Στην κατοχή έκρυβε πατριώτες και όταν πήρε υποτροφία στο εξωτερικό γνώρισε τον νομπελίστα άντρα της…
Η Αμαλία Κουτσούρη γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον Ιούνιο του 1912. Ο πατέρας της, Χαρίλαος Κουτσούρης, ήταν γνωστός δερματολόγος και είχε δική του κλινική στην Πόλη.
Με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, η οικογένεια της Αμαλίας ήρθε να μείνει στην Ελλάδα. Η κλινική του πατέρα της μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα λεηλατήθηκε, ενώ ο ίδιος κλήθηκε να υπηρετήσει στον τουρκικό στρατό.
Ως κόρη γιατρού, η Αμαλία έλαβε πολυσχιδή μόρφωση. Ο πατέρας της έκανε τα πάντα για να τη μυήσει στην επιστήμη της Ιατρικής, παρόλο που εκείνη έδειχνε να έχει κλίση προς την γραφή. Επιθυμία της ήταν να σπουδάσει Φιλολογία και Φιλοσοφία όμως άλλαξε γνώμη όταν συνειδητοποίησε πως δεν θα ήθελε σε καμία περίπτωση να γίνει καθηγήτρια.
Η αγάπη που έτρεφε για τα Μαθηματικά, την οδήγησε τελικά στο να πραγματοποιήσει το όνειρο του πατέρα της.
Φοίτησε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και συνέχισε τις σπουδές της σε Παρίσι και Λονδίνο. Η δράση της κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο της χάρισε μια υποτροφία στο εξωτερικό και έναν μεγάλο έρωτα
Κατά τη διάρκεια της κατοχής στην Ελλάδα, η Αμαλία Κουτσούρη συμμετείχε ενεργά στην Εθνική Αντίσταση. Με τα χρήματα που έπαιρνε από το νοσοκομείο της Νέας Ιωνίας όπου εργαζόταν, αγόραζε μαλλί και το πήγαινε σε γυναίκες για να φτιάξουν κάλτσες για τους στρατιώτες.
Με την επίσημη βοήθεια της αστυνομίας μάλιστα, έβγαζε πλαστές ταυτότητες για τους Εβραίους και όσους άλλους είχαν στοχοποιηθεί από το καθεστώς. Εκείνη την περίοδο κληρονόμησε και ένα σπίτι από τη θεία της, το οποίο χρησιμοποίησε ως κρησφύγετο. Το σπίτι διέθετε τρεις εξόδους καθεμία από τις οποίες οδηγούσε σε διαφορετικό δρόμο. Εκεί κατάφερε να κρύψει αρκετούς κυνηγημένους, σώζοντας έτσι τις ζωές τους.
Στο τέλος του πολέμου, πήρε την πολυπόθητη υποτροφία για να εργαστεί ως ερευνήτρια στο εξωτερικό. «Από τους 45 υποψήφιους κατάφερα να βγω πρώτη. Τότε δεν έπαιζε ρόλο μόνο το πτυχίο του πανεπιστημίου, αλλά και η διαγωγή μας στη διάρκεια της κατοχής», θυμόταν η ίδια έπειτα από χρόνια σε συνέντευξή της.
Η Αμαλία ως συνεργάτιδα του Φλέμινγκ
Η υποτροφία ήρθε για εκείνη την κατάλληλη στιγμή, καθώς την έβγαλε από το αδιέξοδο μιας μακροχρόνιας σχέσης που ήθελε να τερματίσει. Στην αίτηση που έπρεπε να συμπληρώσει με ποιον καθηγητή επιθυμούσε να εργαστεί, δήλωσε το όνομα του Αλεξάντερ Φλέμινγκ. Η φήμη του Σκοτσέζου επιστήμονα είχε τότε διαδοθεί, καθώς η ανακάλυψη της πενικιλίνης, του είχε χαρίσει το Nόμπελ Iατρικής το 1945.
Οι δυο τους ανέπτυξαν μια ιδιαίτερη σχέση. Η Αμαλία θαύμαζε τις γνώσεις και το πάθος του Φλέμινγκ για την επιστήμη της Ιατρικής. Εκείνος όντας παντρεμένος, αρνείτο να εξομολογηθεί πως ήταν ερωτευμένος με την κατά 30 χρόνια μικρότερη του συνεργάτιδα.
Έπειτα από 8 χρόνια συνεργασίας η Αμαλία γύρισε στην Ελλάδα για να αναλάβει τη θέση της Διευθύντριας του μικροβιολογικού και αιματολογικού εργαστηρίου του Ευαγγελισμού. Όταν του απηύθυνε πρόσκληση για μια σειρά διαλέξεων στην Αθήνα, ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ την αποδέχτηκε με χαρά.
Αυτή τη φορά ήταν αποφασισμένος να παλέψει για τον έρωτά του, δεδομένου ότι η γυναίκα με την οποία ήταν παντρεμένος, είχε πλέον πεθάνει. Το 1953 ο Αλεξάντερ Φλέμινγκ παντρεύτηκε την αγαπημένη του Αμαλία Κουτσούρη, η οποία από τότε έμεινε γνωστή ως Αμαλία Φλέμινγκ. Παρά τη μεγάλη διαφορά ηλικίας φάνηκε ότι ταίριαζαν πολύ. Δύο χρόνια όμως αργότερα ο Φλέμινγκ πέθανε.
Έκτοτε η Αμαλία προς τιμήν του συζύγου της, αφοσιώθηκε στη δημιουργία του Ιδρύματος Βασικής Βιοϊατρικής Έρευνας «Αλέξανδρος Φλέμινγκ». Τον Φεβρουάριο του 1986 άφησε την τελευταία της πνοή, χωρίς να προλάβει να δει ολοκληρωμένο το έργο της.