Ένα κακοτράχαλο εσωκομματικό βουνό θα χρειαστεί να ανέβει τους επόμενους μήνες η κυβέρνηση στο μέτωπο των αποκρατικοποιήσεων, αφού θα πρέπει να προκηρύξει διαγωνισμούς για το σύνολο των ενεργειακών εταιρειών, και όχι μόνο.
Το καυτό πολιτικά πρώτο εξάμηνο του 2018 θα πρέπει να ξεκινήσουν και να ολοκληρωθούν οι αποκρατικοποιήσεις των ΕΛΠΕ (35%), της ΔΕΠΑ (65%) και της ΔΕΗ (17%), οι οποίες εκτός από πολιτικά, είναι και τεχνικά δύσκολες, γεγονός που καθιστά τις προβλέψεις του μνημονίου απολύτως μαξιμαλιστικές.
Άγνωστο με ποια κριτήρια, και ενώ ουδέποτε μια ιδιωτικοποίηση δεν κατέστη δυνατόν να ολοκληρωθεί τόσο σύντομα, εντούτοις κυβέρνηση και δανειστές συμφώνησαν σε διαδικασίες fast track για την πώληση των κρατικών ποσοστών στις τρεις πιο εμβληματικές ενεργειακές εταιρείες. Από αυτές υπολογίζεται να προέλθει και το μεγαλύτερο μέρος των εσόδων ύψους 2 δισ ευρώ που προβλέπει για το 2018 το συμπληρωματικό μνημόνιο.
Στις αποκρατικοποιήσεις αυτές εντοπίζονται όλες οι προϋποθέσεις για να φουντώσουν οι ενδοκυβερνητικές και εσωκομματικές αντιδράσεις παρά να καταλαγιάσουν. Από τον Πάνο Σκουρλέτη, αντίθετο με τη πώληση του 17% της ΔΕΗ από τότε που θήτευε στο υπ. Ενέργειας, έως τον Χρ. Σπίρτζη που μάλλον θα χρειαστεί να ανακαλέσει την απόφαση του για δωρεάν διέλευση από τα διόδια της Εγνατίας Οδού, όσων διαμένουν σε όμορες περιοχές, τα πάντα προδιαθέτουν για ένα δύσκολο χειμώνα.
Οι προγραμματισμένες για φέτος αποκρατικοποιήσεις είναι τέτοιες που στρώνουν το έδαφος σε διαφωνούντες πολιτευτές, βουλευτές και υπουργούς να διαμορφώσουν ξανά ένα διαφορετικό πολιτικό στίγμα και να διαφοροποιηθούν από την κυβέρνηση ενόψει μιας δύσκολης στη πολιτική της διαχείριση συνέχειας.
Σε μια χρονική συγκυρία που θα έχουν αρχίσει να τρέχουν οι πλειστηριασμοί, και η κυβέρνηση θα φέρνει στη Βουλή τη συμφωνία για τις προς πώληση λιγνιτικές μονάδες της ΔΕΗ (Μάρτιος), θα πρέπει παράλληλα να προκηρύξει τους διαγωνισμούς πώλησης για ΔΕΠΑ (65%) και ΕΛΠΕ (35%), και τον Ιούνιο για τη ΔΕΗ (17%). Ταυτόχρονα να έχει ανακηρύξει ως το Φεβρουάριο νικητή στο διαγωνισμό του ΔΕΣΦΑ (66%), τον Μάρτιο να έχει ξεκινήσει το διαγωνισμό πώλησης του 30% του Ελ. Βενιζέλος, τον Απρίλιο να έχει κλείσει την αποκρατικοποίηση του ΟΛΘ, και ως τον Ιούνιο να έχει ολοκληρωθεί η συναλλαγή του Ελληνικού.
Πιεσμένη προφανώς από τους δανειστές που ζητούν έργα και όχι λόγια στις ιδιωτικοποιήσεις, η κυβέρνηση αποδέχθηκε να υλοποιήσει σε χρόνο-ρεκόρ το μεγαλύτερο μέρος του προγράμματος του ΤΑΙΠΕΔ.
Ψάχνουν ισοδύναμο για το 17% της ΔΕΗ
Αγνωστο αν θα τις πετύχει και με ποιούς υπουργούς (επανέρχονται τα σενάρια για ανασχηματισμό μέσα στον Ιανουάριο), εντούτοις οι πιστωτές απαιτούν δράση στις ιδιωτικοποιήσεις, όπως προκύπτει από το συμπληρωματικό μνημόνιο, ακόμη και όταν αυτά που περιγράφει θεωρούνται ανέφικτα, όπως η πώληση του 17% της ΔΕΗ.
Στο κείμενο γίνεται λόγος για τη δυνατότητα να εφαρμοστεί κάποια εναλλακτική μεθόδος, πέραν της πώλησης των μετοχών, αρκεί αυτή να έχει τα ίδια οικονομικά οφέλη για το Δημόσιο.
