Μετά την επανάσταση του 1821 και συγκεκριμένα στα 1830 έως 1835 οι πειρατές οργώνουν το Αιγαίο. Η Σκόπελος γίνεται πολλές φορές στόχος των πειρατών μιας και η τοπική οικονομία ανθεί με το εμπόριο του περίφημου πεπαρήθιου οίνου και άλλων αγαθών, αλλά και γιατί η γειτονική Σκιάθος γίνεται ορμητήριο των πειρατών οι οποίοι προσορμίζονται πολλές φορές στα ακρογιάλια της Σκοπέλου για πλιάτσικο.
Οι δημογέροντες του νησιού θέλοντας να απαλύνουν τον πόνο και την αγανάκτηση των κατοίκων στέλνουν επιστολή στον Μιαούλη, ο οποίος με εντολή του κυβερνήτη Καποδίστρια έχει αναλάβει να εκδιώξει τα πειρατικά σκάφη από τα ελληνικά νησιά, και του προσφέρουν πολλές βαρέλες κρασί για τα πληρώματα του, προκειμένου να κυνηγήσει τους πειρατές μακριά από τη Σκόπελο.
Σύμφωνα με την απογραφή της ναυτικής δύναμης το 1764 επί συνόλου 615 εμπορικών πλοίων τα σκοπελίτικα σκάφη ήταν 35 χωρητικότητας 6.300 τόνων. Με πλήρωμα 525 άνδρες και 140 πυροβόλα.
Η εμπορική και ναυτική δραστηριότητα των σκοπελιτών επεκτείνεται μέχρι τα παράλια της Μαύρης θάλασσας σε λιμάνια όπως την Οδησσό, την Τραπεζούντα, την Κολχίδα, το Νυμφαίο και την Ολβία.
Την ακμή της ναυτιλίας ακολούθησε η ανάπτυξη της ναυπηγικής τέχνης. Τις γνώσεις τους οι αρχιναυπηγοί της Σκοπέλου τις πήραν από τα ναυπηγεία της Σύρου, του Πειραιά, του Γαλαξιδιού και της Βλαχίας.
Σταδιακά δημιουργήθηκαν στο νησί ναυπηγεία σε πολλές θέσεις, στον Αγνώντα, στο Γλυστέρι, στον Πάνορμο, στο Λουτράκι και στη χώρα της Σκοπέλου.
Χαρακτηριστικά από το 1843 ω το 1858 η Σκόπελος έρχεται 5η σε παραγωγή πλοίων, μετά τη Σύρο, τις Σπέτσες, το Γαλαξίδι και τη Σκιάθο.
Για να γίνει ένα καράβι μεγάλο χρειάζονται 5000 μεροκάματα. Όλες οι εργασίες γίνονταν με το χέρι. Όλα τα εργαλεία ήταν χειροκίνητα. Πολλές φορές εργάζονταν δέκα δεκαπέντε μάστορες για να ολοκληρωθεί το πλοίο. Η διάρκεια των εργασιών πολλές φορές έφτανε τα δύο χρόνια.
Για να σκαρωθεί, λοιπόν, ένα πλοίο απαραίτητο ήταν να έλθουν σε συνεννόηση κάποιες ομάδες επαγγελματιών και ν αποφασίσουν. Έτσι ο μέλλων πλοιοκτήτης έβρισκε τον πρωτομάστορα ( ναυπηγό), εκείνος στη συνέχεια έβρισκε τους μαραγκούς, τους πριγιονάδες, τους καλαφάτες, αλλὰ και τους γύφτους- τους σιδεράδες δηλ.- που θα του «έκοβαν» το καρφί .
Κοντὰ σ᾿ αυτοὺς συγκαταλέγονται κι οι προμηθευτὲς του κερεστέ ή της ξυλικής, των απαραίτητων, δηλαδή, ξύλων για τη ναυπήγηση.
Τέλος, μέσα στα χρειαζούμενα για την πλήρη ετοιμασία ενός πλοίου είναι και τα λεγόμενα «γαρλιμέντα», αλλὰ και τα σχοινιά. Σχοινιά φέρνανε από τη Ρωσία καί από την Ρουμανία.
Απαραίτητο τμήμα της κατασκευής ήταν και το ακρόπρωρο. Σκαλιστό ομοίωμα θεού, γοργόνας η άλλη γυναικεία μορφή.
Τα ζητούσαν οι καπεταναίοι για να τρομάζουν τα στοιχειά της θάλασσας και να έχει το πλοίο καλά ταξίδια.
Όπως μας πληροφορούν οι πηγές, τη μέρα της καθέλκυσης γινόταν μεγάλη γιορτή. Έψηναν στις σούβλες τραγουδούσαν και χόρευαν όλoι όσοι εργάστηκαν για την κατασκευή του πλοίου με τις οικογένειές τους.
Το κείμενο αποτελεί μέρος της εισήγησης με τίτλο «Η ζωή στους ταρσανάδες» του κ. Κων/νου Σύρου Προέδρου του Κέντρου Μελετών Νήσου Σκοπέλου, η οποία εκφωνήθηκε στις 25 Νοεμβρίου 2018 στη Σκόπελο, στα πλαίσια σχετικής εκδήλωσης για τη ναυπηγική τέχνη στη Σκόπελο.