Βγαίνει από την φυλακή εντός της ημέρας η 19χρονη η οποία κατηγορείται ότι σκότωσε το νεογέννητο μωρό της και μετά με τη βοήθεια της μητέρας της το πέταξε σε κάδο σκουπιδιών στην Πετρούπολη.
Η κοπέλα είχε κριθεί προφυλακιστέα τον περασμένο Μάιο όταν το Δικαστικό Συμβούλιο που κλήθηκε να επιλύσει τη διαφωνία ανάμεσα σε ανακριτή και εισαγγελέα μετά την απολογία της για το αν θα έπρεπε να προφυλακιστεί ή όχι αποφάσισε με βούλευμά του να οδηγηθεί στις φυλακές.
Ο συνήγορος της 19χρονης Σπύρος Δημητρίου δήλωσε : «Ευχαριστούμε την Ελληνική Δικαιοσύνη που αποφάσισε με ψυχραιμία και δίνει στην κοπέλα μία ευκαιρία για τη ζωή της».
Σε βάρος τόσο της 19χρονης όσο και της μητέρας της, έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για ανθρωποκτονία από πρόθεση κατά συναυτουργία.
Στο απολογητικό της υπόμνημα, η 18χρονη εξηγεί ότι κάποια στιγμή κατέρρευσε από τον πόνο. Έτσι αποφάσισε να πει στη μητέρα της τι συμβαίνει για να τη βοηθήσει: «Μπήκε μέσα αλλά το μπάνιο ήταν μικρό, δε μπορούσε να μετακινηθεί για να χωράνε και οι δυο. Της είπε να την αφήσει να το κάνει μόνη της. Έσπρωξε κι άλλο και τελικά βγήκε από μέσα της το παιδί. Το ακούμπησε πάνω στο πλυντήριο και αφαίρεσε τον πλακούντα στη λεκάνη της τουαλέτας. Προσπάθησε να κόψει μηχανικά τον ομφάλιο λώρο του παιδιού και υποτυπωδώς να το πλύνει. Το πήρε αγκαλιά, ίσως κάποια στιγμή να αισθάνθηκε να τη δαγκώνει στο στήθος».
Η 18χρονη συνέχιζε να αιμορραγεί και ξαφνικά όλα μαύρισαν γύρω της. Νόμιζε ότι θα λιποθυμήσει όπως υποστηρίζει:
«Αισθάνθηκε το παιδί της ότι της απειλεί τη ζωή της από εδώ και πέρα. Νοσηρές ενοχές σαν να έκανε το χειρότερο κακό στον κόσμο και ότι ξεφτίλισε τον εαυτό και την οικογένειά της. Και αιτία ήταν αυτό το πλάσμα. Ήταν βυθισμένη στην παράνοια. Το μυαλό της “έφυγε”. Δεν την ενδιέφερε τίποτα πια, αισθανόταν ότι λυτρώθηκε όπως και να΄χει. Εκείνη τη στιγμή βίωσε το παρανοϊκό επεισόδιο – το παιδί την απειλούσε- το παιδί ήταν ξένο προς εκείνη – το παιδί ήταν επικίνδυνο».
Τότε φώναξε τη μητέρα της επιτακτικά και της είπε να φέρει μια σακούλα. «Ήταν ακόμα στο μπάνιο. Της είπε να το πετάξει και το έκανε. Καμία άλλη εμπλοκή δεν είχε στη διαδικασία. Ό,τι έγινε, έγινε από τα δικά της χέρια. Δεν αναιρεί τα της προανακριτικής της απολογίας ως προς τον τρόπο, αλλά το αποτέλεσμα το αποφάσισε η ίδια, εκείνη τη στιγμή. Ίσως με το κορδόνι ίσως και με τα χέρια της.Έβαλε πριν χαρτί στο στόμα του γιατί έβλεπε αίμα. Σκέφτηκε ότι και με το χαρτί μπορεί να πνιγεί αλλά δεν αποδέχτηκε αυτό το αποτέλεσμα μέσα τα. Ζητά συγγνώμη μόνο από Τον θεό. Σε αυτόν ζητά συγχώρεση και όχι από τους συνανθρώπους της.Σε αυτόν που της έκανε αυτό το δώρο και εκείνη μόλις το έπιασε στα χέρια της αρρώστησε το μυαλό της».