Ο ορθόδοξος ελληνισμός εορτάζει τον φίλον του Χριστού τον Άγιο Λάζαρο, το Σάββατο, παραμονή της εορτής των Βαϊων. Ο Λάζαρος είχε το εξαιρετικό προνόμιο ν’ ανακληθεί στη ζωή από τον Κύριο. Κατά τη λαογραφία, σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας δίνεται στο Λάζαρο ανάλογο προσωνύμιο. Στη Μακεδονία λέγεται Φτουχουλάζαρους, στην Παραμυθιά της Ηπείρου Κουφουλάζαρους και στη Νίσυρο το Σάββατο του Λαζάρου ονομάζεται Πρώτη Λαμπρή, φράση εμπνευσμένη από την εκκλησιαστική υμνογραφία. Τὴν κοινὴν Ἀνάστασιν πρὸ τοῦ σοῦ πάθους πιστούμενος, ἐκ νεκρῶν ἤγειρας τὸν Λάζαρον Χριστὲ ὁ Θεός· ψάλλουμε στο απολυτίκιο της εορτής και στο συναξάριο διαβάζουμε τους στίχους:
Θρηνεῖς Ἰησοῦ, τοῦτο θνητῆς οὐσίας.
Ζωοῖς φίλον σου, τοῦτο θείας Ἰσχύος.
Στη Νίσυρο επίσης την Πρώτη Λαμπρή κατασκευάζουν την καλαντήρα και τραγουδούν:
Η καλαντήρα πέρασε
από τη μαύρα θάλασσα
έπατσε κ’ ελάλησε
και πύργον εκοδόμησε
όποιος δε μας δή αυγό
μέσα ψύλλος και κοριός
και μεάλος φοερός…..
Η ανάμνηση των όσων είδε στο βασίλειο του Άδη, του άφησε φόβο τρόμο και πόνο στην ψυχή του:
Πες μας Λάζαρε τι είδες εις τον Άδη που επήγες
είδα φόβους είδα τρόμους είδα βάσανα και πόνους.
Σύμφωνα με τη λαϊκή παράδοση στη διάρκεια της δεύτερης ζωής του δε γέλασε ποτέ παρά μόνο μία φορά όταν είδε στο παζάρι κάποιον χωρικό να κλέβει κρυφά μια στάμνα από το σταμνά και να ξεφεύγει χωρίς να τον αντιληφθεί κανείς. Τότε χαμογελώντας είπε τα εξής: βρε τον ταλαίπωρο για δες πώς φεύγει με το κλεμμένο σταμνί…..ξεχνά ότι είναι ένα κομμάτι χώμα κι αυτός όπως και το σταμνί. Το ένα χώμα κλέβει τ’ αλλο! Μα δεν είναι να γελούν και οι πικραμένοι; Τα λόγια αυτά του Αγίου έχουν μείνει σε λαϊκές φράσεις όπως αυτή των Κυθήρων: Ο ένας πηλός κλέβει τον άλλο πηλό.
Η μορφή του Αγίου Λαζάρου είναι συμπαθής στο λαό γι’ αυτό αναφέρεται σε λαϊκές παροιμίες κι εκφράσεις. Στη Νάξο λένε «αγέλαστος Λάζαρος» ενώ στη Σύμη «Λάτζαρος» λέγεται εκείνος που έχει επιζήσει από βαρειά αρρώστια, καθώς επίσης και ο ξενιτεμένος που χάθηκε και ξαφνικά επανέρχεται στο σπίτι του ή ακούγεται ότι ζει. Στην Ήπειρο διασώζεται μία γνωστή παροιμία που έχει παραποιηθεί στις μέρες μας: Κατά φωνή κι ο Λάζαρος. Η παροιμία αυτή χρησιμοποιείται κυρίως σε αιφνίδια παρουσία προσώπου μη αναμενομένου, όπου μνημονεύεται τ’ όνομά του ή γίνεται λόγος γι’ αυτόν. Υπόκειται σε αυτήν η λαϊκή πίστη ότι με την εκφώνηση ενός ονόματος εμφανίζεται ο κάτοχός του. Βεβαίως η φράση τροποποιήθηκε τα τελευταία χρόνια και στη θέση της λέξεως Λάζαρος τοποθετήθηκε η λέξη γάιδαρος, λέξη που δεν παραπέμπει σε όλα τα προαναφερθέντα λαογραφικά στοιχεία και που δε συνάδει με τη θρησκευτική αίγλη, αλλά προφανώς να κακοχαρακτηρισθεί κάποιος.
