Συμπληρώνονται αυτές τις μέρες, 22 χρόνια από την κρίση στα Ίμια. Μια κρίση που λίγο έλειψε να οδηγήσει σε πολεμική αναμέτρηση Ελλάδα και Τουρκία.
Δεν θα αναφερθούμε σήμερα εκτενώς, σε όσα διαδραματίστηκαν το βράδυ της 30ης προς 31η Ιανουαρίου 1996. Άλλωστε οι περισσότεροι από τους πρωταγωνιστές των γεγονότων, είναι ακόμα εν ζωή και σίγουρα γνωρίζουν πολύ περισσότερα από εμάς. Κάποιοι έχουν δώσει συνεντεύξεις και έχουν προβεί σε αποκαλύψεις.
Υπάρχουν ωστόσο, πολλά σκοτεινά σημεία ακόμα.
Εμείς θα αναφερθούμε στο χρονικό της κρίσης.
Πώς φθάσαμε από ένα, φαινομενικά, "συνηθισμένο" ναυάγιο ενός τουρκικού πλοίου στα Ίμια, τα Χριστούγεννα του 1995, σε οριακές καταστάσεις μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και τον άδικο χαμό τριών αξιωματικών μας.
Η προσάραξη στα Ίμια του "Figen Akat"
Το βράδυ των Χριστουγέννων του 1995, το τουρκικό εμπορικό πλοίο "Figen Akat", προσάραξε στην Ανατολική Ίμια. Έγιναν προσπάθειες από τουρκικές μηχανότρατες και τη μεταφορά φορτίου από τη μία πλευρά στην άλλη για να αποκολληθεί, χωρίς αποτέλεσμα. Το πρωί, το Λιμενικό της Καλύμνου ενημερώνει το, τότε ΥΕΝ, και ζητά οδηγίες.
Ο Τούρκος πλοίαρχος δεν δέχεται να ρυμουλκηθεί από ελληνικά σκάφη.
Ακολουθεί μια σειρά επαφών ανάμεσα στα Υπουργεία Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας. Ο πρεσβευτής μας στην Άγκυρα Δ. Νεζερίτης, αναλαμβάνει να διευθετήσει το θέμα με το τουρκικό ΥΠΕΞ.
Τελικά, στις 28/12/1995, ελληνικό ρυμουλκό, αποκόλλησε το "Figen Akat" και το οδήγησε στην απέναντι ακτή, στο τουρκικό λιμάνι Κιουλούκ.
Στις 29/12/1995, το τουρκικό ΥΠΕΞ υποστήριξε με ρηματική διακοίνωση ότι οι βραχονησίδες Ίμια (Kardak στα τουρκικά), είναι εγγεγραμμένες στα κτηματολόγιο του χωριού Καράκαγια, της νομαρχίας Μπόντρουμ, της περιφέρειας Μούγκλα και, επομένως, είναι τουρκικές.
Παράλληλα, αμφισβητούσε το Πρωτόκολλο του 1932 που είχε υπογραφεί μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας, το οποίο χάραζε το θαλάσσιο όριο στο μέσο ακριβώς της απόστασης μεταξύ των βραχονησίδων Ίμια και της ακτής της Ανατολίας, με το αιτιολογικό ότι το πρωτόκολλο αυτό υπογράφτηκε κάτω από ιδιάζουσες συνθήκες, στα πρόθυρα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου (εφτά χρόνια πριν ξεσπάσει!) και ότι δεν κατατέθηκε στην Κοινωνία των Εθνών για επικύρωση!
Στις 9 Ιανουαρίου 1996, η Αθήνα απάντησε, απορρίπτοντας τους τουρκικούς ισχυρισμούς. Ανέφερε χαρακτηριστικά, ότι τα Ίμια παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα μαζί με όλα τα Δωδεκάνησα από τους Ιταλούς, σύμφωνα με τη Συνθήκη Ειρήνης του 1947. Η Αθήνα μάλιστα, προειδοποίησε την Άγκυρα, ότι θέτει ευθέως θέμα εδαφικών διεκδικήσεων σε βάρος της χώρας μας και πως οι ενέργειές της, θα έχουν σοβαρότατες, αρνητικές επιπτώσεις στις σχέσεις των δύο χωρών. Όσο για το πρωτόκολλο χάραξης του θαλάσσιου ορίου στο μέσο της απόστασης μεταξύ των Ιμίων και της απέναντι μικρασιατικής ακτής, η ελληνική απάντηση, ήταν ότι τα συμπληρωματικά πρωτόκολλα δεν χρήζουν επικύρωσης, σύμφωνα με το καταστατικό της ΚΤΕ.
