Σχεδόν 50 ημέρες χωρίζουν τις δύο Ελληνίδες από το ταξίδι τους στο Νεπάλ όπου θα βρεθούν στις αρχές του Απρίλη και θα καταβάλλουν την τελική τους προσπάθεια για να ανέβουν στην υψηλότερη κορυφή του κόσμου, το Έβερεστ. Ο λόγος για τη Βανέσα Αρχοντίδου και τη Χριστίνα Φλαμπούρη, δυο Ελληνίδες αλπινίστριες, οι οποίες στις 5 Απριλίου θα αναχωρήσουν για τη χώρα της Ασίας ευελπιστώντας να ανεβάσουν την ελληνική σημαία στη «Στέγη του Κόσμου», που βρίσκεται 8.848 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας.
Η Β. Αρχοντίδου δήλωσε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων: «Νομίζω ότι η στιγμή που το συνειδητοποιήσαμε ήταν την ώρα που το ανακοινώναμε στη συνέντευξη Τύπου. Σε μένα δυστυχώς υπερισχύει το άγχος σε τέτοιες στιγμές λόγω της δυσκολίας του εγχειρήματος και δεν μπορώ να χαρώ απόλυτα τη στιγμή. Ευτυχώς υπάρχει και η Χριστίνα για να με ισορροπεί (γέλιο)».
Τα εμπόδια για αυτή την αποστολή πολλά. Όμως, το μεγαλύτερο «βουνό» που είχαν να ανέβουν προκειμένου να πραγματοποιηθεί αυτό το ταξίδι ήταν το οικονομικό κομμάτι. Μάλιστα, οι δυο γυναίκες είχαν προσπαθήσει και παλαιότερα να βρουν τους οικονομικούς πόρους για κάτι τέτοιο αλλά όπως σημειώνουν «στην Ελλάδα ακόμη και οι Ολυμπιονίκες μας δυσκολεύονται να βρουν στήριξη, πόσο μάλλον εμείς που δεν είμαστε επαγγελματίες αθλήτριες, αλλά δύο συνηθισμένες γυναίκες με ένα ασυνήθιστο όνειρο, όπως συνηθίζουμε να λέμε...».
Όμως, όπως υπογραμμίζουν, το κίνητρό τους είναι η ευτυχία. «Ανεβαίνουμε στα βουνά γιατί αυτό μας κάνει ευτυχισμένες και μας δίνει έμπνευση και λόγο να σηκωνόμαστε το πρωί από το κρεβάτι μας με όρεξη. Ο καθένας πρέπει να ψάξει και να βρει αυτόν το λόγο για τον εαυτό του γιατί μόνο έτσι μπορεί να αισθανθεί πλήρης και να γίνει καλύτερος για τον ίδιο αλλά και για το κοινωνικό σύνολο».
Καλή οργάνωση, υπομονή και επιμονή
Μερικά από τα συστατικά που χρειάζονται, προκειμένου κάποιος να βρεθεί έστω και στην κατασκήνωση βάσης (base camp) είναι χρήματα, συγκέντρωση, οργάνωση, υπομονή και επιμονή. Μέρος, που για τουλάχιστον ένα μήνα θα αποτελέσει το σπίτι των δυο γυναικών. Το ταξίδι τους θα ξεκινήσει από την πρωτεύουσα του Νεπάλ, το Κατμαντού. Εκεί θα διευθετηθούν κάποιες γραφειοκρατικές διαδικασίες και σύντομα θα πετάξουν προς τη Λούκλα (Lukla) και το μικρό της αεροδρόμιο, το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως το πιο επικίνδυνο αεροδρόμιο του κόσμου (βρίσκεται σε υψόμετρο 2.860 μέτρων).