Μεταξύ των εθίμων που κυριαρχούν στον Ελλαδικό χώρο αυτές τις ημέρες του Λαζάρου και τις Κυριακής των Βαΐων που η εκκλησία μας εορτάζει την θριαμβευτική είσοδο του Κυρίου στην Αγία Πόλη, ξεχωρίζουν τα Κυπριακά όπου συνοδεύονται πάντοτε με άσματα του αγερμού, κάλαντα δηλαδή, εμπνευσμένα από την υμνογραφία των Αγίων ημερών της άνοιξης και του κοινωνικού βίου. Στην Κύπρο λοιπόν (όπου ο Άγιος Λάζαρος ήταν επίσκοπος) τα παιδιά συνήθιζαν τέτοιες μέρες να πηγαίνουν στα χωράφια και να μαζεύουν λαλέδες (λουλούδια ερυθρού χρώματος) και Λαζάρους (λουλούδια μωβ χρώματος) φτιάχνοντας ανθοδέσμες. Την επομένη τις κρατούσαν ψηλά στα χέρια τους τραγουδώντας:
Ο Λάζαρος κι ο δίμητος ο κοτσινοπεθύμητος
ακούσαν τον οι όρνιθες τζ’ αι κάτσαν να γεννήσουσι
ν’ αυγά να κοκκινίσουσιν το Πάσχα να φατσίσουσιν…….
Άλλο εξαιρετικό έθιμο Κυπριακό είναι πως αυτές τις ημέρες ο ιερέας γυρίζει από σπίτι σε σπίτι λέγοντας τον Λάζαρο κρατώντας στα χέρια του έναν σταυρό. Τα κάλαντα του Λαζάρου στην Κύπρο συνοδεύει αναπαράσταση της νεκραναστάσεως που πραγματοποιείται από την ομάδα των παιδιών που τα λένε. Ένας από την ομάδα παριστάνει το Λάζαρο ενδεδυμένος με σιμιλλούδικα (κίτρινα άνθη), τόσα πολλά, ώστε να μην αναγνωρίζεται το πρόσωπό του. Τον περιφέρουν από σπίτι σε σπίτι λέγοντας τα κάλαντα και κατά διαστήματα πέφτει στο έδαφος υποκρινόμενος τον νεκρό. Σηκώνεται όταν του φωνάξουν: Λάζαρε! Δεύρο έξω! Σύμφωνα με τον λαογράφο Γεώργιο Μέγα η αναπαράσταση αυτή ανάγεται σε αρχαιότερες όπου ένας θεός πεθαίνει στην ακμή της νιότης του, αλλά αμέσως ανασταίνεται κι επευφημείται ως χορηγός μιας νέας ζωής, όπως ο Άδωνις.
Στην επαρχία της Πάφου την ημέρα του Λαζάρου ούτε λούζονται ούτε εργάζονται. Στο χωριό Μεσόγη στολίζουν τα σπίτια με κόκκινα λουλούδια που φυτρώνουν ανάμεσα στα στάχυα και τα ονομάζουν «Λαζάρους». Την επόμενη μέρα ή αργότερα, όταν έχουν μαραθεί απορρίπτονται μακράν των ορνίθων για να μη τους φέρουν στείρωση.