Ας δούμε περισσότερα στοιχεία για την ιταλοτουρκική συμφωνία που αναφέραμε παραπάνω.
Αυτή υπογράφτηκε στις 4 Ιανουαρίου 1932, και καθόριζε τα σύνορα των Δωδεκανήσων με την Τουρκία.
Την ημέρα που υπογραφόταν η συμφωνία, ο Τούρκος υπουργός εξωτερικών Ρουσδή Αράς, ένας από τους πλέον επιφανείς πολιτικούς της γείτονος, έγραφε στον Ιταλό πρεσβευτή στην Άγκυρα:
"Η συνθήκη την οποία υπογράψαμε, έχοντας έτσι ρυθμίσει κατ' ευχήν την οροθέτηση των θαλασσίων συνόρων των νήσων και νησίδων του Αιγαίου, των οποίων υπήρξε μέχρι σήμερα αντικείμενο αμφισβητήσεως μεταξύ μας και έχοντας αποδεχθεί το γεγονός ότι ολόκληρη η απομένουσα θαλάσσια ιταλοτουρκική μεθόριος δεν αποτελεί αντικείμενο καμίας διαφοράς οποιασδήποτε φύσεως μεταξύ των δύο μερών, έχω την τιμήν να απευθύνω την πρόταση να προχωρήσετε αμέσως στη διαγράμμιση αυτού του τμήματος των συνόρων…".
Η διαγράμμιση των συνόρων (που έχει τελικά η θάλασσα…) έγινε τους επόμενους μήνες, πάνω στους χάρτες του Βρετανικού Ναυαρχείου. Η υπογραφή του σχετικού Πρωτοκόλλου, έγινε στην Άγκυρα, στις 28 Δεκεμβρίου 1932. Το Πρωτόκολλο υπόγραψαν εκ μέρους της Τουρκίας οι S.Saip, Ertugrul, M.Asim και Hayrettin και εκ μέρους της Ιταλίας, ο Roberto Soldati.
Το Πρωτόκολλο, επειδή θεωρήθηκε συμπλήρωμα της συμφωνίας, δεν χρειαζόταν να πρωτοκολληθεί στην ΚΤΕ (πρόδρομο του Ο.Η.Ε). Το γεγονός αυτό, επιβεβαιώνει σήμερα και η, τότε άμεσα εμπλεκόμενη , Ιταλία.
(Κώστας Φ. Τσαλαχούρης, "ΙΜΙΑ, Το Χρονικό της Χάραξης των Συνόρων της Δωδεκανήσου (1932 – 1947)")
Το Πρωτόκολλο, επισυνάφθηκε στη Συμφωνία, όπως έγινε και στις 9 Ιανουαρίου 1948, όπου τα κείμενα της Συμφωνίας και του Πρωτοκόλλου ενσωματωμένα μαζί με το κείμενο της Συνθήκης στη Διάσκεψη της Ειρήνης, έγιναν Νόμος του Ελληνικού Κράτους, με αριθμό 518.
Ειδικά, στην περιοχή των Ιμίων ή Λιμνιών, Μικρού και Μεγάλου ή Ίμιας ή Καρντάκ, όπως πέρασε στη συμφωνία του 1932 το σημείο 30 των συνόρων είναι ξεκάθαρο.
Διέρχεται από "το μέσον της γραμμής της ενούσης τας βραχονησίδας Καρντάκ με τη νησίδα Κάτο (Τουρκία)"(“A moitie distance entre Kardak(RKs) et Kato(Anatolie)”,σύμφωνα με το επίσημο κείμενο στα γαλλικά).
Το όνομα Καρντάκ, παρέμεινε γιατί έτσι αναφερόταν στον χάρτη 1056 του Βρετανικού Ναυαρχείου.
Φυσικά, δεκάδες νησιά, νησίδες κλπ., που παρέμειναν στην τουρκική πλευρά, αναφέρονται με ελληνικά ονόματα.
Ας επανέλθουμε στο χρονικό των όσων διαδραματίστηκαν στα Ίμια τον Ιανουάριο του 1996.
Στις 25 Ιανουαρίου, ο δήμαρχος Καλύμνου Δημήτρης Διακομιχάλης, συνοδευόμενος από τον Αστυνομικό Διευθυντή του νησιού, τον ιερέα και δύο κατοίκους της Καλύμνου, υψώνει σε μία από τις νησίδες Ίμια, την ελληνική σημαία. Να σημειώσουμε ότι από τις 19 Ιανουαρίου 1996, νέος πρωθυπουργός, μετά την παραίτηση του Ανδρέα Παπανδρέου για λόγους υγείας, είχε εκλεγεί από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ ο Κώστας Σημίτης.
