Από τη μία οι ανεκτές συνθήκες διαβίωσης.
Από την άλλη, η αναρχία και η αθλιότητα. Δύο όψεις ενός νομίσματος που να μεν αποτελούν μία απλή διαπίστωση για όσους το βλέπουν από απόσταση, αλλά ισοδυναμεί με μία ακόμη ανθρώπινη τραγωδία για εκείνους που το βιώνουν. Σε κάθε περίπτωση, η ατέλεια στο... κάδρο, επισημαίνεται στο ρεπορτάζ της DW για την κατάσταση που επικρατεί στο κέντρο φιλοξενίας μεταναστών και προσφύγων στη Σάμο. Εκεί, όπου τα πράγματα είναι μεν δύσκολα, αλλά ανεκτά εντός του φράκτη. Εκτός όμως, υπάρχει ένας άλλος... Θεός, καθώς εκατοντάδες άτομα διαβιώνουν μέσα σε άθλιες συνθήκες, δίχως η ελληνική κυβέρνηση να προσφέρει λύση.
Όπως αναφέρει στο ρεπορτάζ της η DW, με την πρώτη ματιά τα πράγματα δεν φαίνονται τόσο άσχημα. Εκατοντάδες μετανάστες ζουν στριμωγμένοι στη Σάμο, ωστόσο φαίνεται ότι είναι προστατευμένοι από το κρύο του χειμώνα και από ρατσιστικές επιθέσεις. Το κέντρο προσφύγων είναι μια κακοτράχαλη περιοχή, πρώην πεδίο στρατιωτικής εκπαίδευσης, καλά φυλασσόμενο καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Το έδαφος έχει καλυφθεί με τσιμέντο, αποτρέποντας έτσι το νερό της βροχής να εισχωρεί στις σκηνές. Το κέντρο βρίσκεται κοντά στο Βαθύ, την πρωτεύουσα της Σάμου, και οι πρόσφυγες μπορούν φτάσουν εύκολα στο λιμάνι με τα πόδια για να διευθετήσουν κάποιες υποθέσεις ή να συναντήσουν μέλη Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων. Αυτός ο μικρός βαθμός ελευθερίας τούς δίνει μια αίσθηση ομαλότητας.
Όμως πάνω στον λόφο, έξω από τα όρια του επίσημου καταυλισμού, κρυμμένοι πρόχειρα πίσω από τα δέντρα, πάνω από 2.000 άνθρωποι, κυρίως από το Αφγανιστάν και από αφρικανικές χώρες, προσπαθούν να επιβιώσουν ζώντας μέσα σε πρόχειρες σκηνές. Είναι ένα hot spot... έξω από το hot spot. Στην ατμόσφαιρα η μυρωδιά της βροχής αναμειγνύεται με οσμή από ακαθαρσίες.
«Κοιτάξτε, κοιμάμαι μέσα σε έναν θάμνο», λέει ο Ουάρ Κουάς σχεδόν δακρυσμένος. Ο γκανέζος μετανάστης έφθασε στο νησί μαζί με τη σύζυγό του μέσω Τουρκίας στα τέλη Οκτωβρίου. Δεν υπάρχει χώρος για τους δύο εντός του υπερπλήρη καταυλισμού και αναγκάζονται να κοιμηθούν έξω, εκτεθειμένοι στο κρύο. Επιπλέον «δεν είμαστε ασφαλείς στον θάμνο, οποιοσδήποτε μπορεί να φθάσει στη σκηνή μας χωρίς έλεγχο. Φοβάμαι ότι μπορεί να συμβεί κάτι κακό», λέει.
Ο νεαρός άνδρας μετά βίας μπορεί να εκφράσει με λόγια τα συναισθήματά του. Λέει ότι είναι ευγνώμων που οι Έλληνες του έσωσαν τη ζωή, όμως ταυτόχρονα εκφράζει έναν σοβαρό προβληματισμό: «Δεν μας άφησαν να πνιγούμε στο Αιγαίο, δεν είχαμε απώλειες στη θάλασσα, όμως τώρα θα έχουμε απώλειες εδώ. Γονατιστός ικετεύω τον ΟΗΕ, ικετεύω τις ελληνικές αρχές να έρθουν να μας σώσουν».
Ο Γιουσούφ από το Ιράν χρησιμοποιεί πιο σκληρή λόγια για να εκφράσει όσα βιώνει: «Σε αυτό το νησί δεν μας φέρονται ως ανθρώπινα όντα με ίσα δικαιώματα. Είναι σαν να αργοπεθαίνουμε», λέει διαμαρτυρόμενος. Πέρα από τις απελπιστικές συνθήκες διαβίωσης στη σκηνή, τονίζει ότι βρίσκεται στη Σάμο πάνω από οκτώ μήνες, χωρίς ακόμη να έχει πάρει καμία απάντηση για το μέλλον του –αν θα του χορηγηθεί άσυλο ή όχι. Αυτή η διαρκής αβεβαιότητα τον εξοργίζει.
Τα απογεύματα οικογένειες και ομάδες ομοεθνών μαζεύονται έξω από τον χώρο του καταυλισμού. Ορισμένοι κάτοικοι της Σάμου λένε ότι το κάνουν για λόγους ασφαλείας επειδή είναι επικίνδυνα όταν πέφτει το σκοτάδι εκτός του φυλασσόμενου κέντρου. Μέχρι να βραδιάσει παιδιά παίζουν στον χώρο, περικυκλωμένα από σκουπίδια. Η Φρέσταλ, ένα μικρό κορίτσι από το Αφγανιστάν, χαμογελά ακόμη κι όταν παραπονιέται: «Κάνει κρύο εδώ, έχει παντού σκουπίδια και αρρωσταίνουμε. Κι όταν αρρωσταίνουμε είναι δύσκολο να βρούμε γιατρό», λέει.
Η Δέσποινα Αναγνώστου, μέλος της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες στη Σάμο, δίνει μια συνοπτική εικόνα των δυσχερειών: «Συνολικά έχουμε περί τις 4.000 άτομα σε έναν χώρο που είχε αρχικά σχεδιαστεί για 700 και έχουμε πάνω από 2.000 ανθρώπους που μένουν σε σκηνές, χωρίς πρόσβαση σε τουαλέτες και τρεχούμενο νερό», επισημαίνει.