Σε άλλες περιοχές όπως στην επαρχία Ερμιονίδος το Σάββατο του Λαζάρου ή αλλιώς την πρώτη Ανάσταση όπως την αποκαλούν κι εκεί παίρνουν μία φούρκα (ξύλο διχαλωτό) και τη ντύνουν με άσπρη πουκαμίσα και με κίτρινα λουλούδια τραγουδώντας στα σπίτια:
Που ήσουν Λάζαρε που είν’ ή φωνή σου
που σε κλαίγανε η μάνα κι αδερφή σου
ήμουνα στη γη βαθιά θαμμένος
κι από τους νεκρούς αναστημένος
Κι εκεί πίστευαν ότι δε λούζονται τέτοια μέρα διότι το κεφάλι του λουσμένου θα τρέμει σαν το κεφάλι του Λαζάρου.
Στην Πάτρα παλαιότερα το Λάζαρο τον εικονίζουν «διά μανδηλίου ερυθρωπού», τεντωμένος σε δύο καλάμια δεμένα σταυρωτά και στολισμένος με κόκκινες παπαρούνες κυρίως στις άκρες.
Η βαθειά πίστη του λαού και η αγάπη προς το φίλο του Χριστού τον Λάζαρο τον τετραήμερο, ο συναγερμός της παιδικής ψυχής κατά την εορτή του επηρέασαν και τη λόγια παράδοση να συνθέσει άσματα που από το λαό δεν ξεχάστηκαν διότι οι γραμματισμένοι της βυζαντινής εποχής (ψάλτες και μουσικοί) φρόντισαν να τα διαδώσουν παντού. Τα λόγια κάλαντα όπως και αυτά της λαϊκής ψυχής είναι εκτενή και πλέκουν το εγκώμιο της εορτής. Στο στόμα του Κυπριακού λαού βαστιέται μέχρι σήμερα λόγιο άσμα που συνηθίζεται να λέγεται τούτες τις ημέρες:
Ἔαρ ἡμῖν ἐπέφανεν, τοῖς πᾶσι τὸ μηνῦον
τὴν τοῦ Λαζάρου ἔγερσιν, ξένον, φρικτὸν σημεῖον.
Ἄνθη καὶ ρόδα εὔοσμα, κατάνυξις ψυχῆς τε,
καὶ λέγω σας, ἀκροαταί, εἰς τὴν χαρὰν νὰ εἶσθε.
Ἀκούσατε τὴν ἔγερσιν τοῦ τεταρταίου φίλου
καὶ τὴν χαράν, ἣν ἔλαβον αἱ ἀδελφαὶ ἐκείνου,
διὰ νὰ καταλάβετε τί εἶναι θεία Ἀγάπη
καὶ πὼς ψυχὴ λυτρώννεται ἀπὸ πικρὸν τὸν Ἅδην,
ὡς καὶ αὐτὸς ὁ Λάζαρος, ὅστις εἶχεν ἀγάπην
μὲ τὸν Δεσπότην τὸν Χριστόν, πολλήν, καθαρωτάτην.
Ἀρχίζω τὴν διήγησιν κι ὅλοι ἀκροασθεῖτε
μὲ πόθον καὶ μὲ προσοχήν, γιὰ νὰ ὠφεληθῆτε.
Ὁ Λάζαρος κατήγετο ἀπὸ τὴν Βηθανίαν
καὶ τὸν Χριστὸν ἐδέχετο μὲ περισσὴν φιλίαν.
Εἶχεν καὶ δύο ἀδελφάς, τὴν Μάρθαν καὶ Μαρίαν,
εἶχον ἀγάπην περισσὴν καὶ καθαρὰν καρδίαν.
Αὐτὸς λοιπὸν ἠσθένησεν ἀσθένειαν μεγάλην
καὶ πυρετὸς τὸν ἔβαλεν, κι εἶχεν μεγάλην ζάλην.
Μὰ ὁ Χριστὸς εὑρίσκετο εἰς μίαν ἄλλην πόλιν
μὲ ὄχλον πολυάριθμον ὁμοῦ καὶ ἀποστόλοι.