Στις 27 Ιανουαρίου 1996, δύο δημοσιογράφοι της τουρκικής εφημερίδας "Χουριέτ", έφτασαν με ελικόπτερο στη Μεγάλη Ίμια, κατέβασαν την ελληνική σημαία και ύψωσαν την τουρκική. Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε πρόκληση από ελληνικής πλευράς και αποφασίστηκε η αλλαγή σημαίας από ελληνικό πολεμικό περιπολικό.
Στις 28 Ιανουαρίου 1996, το περιπολικό του Πολεμικού Ναυτικού "Αντωνίου", κατεβάζει την τουρκική σημαία και υψώνει την ελληνική. Παράλληλα, το ίδιο βράδυ, 14 επίλεκτοι άνδρες της Ομάδας Υποβρυχίων Καταστροφών, χωρισμένοι σε δύο τμήματα, αποβιβάστηκαν στη Μεγάλη Ίμια, χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τα παραπλέοντα τουρκικά σκάφη.
Ακολούθησαν εκατέρωθεν δηλώσεις, αμερικανική παρέμβαση, απόβαση Τούρκων κομάντος στη Δυτική Ίμια και η πτώση του ελικοπτέρου κοντά στα Ίμια, που είχε σαν αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους οι αξιωματικοί του Πολεμικού Ναυτικού Χρήστος Καραθανάσης, Έκτορας Γιαλοψός και Παναγιώτης Βλαχάκος.
Η απεμπλοκή από τα "επεισόδια" στα Ίμια, οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην παρέμβαση του Ρ. Χόλμπρουκ.
Η αμερικανική πλευρά, φαίνεται ότι καλλιεργούσε την άποψη πως τα Ίμια πρέπει να "μετατραπούν" σε "ουδέτερη ζώνη" (“buffer zone"), όπου καμία από τις δύο χώρες δεν θα είχε δικαίωμα πρόσβασης με οποιοδήποτε κρατικό μέσο.
Αλλά και η Ευρωπαϊκή Ένωση, κράτησε επαμφοτερίζουσα στάση. Η Ιταλία, που προήδρευε τότε της Ένωσης και που όφειλε ως εμπλεκόμενη έμμεσα στο θέμα των Ιμίων, να πάρει ξεκάθαρη θέση υπέρ της χώρας μας, μέσω της υπουργού Εξωτερικών κυρίας Ανιέλι, αρκέστηκε να δηλώσει: "Πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια για να αποφευχθεί η κλιμάκωση της έντασης".
Βέβαια, έξι χρόνια αργότερα, τον Ιούλιο του 2002, όταν οι Μαροκινοί κατέλαβαν την ακατοίκητη βραχονησίδα Περεχίλ (ισπανικά Perejil = μαϊντανός), αραβικά Λεϊλά, που απέχει 200 μέτρα από τις ακτές του Μαρόκου, 8 χλμ. από την ισπανική πόλη Θέουτα (θύλακας της Ισπανίας στη Βόρεια Αφρική, όπως και η πόλη Μελίγια)και 15 χλμ. από την Ισπανία, η Ευρωπαϊκή Ένωση, δια στόματος του τότε Προέδρου της Κομισιόν Ρομάνο Πρόντι, έπαιρνε ξεκάθαρη θέση: "Είναι δεδομένη η αλληλεγγύη μεταξύ των μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης" και πρόσθεσε ότι η διαφιλονικούμενη βραχονησίδα "αποτελεί τμήμα της ευρωπαϊκής επικράτειας και η Ε.Ε. ενδέχεται να επιβάλει κυρώσεις στο Μαρόκο αν δεν συμμορφωθεί προς τις ευρωπαϊκές συστάσεις".
Για την κρίση του 2002, μεταξύ Ισπανίας και Μαρόκου, υπάρχουν πολλά ενδιαφέροντα άρθρα στο διαδίκτυο, όπου καταδεικνύεται η διαφορά αντιμετώπισης Τουρκίας και Μαρόκου από τη διεθνή κοινότητα. Βέβαια, οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν και μια σοβαρή δικαιολογία. Είχαν άγνοια για τα όσα γίνονταν στα Ίμια και όταν τους αναζητούσε ο Ρ. Χόλμπρουκ, δεν κατάφερε, όπως ο ίδιος δήλωσε να μιλήσει με κανέναν επειδή όλοι κοιμούνταν!