Στην πραγματικότητα, κυβέρνηση και δανειστές φαίρονται να εξετάζουν ως μοντέλο αποκρατικοποίησης, την έκδοση ομολόγου, μετατρέψιμου στις προς πώληση μετοχές, δηλαδή το 17%, και αυτό με το σκεπτικό ότι η χαμηλή χρηματιστηριακή αξία της ΔΕΗ δεν ευνοεί την διάθεση του προβλεπόμενου πακέτου μέσω Χρηματιστηρίου.
Το σκεπτικό έχει ως εξής. Εφόσον ο διαγωνισμός των προς πώληση μονάδων της ΔΕΗ (Μελίτη Ι, Μεγαλόπολη 3 & 4, συν άδεια για κατασκευή Μελίτης ΙΙ), και των αντίστοιχων ορυχείων, προγραμματίζεται για τον Ιούνιο, σημαίνει ότι έως τότε θα έχει ολοκληρωθεί η διαδικασία απόσχισής τους από τον περιουσιακό κορμό της ΔΕΗ. Αρα, σύμφωνα πάντα με αυτό το σχεδιασμό, θα υπάρχει για τους ενδιαφερόμενους επενδυτές μια καθαρή εικόνα για το εναπομείναν χαρτοφυλάκιο της επιχείρησης.
Στην πράξη όμως πρόκειται για σχέδια επί χάρτου, αφού είναι από εξαιρετικά σύνθετο έως αδύνατο να ξεκινήσουν ταυτόχρονα τον Ιούνιο δύο παράλληλοι διαγωνισμοί για τη ΔΕΗ : Ο ένας για την πώληση τεσσάρων μονάδων της, ο οποίος προγραμματίζεται για τον Ιούνιο, και ένας για την πώληση του 17% όπως αυτό υπολογίζεται επί της εναπομείνουσας περιουσιακής της βάσης. Το πιθανότερο είναι ότι πρώτα θα πρέπει να έχει ξεκαθαρίσει το τι μέλλει γενέσθαι με τις μονάδες, κάτι που καλώς εχόντων των πραγμάτων θα έχει γίνει προς τα τέλη του 2018, και μετά θα πάρει μπροστά η πώληση του 17%.
Στα χέρια του ομίλου Λάτση η πώληση των ΕΛΠΕ
Για εναλλακτικές μεθόδους κάνει λόγο το μνημόνιο και στην περίπτωση των ΕΛΠΕ, αναφέροντας ότι το Δημόσιο μπορεί να διαθέσει μικρότερο του προβλεπόμενου 35%, υπό την προυπόθεση ότι θα φέρει ισοδύναμο αποτέλεσμα.
Η παραπάνω διατύπωση φωτογραφίζει αφενός την παράλληλη πώληση μεριδίων τόσο του Δημοσίου, όσο και του βασικού μετόχου των ΕΛΠΕ, δηλαδή της Paneuropean του ομίλου Λάτση που ελέγχει το 45,47% της εταιρείας, με τη ταυτόχρονη είσοδο στην εταιρεία ενός στρατηγικού επενδυτή. Προφανώς αυτό θα έλαβαν υπόψιν κυβέρνηση και θεσμοί, δηλαδή ότι ένας επενδυτής δεν έχει κανένα κίνητρο να διεκδικήσει το 35% του Δημοσίου, καθώς ακόμη και αν το αποκτήσει, δεν θα έχει πρόσβαση στο μάνατζμεντ, το οποίο θα παραμείνει στα χέρια του ισχυρότερου μετόχου.
Ταυτόχρονα η Paneuropean, έχει σε περίπτωση πώλησης του ποσοστού του Δημοσίου, το δικαίωμα της πρώτης προσφοράς με βάση την συμφωνία του 2003. Τούτο σημαίνει ότι το ΤΑΙΠΕΔ πριν κάνει το οτιδήποτε, οφείλει να απευθυνθεί πρώτα στον όμιλο Λάτση, ο οποίος και κρατά τα "κλειδιά" της ιδιωτικοποίησης των ΕΛΠΕ.
Είναι προφανές ότι κυβέρνηση και δανειστες έκριναν ότι η μόνη σοβαρή πιθανότητα να προχωρήσει αυτή η ιδιωτικοποίηση είναι μια παράλληλη πώληση ποσοστών, του Δημοσίου και της Paneuropean. Αρκεί φυσικά κάτι τέτοιο να έχει και τη σύμφωνη γνώμη της τελευταίας.
Δεν είναι καθόλου σαφές κατά πόσο σε μια περίοδο ιστορικών ρεκόρ κερδοφορίας και παραγωγής για τα ΕΛΠΕ, θα θελήσει ο βασικός τους μέτοχος να πουλήσει μέρος από το ποσοστό του, εκτός και αν θεωρήσει ότι η εξαιρετικά θετική οικονομική συγκυρία δημιουργεί το έδαφος για σημαντικές υπεραξίες.