Τοῖς μαθηταῖς του ἔλεγεν μὲ τὴν βραχυλογίαν,
«σηκοῦτε νὰ ὑπάγωμεν πάλιν στὴν Βηθανίαν,
ὁ Λάζαρος κεκοίμηται καὶ θέλω νὰ κινήσω,
διὰ νὰ πάγω πρὸς αὐτὸν καὶ νὰ τὸν ἐξυπνήσω.»
Οἱ μαθηταῖς δὲν ἐννοοῦν τὸ τί ῾θελεν νὰ εἴπῃ,
ὁ Λάζαρος ἀπέθανεν, κι εἶναι μεγάλη λύπη,
ἡμέρες εἶναι τέσσερεις, ποὺ εἶναι πεθαμμένος
καὶ εἰς τὸν τάφον βρίσκεται κ᾿ εἶναι λαζαρωμένος.
Τότε λοιπὸν ξεκίνησαν νὰ πᾶν στὴν Βηθανίαν
οἱ ἀποστόλοι κι ὁ Χριστὸς καὶ ὅλ᾿ ἡ συνοδεία.
Ἡ Μάρθα τοὺς προϋπαντᾶ μὲ θρήνους καὶ μὲ γόους
καὶ προσκυνοῦσα τὸν Χριστόν, λέγει αὐτοὺς τοὺς λόγους:
«Ἂν ἦσο ὧδε, Κύριε, o Λάζαρος, ὁ φίλος
ποτὲ δὲν θὰ ἀπέθνησκεν τὸ βέβαιον ἐκεῖνος.»
Κι ὁ Ἰησοῦς μας ὁ Χριστὸς τότε συνεκινήθην:
«Μάρθα, Μαρία, μὴν κλαῖτε, μόνον ἔχετε πίστιν
ὁ γὰρ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ, ζήσει.»
Λέγ᾿ ἡ Μαρία, «Κύριε, ξεύρω, ὅσ᾿ ἂν αἰτήσῃς,
Σοῦ τὰ χαρίζει ὁ Θεός, ἂν θέλῃς καὶ ὁρίσῃς».
Τῆς λέγει «ποῦ τεθήκατε τὸν Λάζαρον τὸν φίλον,
ὑπάγετε οὖν ἔμπροσθεν καὶ δείξατέ μοι ἐκεῖνον».
Καὶ παρευθὺς ἐπρόσταξεν τοῦτον νὰ ποιήσουν,
τὸν λίθον ἐκ τοῦ μνήματος νὰ τὸν ἀποκυλίσουν.
Ἐπάνωθεν τοῦ μνήματος ἐστάθην καὶ δακρύζει.
Κι ὡς ἄνθρωπος ἐδάκρυσεν μὲ εὐσπλαχνίαν,
νὰ δείξει τὴν συμπάθειαν καὶ τὴν ἐπιεικείαν,
καὶ ὡς Θεὸς ἐφώναξεν μίαν φωνὴν μεγάλην,
«Λάζαρε, δεῦρο ἔξελθε», κι ἠκούσθην εἰς τὸν Ἅδην.
Ὁ Ἅδης ἀναστέναξεν, ἔτρεμεν, ἐφοβεῖτον,
ὡς ἤκουσεν τοῦ Ἰησοῦ τὴν θεϊκὴν φωνήν του
τὸν Λάζαρον ἀπέλυσεν εὐθὺς καὶ τὸν ἀφίνει
καὶ τὸν βιάζει μάλιστα μήπως ἐκεῖ ἀπομείνῃ.
Ἐξῆλθεν οὖν ὁ Λάζαρος ἔξω λαζαρωμένος,
κίτρινος, μαῦρος καὶ χλωμὸς καὶ τεταπεινωμένος.