Η τουρκική στάση στο θέμα του Αιγαίου διαχρονικά
Στις 17 Απριλίου 1936, ο επιτετραμμένος μας στην Άγκυρα Βατικιώτης, ζήτησε από τον Υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας Ρουσδή Αράς την οχύρωση, όχι μόνο της Λήμνου και της Σαμοθράκης, που ήταν αυτονόητη, αλλά και την οχύρωση και τον εξοπλισμό και άλλων νησιών, που υπάγονταν στη Συνθήκη της Λωζάνης.
Ο Ρουσδή Αράς, απάντησε:
"…Η Ελλάς ουδεμία εκ μέρους της Τουρκίας θα συναντήσει αντίδραση εάν για την ασφάλειά της θα προτίθετο να προβεί στην οχύρωση, εκτός της Σαμοθράκης και της Λήμνου κι άλλων νησιών στο Αιγαίο"
(Τηλεγράφημα υπ' αριθμόν 936 της 17ης Απριλίου 1936, της πρεσβείας μας στην Άγκυρα)
Ανάλογες δηλώσεις έκανε ο Ρουσδή Αράς και στη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση, στις 31 Ιουλίου 1936:
"Οι διατάξεις που αφορούν τα ανήκοντα στη γείτονα και φίλη Ελλάδα νησιά, Λήμνο και Σαμοθράκη, που είχαν αφοπλιστεί με τη Συνθήκη της Λωζάνης το 1923, καταργούνται επίσης με τη Σύμβαση του Μοντρέ, πράγμα για το οποίο ιδιαιτέρως χαιρόμαστε".
Αλλά και η ενσωμάτωση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, χαιρετίστηκε από τουρκικής πλευράς.
Σύμφωνα με τον Πτέραρχο ε.α. Νίκο Κουρή, οι τουρκικές προκλήσεις στο Αιγαίου, άρχισαν με μαζικές παραβιάσεις του εθνικού εναέριου χώρου μας, κυρίως στην περιοχή των Δωδεκανήσων στις αρχές του 1964. Σε διαμαρτυρία μάλιστα της ελληνικής πλευράς ,οι Τούρκοι ισχυρίστηκαν ότι δεν γνώριζαν την εθνικότητα των αεροπλάνων που παραβίαζαν τον εθνικό εναέριο χώρο μας!
Οι Τούρκοι αποθρασύνθηκαν μετά την εισβολή στην Κύπρο. Ο Μπουλέντ Ετζεβίτ, δήλωνε χαρακτηριστικά στις 30 Ιουλίου 1974: "Η άμυνα των νησιών του Αιγαίου πρέπει να αναληφθεί από κοινού μεταξύ της Ελλάδας και της Τουρκίας σαν συμμάχων στο ΝΑΙΟ".
Στις 6 Αυγούστου 1974, οκτώ δηλαδή ημέρες πριν από τον «Αττίλα 2», η Άγκυρα εξέδωσε την παράνομη αγγελία 714, με την οποία διχοτομούσε το Αιγαίο από βορρά προς νότο. Η τουρκική αγγελία καθόριζε ότι ανατολικά της γραμμής 714 τον έλεγχο της εναέριας κυκλοφορίας θα ασκούσαν οι υπηρεσίες του FIR Κωνσταντινούπολης.
Η χώρα μας αντέδρασε με την έκδοση σειράς αγγελιών προς τους αεροναυτιλλομένους. Τον Φεβρουάριο του 1980, η Τουρκία κατάργησε μονομερώς την παράνομη NOTAM 714 και οι πτήσεις των πολιτικών αεροσκαφών στο Αιγαίο, ομαλοποιήθηκαν.
Το 1974 επίσης, ο Σ. Ιρμάκ δήλωσε: "Δεν θα παραχωρήσω το Αιγαίο σε κανέναν. Το μισό Αιγαίο μας ανήκει…"
Ο τότε υπουργός Εξωτερικών Ι. Τσαγλαγιαγκίλ, στις 4/4/1975, δήλωνε: "Το μισό Αιγαίο ανήκει στην Ελλάδα και το άλλο μισό στην Τουρκία. Αυτή ήταν πάντα η επίσημη άποψη"
Μάλιστα από το 1964, ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Ερκίν, κατηγορούσε τη χώρα μας για… αχαριστία καθώς "δεν πρόσφερε το 1946 – 1947 τα μισά από τα Δωδεκάνησα στην Τουρκία, προκειμένου να ενδυναμώσει την ελληνοτουρκική φιλία" (!)
