Oλο και περισσότερα χρήματα δαπανούν οι Ελληνες για την υγεία και την ιατροφαρμακευτική τους περίθαλψη, γεγονός που τοποθετεί την Ελλάδα σημαντικά πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε ό,τι αφορά την ιδιωτική κατά κεφαλήν δαπάνη για φάρμακα και για άλλα υγειονομικά αναλώσιμα (οροί, επίδεσμοι κ.λπ.). Την ίδια στιγμή, μέτρα όπως το clawback, τα οποία έχουν ληφθεί από το 2012 με στόχο τη συγκράτηση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης –η οποία είχε εκτοξευτεί τα χρόνια πριν από την κρίση λόγω της πλήρους έλλειψης μηχανισμών για τον έλεγχό της– δεν συνέβαλαν στον εξορθολογισμό της αλλά στη διακοπή της «αιμορραγίας» του Δημοσίου.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης του ΙΟΒΕ με τη συνεργασία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδος (ΣΦΕΕ) με τίτλο «Η φαρμακευτική αγορά στην Ελλάδα: γεγονότα και στοιχεία 2021», η μέση μηνιαία δαπάνη υγείας των νοικοκυριών σημείωσε άνοδο το 2020 στα 105,9 ευρώ από 104,6 ευρώ το 2019 και διαμορφώθηκε στο 8% της συνολικής δαπάνης των νοικοκυριών το 2020 από 7,1% την προηγούμενη χρονιά. Την ίδια στιγμή, βάσει στοιχείων του 2019, η δημόσια κατά κεφαλήν δαπάνη στην Ελλάδα για φαρμακευτικά και άλλα υγειονομικά αναλώσιμα διαμορφώθηκε στα 226 ευρώ, ενώ ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος ανήλθε στα 319 ευρώ.
Οσον αφορά την ιδιωτική κατά κεφαλήν δαπάνη, η Ελλάδα μεταξύ 22 ευρωπαϊκών χωρών κατέλαβε την 7η θέση, ξεπερνώντας χώρες όπως το Λουξεμβούργο, τη Γερμανία, τη Γαλλία, αλλά και τον μέσο όρο της Ευρώπης κ.ά. Στην Ελλάδα η ιδιωτική κατά κεφαλήν δαπάνη ανήλθε το 2019 στα 172 ευρώ, με την Αυστρία (175 ευρώ), το Βέλγιο (176 ευρώ), την Ιταλία (179 ευρώ), τη Δανία (209 ευρώ), τη Φινλανδία (212 ευρώ) και τη Σουηδία (227 ευρώ) να προηγούνται. Ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος διαμορφώθηκε στα 132 ευρώ.