Ἐπρόσταξεν κι ἐλύσαν του τὰς χεῖρας καὶ τὰς πόδας,
καὶ πῆγεν εἰς τὸν oἶκον του μονάχος …
Η Κυριακή των Βαϊων ήταν συνηνωμένη με την εορτή της αναστάσεως του Λαζάρου. Επειδή όμως από την Παρασκευή τελείωνε στην ουσία η νηστεία της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και μεσολαβούσε το Σάββατο, χωρίς νηστεία μέχρι την Κυριακή, η εορτή του Λαζάρου μετετέθη Σάββατο. Μαρτυρία, το απολυτίκιο που ψάλλεται και στις δύο εορτές. Το γεγονός αυτό αποτυπώνεται και στους πρώτους στίχους ιστορικών τραγουδιών με θέμα την ηρωική Έξοδο του Μεσολογγίου για τη λύτρωσή του από τα δεσμά της δουλείας. Ένα που ακούγεται αυτές τις ημέρες, για να αναμοχλεύσει τη μνήμη του λαού είναι το:
Σάββατο μέρα πέρασα από το Μεσολόγγι
ήταν Σαββάτο των Βαγιών Σαββάτο τ’ Αϊ-Λαζάρου
κι άικουσ’ αντρίκια κλάϊματα γυναίκεια μοιρολόγια
δεν κλαίνε για το σκοτωμό δεν κλαίνε για το φόνο
μον’ κλαιν που σώσαν το ψωμί κι η πείνα δε βαστιέται.
Χρόνια κράτησε η πολιορκία της πόλεως από στεριά κι από θάλασσα. Ιστορικοί και συγγραφείς δίνουν και τον τίτλο Ολοκαύτωμα του Μεσολογγίου. Τη νύχτα της 10ης Απριλίου 1826 πολιορκημένοι στρατιώτες και ο άμαχος πληθυσμός πραγματοποίησαν την Έξοδο όταν η άμυνα απέναντι στα τουρκικά και αιγυπτιακά στρατεύματα είχε χαθεί, λόγω εξάντλησης τροφίμων. Όπως αναφέρει ο λαός (που παρουσιάζεται ως διαβάτης στο τραγούδι) δεν πτοήθηκαν καθόλου από τον χαμό διαφόρων οπλαρχηγών και του απλού λαού, παρά μόνο του ότι δεν είχαν τροφή για να συνεχίσουν τον αγώνα. Η έξοδος του Μεσολογγίου είχε οριστεί για το Σάββατο του Λαζάρου (αργά το βράδυ), ξημερώματα της Κυριακής των Βαΐων μεταξύ 10ης και 11ης Απριλίου του 1826.
Στην εκκλησιά συνάχτηκαν μέσα στο Άγιο Βήμα
κι ένας στον άλλο έλεγαν κι ένας στον άλλο λένε
Παιδιά μ’ να μεταλάβουμε να ‘ξομολογηθούμε
βράδυ γιουρούσ’ να κάμομε στα έξω για να βγούμε.
Οι Έλληνες πανέτοιμοι για τη μεγάλη Έξοδο, μετέλαβαν των Αχράντων Αθανάτων και φρικτών Μυστηρίων του Χριστού, και πραγματοποίησαν την Έξοδο η οποία συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα γεγονότα της παγκόσμιας στρατιωτικής ιστορίας. Χιλιάδες σφαγιάσθηκαν κι αιχμαλωτίσθηκαν. Μόνο χίλιοι πεντακόσιοι κατάφεραν να σωθούν.
Έτσι εκτός από τα κάλαντα, ο λαός δεν ξεχνά τις δύο μεγάλες εορτές Σάββατο Λαζάρου και Κυριακή των Βαΐων, γι’ αυτό τις συναντάμε και στα ιστορικά τραγούδια που κι αυτά με τη σειρά τους δίνουν το χαρμόσυνο μήνυμα της Αναστάσεως και μαζί της ελευθερίας του γένους από τα δεσμά της δουλείας!
ΠΗΓΗ: pemptousia.gr