Βέβαια, θα μπορούσε η Τουρκία να κινηθεί προς την κατεύθυνση της ενδυνάμωσης της ελληνοτουρκικής φιλίας, επιστρέφοντας στη χώρα μας την Ίμβρο και την Τένεδο…
Ο Πτέραρχος ε.α. Νίκος Κουρής για τα Ίμια και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις
Στο βιβλίο του «ΕΛΛΑΔΑ – ΤΟΥΡΚΙΑ, Ο ΠΕΝΤΗΚΟΝΤΑΕΤΗΣ ΠΟΛΕΜΟΣ»
Ο Πτέραρχος ε. ά. Νίκος Κουρής, αναφερόμενος στον συσχετισμό δυνάμεων Ελλάδας – Τουρκίας στα Ίμια στις 30 – 31 Ιανουαρίου 1996, γράφει:
Στη θάλασσα, η τακτική κατάσταση, ήταν ευνοϊκή για τη χώρα μας. Διαθέταμε περισσότερα κατευθυνόμενα βλήματα, σε μεγάλα και μικρά "πλοία φορείς" από τους Τούρκους.
Ακόμα καλύτερος ήταν ο συσχετισμός στην ευρύτερη περιοχή του Αιγαίου, που διαθέταμε υπερδιπλάσιο βληματικό δυναμικό. Υπεροχή είχαμε και σε αριθμούς μικρότερων πυραυλοφόρων πλοίων.
Από τους ναυστάθμους είχαν αποπλεύσει τα 4/5 από τα μεγάλα πλοία μας, ενώ οι Τούρκοι είχαν να αντιπαρατάξουν το 50% της ναυτικής τους δύναμης.
Σχετική ισορροπία, υπήρχε και στον αέρα. Περίπου 250 ελληνικά μαχητικά ετοιμοπόλεμα, έναντι 250 τουρκικών. Οι Τούρκοι όμως διέθεταν περισσότερα αεροσκάφη τρίτης γενιάς.
Αποδίδει ευθύνες στην έλλειψη συντονισμού ανάμεσα στην πολιτική και στρατιωτική ηγεσία, όπως και στο ότι το ΚΥΣΕΑ δεν βρισκόταν σε διαρκή συνεδρίαση στον ειδικό χώρο του Εθνικού Κέντρου Επιχειρήσεων, αλλά στο γραφείο του πρωθυπουργού Κ. Σημίτη στη Βουλή.
Υπήρχε γενικότερα, μια καχυποψία από την πλευρά του πρωθυπουργού προς τους ανώτερους αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων, καθώς τους θεωρούσε "(Παπ)ανδρεϊκούς. Ο Ν. Κουρής, αφήνει αιχμές για τον ρόλο των Αμερικανών και θεωρεί ζωτικής σημασίας την κατάληψη της Μικράς Ίμιας από Τούρκους κομάντος, καθώς δημιουργήθηκε ένα αναπάντεχο τετελεσμένο γεγονός.
Το γιατί δεν υπήρχαν Έλληνες κομάντος και στη Μικρή Ίμια, είναι ένα ερώτημα που ταλανίζει πολλούς, μέχρι σήμερα.
Στον επίλογο του βιβλίου του, ο Πτέραρχος ε.α. Ν. Κουρής γράφει:
"Πρέπει να γίνει κατανοητό από πολίτες και πολιτικούς ότι και εάν ακόμα, έστω για λόγους τακτικής, επιλεγεί η οδός του "διαλόγου" με την Άγκυρα, η ύπαρξη επαρκούς στρατιωτικής ισχύος είναι το "χαρτί" που θα βαρύνει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στη μακρά περίοδο των διαπραγματεύσεων και ο καλύτερος εγγυητής της όποιας συμφωνίας θα μπορούσε να προέλθει από αυτές.
Δυστυχώς έχουμε κακούς γείτονες".
Πηγές: ΝΙΚΟΣ ΚΟΥΡΗΣ, «ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥΡΚΙΑ, Ο ΠΕΝΤΗΚΟΝΤΑΕΤΗΣ "ΠΟΛΕΜΟΣ"», εκδ. "ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ" – Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ, 1997.
ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΧΡ. ΓΕΩΡΓΟΥΛΗΣ, ΣΥΜΕΩΝ Α. ΣΟΛΤΑΡΙΔΗΣ "ΙΜΙΑ, Η ΑΝΑΜΦΙΣΒΗΤΗΤΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ", εκδ. "ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ" – Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ, 1996
Κώστας Φ. Τσαλαχούρης, "ΙΜΙΑ – Το Χρονικό της Χάραξης των Συνόρων της Δωδεκανήσου (1932 – 1947)", εκδ. ΤΡΟΧΑΛΙΑ, 1997.