Δε σε λυπάμαι ρε Γιώργη!
Είναι βαρύ αυτό το απόγευμα κι ας είναι Ανάσταση.
Την οθόνη του υπολογιστή μου στοιχειώνει η φωτογραφία σου, να με κοιτά κατάματα και να με ελέγχει. Κοιτάζω ένα παιδί 34 ετών τόσο σίγουρο για τον εαυτό του, τόσο σίγουρο για τις επιλογές του και ντρέπομαι. Μπροστά στην οθόνη του υπολογιστή μου κλαίω σα να σε ήξερα προσωπικά... δε σε ήξερα. Ούτε εσύ με ήξερες, μα σαν επέλέξες επάγγελμα, την προστασία μου είχες στο μυαλό σου κι ας μη με ήξερες προσωπικά... κι αυτό απόψε με βαραίνει.
Δε σε λυπάμαι ρε συ Γιώργη, σε θαυμάζω...
Την οικογένειά σου λυπάμαι, τα παιδιά και τη γυναίκα σου, τον πατέρα, τη μάνα και τα αδέρφια σου λυπάμαι μόνο. Τους λυπάμαι γιατί τους κλήρωσε βαρύ φορτίο, να αποχαιρετήσουν έναν ήρωα ζώντας σε μια πατρίδα αγνωμόνων! Την πατρίδα λυπάμαι που μετρά μείον έναν ήρωα. Λυπάμαι και το Αιγαίο που σε τύλιξε ενώ σε είχε ανάγκη να το προστατεύεις από ψηλά.
Δε σε λυπάμαι ρε συ Γιώργο, στους ήρωες δεν ταιριάζει ο οίκτος, αξίζει ο σεβασμός, αξίζει το δέος! Αυτό αισθάνομαι για σένα: δέος! Κι αν κλαίω μπροστά στη φωτογραφία σου που στοιχειώνει τον υπολογιστή μου, είναι γιατί νιώθω ότι δε σου αξίζω... ότι δε σου αξίζουμε... όπως δεν αξίζουμε στον Άγγελο και στο Δημήτρη... γι’ αυτό είναι τιμή μας που σας έχουμε, κι αυτή η τιμή είναι απόψε ασήκωτη...
Σε λίγο ο θάνατός σου θα παίξει στο δελτίο του ΣΚΑΙ και θα σε δούμε όλοι εμείς για τους οποίους πετούσες. Και βλέποντάς σε θα πούμε για «τους παλιότουρκους που σε σκότωσαν» και πως χάθηκες άδικα... Κι έπειτα, μιας και δε σε ξέραμε προσωπικά, θα την αράξουμε για να δούμε παθιασμένοι το project με το οποίο ο Τούρκος καναλάρχης στηρίζει τον πρόεδρο των γειτόνων μας και βλέποντας το αποχαυνωμένοι, θα γεμίσουμε τις τσέπες του με ευρώπουλα, ευρώπουλα με τα οποία θα στηρίξει τον πρόεδρο για να παίζει στις πλάτες των συναδέλφων σου το λιοντάρι... Και δε θα τολμήσουμε να διανοηθούμε τη σχέση του δικού μας καναπέ με το δικό σου Αιγαίο...
Γιατί το Αιγαίο ρε συ Γιώργο είναι δικό σου, όχι δικό μας... εμάς μας αρκεί ένας καναπές, δυο τρεις χασομέρηδες σε ένα σπίτι στην Τουρκία (!) και άλλοι πέντ’ έξι χασομέρηδες σε ένα νησί στο πουθενά, για να είμαστε ήρεμοι και ευτυχισμένοι κι ας γεμίζουμε με την ευτυχία μας ευρώπουλα στους φίλους αυτού που έκανε τη ζωή σου δύσκολη...
Γι’ αυτό σου λέω, δε σε λυπάμαι ρε συ Γιώργο... τον εαυτό μου λυπάμαι! Λυπάμαι εμένα και όλους αυτούς σαν εμένα, που με τη βλακεία και τον ωχαδερφισμό μας, δε σε βοηθήσαμε την ώρα που εσύ μας προστάτευες, ούτε σου συμπαρασταθήκαμε έτσι για το γαμώτο, και που με την αδιαφορία και τον ωχαδερφισμό μας, θα πληγώσουμε κι άλλο την οικογένειά σου που από σήμερα απέκτησε ένα καρφί στην καρδιά...
Δε σε λυπάμαι ρε συ Γιώργη, τους ήρωες δεν τους λυπάσαι, τους θαυμάζεις , τους σέβεσαι, τους προσκυνάς... μόνο τους ήρωες προσκυνάς, κανένα άλλο είδωλο. Κι αν κλαίω απόψε, κι αν το απόγευμα είναι βαρύ παρά την Ανάσταση, είναι που η Ανάσταση ξεκίνησε για σένα, μα για μας δεν έχει ξημερώσει ακόμα, γιατί η Ανάσταση αδερφέ θέλει συνείδηση, θέλει αξιοπρέπεια, θέλει παλικαριά... Ποτέ κανένας αδιάφορος δεν αναστήθηκε, ποτέ κανένας ασυνείδητος δεν κατάλαβε το θαύμα...
Εμάς λυπάμαι ρε συ Γιώργο, όχι εσένα: εσύ τουλάχιστον συνάντησες το τέλος σου με το πάθος του Αθάνατου... ενώ εμείς συναντάμε τις ζωές μας με την απάθεια του νεκρού.
Δε σε λυπάμαι ρε συ Γιώργο, σε ντρέπομαι, σε ευγνωμονώ... σε ευχαριστώ!
Καλό ταξίδι άγνωστε αδερφέ... κι εκεί που πετάς, γίνε προσευχή για όλους μας....