολεμική εμπλοκή στα Βαλκάνια. Η "φιλλεληνική" αυτή πολιτική του Χίτλερ δεν υπαγορευόταν από τον 

Ρίμπεντροπ - Χίτλερ

αδιαμφισβήτητο θαυμασμό του προς την Αρχαία Ελλάδα, η την γενικότερη συμπάθεια των Γερμανών προς την φυλετική καταγωγή των Ελλήνων, αλλά από την πολιτική και στρατιωτική κατάσταση που επικρατούσε την συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Αρχικώς ο Χίτλερ ανάγκασε τον Μουσσολίνι να δηλώσει επίσημα ότι δεν είχε επεκτατικές βλέψεις στα Βαλκάνια. Στις 7 Ιουλιου 1940 στο Βερολίνο, ο ίδιος ο Χίτλερ τόνισε στον Τσιάνο πως κάθε επέκταση του πολέμου στα Βαλκάνια θα έβλαπτε τα συμφέροντα του Άξονα, καθώς επίθεση κατά της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας θα έβαζε σε κίνδυνο τις πολύτιμες Ρουμανικές πετρελαιοπηγές στο Πλοέστι.

Είναι επίσης σίγουρο πως οι Γερμανοί ιθύνοντες δεν έτρεφαν αυταπάτες για τους προσανατολισμούς της Ελλάδας την οποία κατέτασσαν στις "εχθρικά διακείμενες χώρες". Έτσι σε ένα μεταπολεμικό Γερμανικό σχεδιασμό της νέας τάξης πραγμάτων, η Μεσόγειος θεωρούταν ως περιοχή αποκλειστικής Ιταλικής επιρροής. Εκείνη την στιγμή πάντως επεδίωκαν την αποφυγή εμπλοκής στα Βαλκάνια. Έτσι όταν στις 9 Αυγούστου οι Ιταλοί ξεκίνησαν να σχεδιάζουν την επίθεση κατά της Ελλάδας και ζήτησαν την βοήθεια Γερμανών στρατιωτικών, ο Χίτλερ απαγόρευσε την συνεργασία των δύο επιτελείων. Μετά τον προκλητικό και άνανδρο τορπιλισμό της "Έλλης", ο υπουργός εξωτερικών της Γερμανίας Ρίμπεντροπ επανέλαβε σε διάβημα του προς τους Ιταλούς (Αλφιέρι) στις 19 Αυγούστου, πως πρέπει να διατηρηθεί η ειρήνη στα Βαλκάνια πάση θυσία κάτι που επανέλαβε και ο υφυπουργός του Βέρμαν στις 24 Αυγούστου στον Ιταλό επιτετραμένο στο Βερολίνο Τζαμπόνι.

 

Στους δύο μήνες που ακολούθησαν (Σεπτέμβριος - Οκτώβριος) , οι Ιταλοί προσπαθούσαν εμμέσως να αποσπάσουν μια Γερμανική συγκατάθεση για ελεύθερη δράση στα Βαλκάνια, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Από την άλλη πλευρά, οι Γερμανοί λάμβαναν συνεχώς ενδείξεις για την επικείμενη Ιταλική επίθεση, αλλά εκτός από χλιαρές φραστικές παραστάσεις δεν λάμβαναν κάποια 

 
Χίτλερ Μουσολίνι το 1943αποφασιστική πρωτοβουλία για να παρεμποδίσουν τις εξελίξεις. Η πυρετώδης Ελληνική προσπάθεια στους δύο αυτούς μήνες εκδηλώθηκε με τις συνεχείς παραστάσεις του Έλληνα πρέσβη στην Γερμανία Ραγκαβή, αλλά και με την ειδική αποστολή του διευθυντή του Υπουργείου Εξωτερικών Κύρου στην Γερμανία.  Και οι δύο Έλληνες αξιωματούχοι μετέφεραν τις θέσεις του Μεταξά και της Ελληνικής κυβέρνησης στους Γερμανούς για την απόλυτη Ελληνική ουδετερότητα που είχε τηρηθεί ως τότε, και για τις συνεχείς Ιταλικές ενοχλήσεις και προκλήσεις που έδειχναν ξεκάθαρα τις Ιταλικές διαθέσεις. Οι Γερμανοί ιθύνοντες (Ρίμπεντροπ, Βέρμαν) σιωπούσαν είτε αποφεύγοντας να απαντήσουν, είτε υπογραμμίζοντας ότι η Ελληνική ουδετερότητα ήταν επιφανειακή και η Ελλάδα βρισκόταν στο πλευρό της Αγγλίας.

Το νέο του Ιταλικής επίθεσης κατά της Ελλάδας έφτασε στον Χίτλερ όταν βρισκόταν κοντά στην Μπολόνια καθ΄οδόν προς την Φλωρεντία. Η Ιταλική πρωτοβουλία εξαγρίωσε τον Χίτλερ ο οποίος αφού είπε πως οι καιρικές συνθήκες θα αποτελούσαν μεγάλο εμπόδιο για την Ιταλική επίθεση, καταφέρθηκε κατά των Γερμανών αξιωματούχων στην Ιταλία κατηγορώντας τους ότι "ενώ ήξεραν τα καλύτερα εστιατόρια της Ρώμης, ήταν οι χειρότεροι κατάσκοποι". Μετά κατηγόρησε τους Ιταλούς για διπλοπροσωπία φωνάζοντας "κάθε δεύτερος Ιταλός είναι είτε προδότης είτε χαφιές".

Η αμαξοστοιχία του Χίτλερ έφτασε στις 10 το πρωί στην σημαιοστολισμένη Φλωρεντία. Ο Μουσολίνι υποδέχθηκε τον Χίτλερ θριαμβολογώντας για την "επιτυχία" του. Ο Χίτλερ συγκρατήθηκε και τον συνεχάρη, αλλά στο ταξίδι της επιστροφής μιλώντας προς τους επιτελείς του χαρακτήρισε την ιταλική εισβολή ως "επικίνδυνο εγχείρημα που θα κατέληγε σε σίγουρη πανωλεθρία".