Από εκεί θα ξεκινήσει ένα ολιγοήμερο ταξίδι που θα τις οδηγήσει στο Everest basecamp. «Το Everest basecamp θα είναι το σπίτι μας για τον επόμενο μήνα τουλάχιστον, καθώς θα πρέπει να κάνουμε τον κατάλληλο "εγκλιματισμό" (σ.σ. η διαδικασία που χρειάζεται ο οργανισμός για να συνηθίσει το υψηλό υψόμετρο) και να φτάσουμε στα μέσα Μαΐου όπου θα γίνει και η τελική προσπάθεια ανάβασης», υπογραμμίζουν.
Εκεί, τελειώνουν τα εύκολα και ξεκινούν τα δύσκολα καθώς πρόκειται για ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα. «Χρειάζεται καλή οργάνωση, υπομονή και επιμονή» λένε και επισημαίνουν πως η προσπάθεια εκτός από καλή φυσική κατάσταση απαιτεί και μεγάλα αποθέματα ψυχικής δύναμης, αφού «καλούμαστε να είμαστε μακριά από το σπίτι και τους δικούς μας ανθρώπους για δύο περίπου μήνες».
Όσον αφορά την επικινδυνότητα, σίγουρα ένα ψηλό βουνό χρειάζεται πάντα σεβασμό, επισημαίνουν, και προσθέτουν ότι ο καιρός, η καλή εκτίμηση των δυνάμεων την κάθε στιγμή, η προσοχή για την αποφυγή ατυχημάτων, είναι βασικοί παράγοντες που χρήζουν ιδιαίτερης προσοχής στο όλο εγχείρημα. Η κατασκήνωση βάσης (base camp) βρίσκεται σε υψόμετρο μεγαλύτερο των 5.500 μέτρων και καθώς ανεβαίνουν προς την κορυφή, τόσο μεγαλύτερη είναι η καταπόνηση που δέχεται το ανθρώπινο σώμα. «Στα υψηλά υψόμετρα ο οργανισμός μας χρειάζεται πολύ περισσότερη ενέργεια, ο αέρας έχει λιγότερο οξυγόνο και η αναπνοή είναι δύσκολη, συνεπώς το κάθε βήμα είναι ένας μικρός άθλος. Από ένα σημείο και πάνω βέβαια, ο οργανισμός μας πραγματικά νοσεί για αυτό και η ζώνη πάνω από τα 8.000 μέτρα ονομάζεται death zone» λένε οι δυο Ελληνίδες αλπινίστριες.
Οι ίδιες θα επιχειρήσουν να βρεθούν στην υψηλότερη κορυφή της γης με τη χρήση συμπληρωματικού οξυγόνου.
«Η χρήση φιάλης οξυγόνου διευκολύνει το έργο των ορειβατών και εμείς δεν σκοπεύουμε να αποτελέσουμε εξαίρεση… Αν και υπάρχουν μερικές δεκάδες άνθρωποι που επιχειρούν την ανάβαση χωρίς τη βοήθεια πρόσθετου οξυγόνου. Σε εκείνη τη φάση βέβαια πολύ σημαντικό ρόλο παίζει ο χαρακτήρας και η ψυχολογία του κάθε ανθρώπου γι' αυτό και πολλοί είναι αυτοί που λένε ότι ο ορειβάτης ανεβαίνει με την ψυχή και το νου», συμπληρώνουν.
