Οι «συνήθεις αποδοχές» παίζουν ρόλο σύμφωνα με το άρθρο 3 του Α.Ν. 539/45, για να υπολογιστεί το ποσό που δικαιούται ο μισθωτός εργαζόμενος κατά την καλοκαιρινή του άδεια. Σαφέστατα σημαντικό ρόλο παίζει και ο χρόνος εργασίας για τον υπολογισμό και των ημερών αδείας. Σύμφωνα με το άρθρο 1 του Ν. 3302/2004, κάθε μισθωτός ο οποίος συνδέεται με σύμβαση εξαρτημένης σχέσης εργασίας ορισμένου ή αορίστου χρόνου, δικαιούται να λάβει ετήσια άδεια με αποδοχές από την έναρξη της απασχόλησής του σε συγκεκριμένη υπόχρεη επιχείρηση. Η άδεια αυτή χορηγείται από τον εργοδότη αναλογικά με βάση το χρονικό διάστημα που απασχολήθηκε ο εργαζόμενος στον εργοδότη. Η αναλογία της χορηγούμενης άδειας υπολογίζεται βάσει ετήσιας αδείας 20 εργάσιμων ημερών για πενθήμερη εργασία και 24 εργασίμων ημερών για εξαήμερη εργασία, η οποία αντιστοιχεί σε 12 μήνες συνεχούς απασχόλησης. Ο εργοδότης υποχρεούται μέχρι την 31/03 του επόμενου ημερολογιακού έτους (άρθρο 61 Ν. 4808/2021), να χορηγήσει τμηματικά την ετήσια κανονική άδεια με αποδοχές, η οποία αναλογεί στο χρόνο απασχόλησης του στην υπόχρεη επιχείρηση.
Επίδομα αδείας: Τι δικαιούται οικονομικά ο εργαζόμενος
Ειδικότερα, κατά τη διάρκεια της αδείας του ο μισθωτός δικαιούται να λάβει τις «συνήθεις αποδοχές», δηλαδή τις αποδοχές εκείνες που θα ελάμβανε εάν εργαζόταν στην επιχείρηση κατά τον αντίστοιχο χρόνο. Στις αποδοχές περιλαμβάνεται ότι καταβάλλεται στο μισθωτό τακτικά και μόνιμα ως αντάλλαγμα της εργασίας του.
Αποδοχές, μεταξύ άλλων, αποτελούν και :
- Η αμοιβή για υπερεργασία, εφόσον αυτή παρέχεται τακτικά.
- Η αμοιβή για νόμιμη τακτική υπερωρία που θα πραγματοποιούσε ο μισθωτός κατά το διάστημα της αδείας του, αν εργαζόταν κατά το διάστημα αυτό.
Στις αποδοχές αδείας, δεν υπολογίζονται, μεταξύ άλλων η αποζημίωση για παράνομη υπερωριακή εργασία ούτε η αναλογία των δώρων γιορτών. Αυτό συμβαίνει γιατί οι αποδοχές αδείας συσχετίζονται με τις αποδοχές του διαστήματος της άδειας και όχι αορίστως με τις τακτικές αποδοχές όπως συμβαίνει με τα δώρα (επιδόματα) εορτών στα οποία υπολογίζεται η αναλογία του επιδόματος αδείας.
Επίδομα Αδείας
Εκτός από τις αποδοχές αδείας οι μισθωτοί δικαιούνται να λάβουν και «Επίδομα αδείας» (άρθρο 3 του Ν. 4504/66). Το δικαίωμα λήψης επιδόματος αδείας, αποτελεί συνακόλουθο του δικαιώματος λήψης κανονικής αδείας και υπολογίζεται όπως και οι αποδοχές αδείας, είναι δηλαδή ίσο προς το σύνολο των αποδοχών αδείας με τον περιορισμό ότι δεν μπορεί να υπερβεί, για όσους μεν αμείβονται με μισθό, τον μισό μισθό, για όσους δε αμείβονται με ημερομίσθιο ή ωρομίσθιο ή ποσοστά, τα 13 ημερομίσθια.
Τόσο οι αποδοχές αδείας όσο και το επίδομα αδείας προκαταβάλλονται στον μισθωτό κατά την έναρξη της αδείας του, σύμφωνα με το άρθρο 3 παρ. 8 του Α.Ν. 539/45, όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 1 παρ. 3 του Ν.Δ. 4547/1966.