«A woman can be»
Η όλη προσπάθεια γίνεται κάτω από την «ομπρέλα» του φορέα «A woman can be», το οποίο πλαισιώνει και το 7 Summits project. Πρόκειται για την ανάβαση στις επτά υψηλότερες κορυφές της κάθε ηπείρου. Μάλιστα, αποτελούν και τις πρώτες Ελληνίδες οι οποίες κατάφεραν να πατήσουν στην υψηλότερη κορυφή της Αλάσκας. «Ο στόχος είναι η ανάβαση των 7 υψηλότερων κορυφών των ηπείρων του κόσμου (7 Summits)… αλλά αυτός είναι ο φαινομενικός στόχος. Στην ουσία η ανάβαση στις 7 υψηλότερες κορυφές των ηπείρων έχει και μια μεγάλη συμβολική σημασία: ζούμε όλοι σε έναν όμορφο πλανήτη, δεν έχουμε τίποτα να χωρίσουμε και έχουμε όλοι όνειρα και ελπίδες για ένα καλύτερο αύριο» λένε και τονίζουν «το ότι ήμασταν οι πρώτες Ελληνίδες που πάτησαν την ψηλότερη κορυφή στην Αλάσκα δεν ήταν αυτοσκοπός. Για εμάς είναι σημαντικό να προβάλλουμε την Ελλάδα και να την πηγαίνουμε ψηλά έστω και υπό αυτό το πρίσμα».
Μέχρι στιγμής η Βανέσα Αρχοντίδου και η Χριστίνα Φλαμπούρη έχουν καταφέρει να βρεθούν στις πέντε από τις επτά κορυφές. Πρόκειται για την Aconcagua (6.962μ στην Αργεντινή-Νότιο Αμερική), το Elbrus (5.642μ στη Ρωσία - Ευρώπη), το McKinley/Denali (6.190μ στην Αλάσκα των ΗΠΑ - Βόρεια Αμερική), το Carstensz Pyramid (4.884μ στην Παπούα - Ωκεανία) και το Kilimanjaro, (5.895μ στην Τανζανία - Αφρική).
Κάθε χρόνο οι δυο τους έβαζαν ως στόχο την ολοκλήρωση μιας κορυφής από το 7 Summits. «Συνεπώς αυτός ο στόχος λειτουργούσε παράλληλα και ως προπόνηση για τη μεγάλη αυτή πρόκληση που καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε φέτος. Αισίως έχουμε ανέβει στις 5 από τις 7 κορυφές του 7 Summits project και πλέον το όνειρο μας αρχίζει σιγά σιγά να παίρνει σάρκα και οστά» δηλώνουν.
Το προφίλ των δυο Ελληνίδων
Η Βανέσα Αρχοντίδου είναι μητέρα δυο παιδιών και είναι διευθύντρια Μάρκετινγκ σε πολυεθνική εταιρεία. Ασχολείται με την ορειβασία εδώ και 15 χρόνια (ξεκίνησε ως μέλος του Αθηναϊκού Ορειβατικού Συλλόγου και περιστασιακά βοηθά ως αρχηγός σε αναβάσεις του ΑΟΣ στα ελληνικά βουνά). Ολοκλήρωσε το 2006 τη σχολή αναρρίχησης και χειμερινού βουνού του ΑΟΣ και από τότε έχει ανέβει στην πλειονότητα των ελληνικών βουνών.
Η Χριστίνα Φλαμπούρη γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Αθήνα και εργάζεται σε μεγάλη πολυεθνική εταιρεία. Η αγάπη της για τη φύση την οδήγησε στη θάλασσα και στην ιστιοπλοΐα ανοιχτής θαλάσσης, ενώ το 2014 η επιθυμία της να ξεπεράσει τους φόβους της, την οδήγησε στα βουνά και σε μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις της ζωής της, να εξοικειωθεί με το ύψος και την αίσθηση του απέραντου κενού. Σύντομα τα βουνά σταμάτησαν να είναι απλώς μια πρόκληση, αλλά τρόπος ζωής και από τότε έχει σκαρφαλώσει τα περισσότερα βουνά της Ελλάδας, ενώ έχει συμμετάσχει σε πολύ δύσκολες αποστολές στο εξωτερικό. Από το 2014 είναι ενεργό μέλος του Ελληνικού Ορειβατικού Συλλόγου Αχαρνών και το 2016 ολοκλήρωσε την σχολή χειμερινού βουνού και την σχολή αναρρίχησης.
Κείμενο, φωτογραφίες: ΑΠΕ-ΜΠΕ