Υλοποιώντας την απόφαση που έλαβε στις αρχές του Νοεμβρίου, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος ξεκινά εκστρατεία ενημέρωσης κατά της αποτέφρωσης νεκρών. Την ίδια ώρα κατώτερη των προσδοκιών είναι η «ανταπόκριση» του κόσμου στο αποτεφρωτήριο στη Ριτσώνα, σχεδόν δύο μήνες μετά την έναρξη λειτουργίας του.
Στο φυλλάδιο «Προς τον Λαό», το οποίο θα διανεμηθεί σε όλες τις Μητροπόλεις η Ιερά Σύνοδος διατυπώνει τις θέσεις της για την καύση των νεκρών , και επαναλαμβάνει ότι όσοι επιλέξουν την αποτέφρωση δεν θα τύχουν θρησκευτικής κηδείας.
«Τα νεκρά σώματα δεν είναι απορρίμματα! Δεν είναι άχρηστα αντικείμενα, τα οποία πρέπει να παραδοθούν στη φωτιά και στον θρυμματισμό, δηλαδή σε ένα βίαιο αφανισμό» αναφέρει.
Στο φυλλάδιο περιγράφονται επιγραμματικά στάδια της «κατ’ ευφημισμόν αποτέφρωσης» που αφορούν στην καύση του νεκρού σώματος και την κονιορτοποίηση του ανθρώπινου σκελετού σε ειδικό μίξερ που μετατρέπει τα οστά σε σκόνη.
«Η Εκκλησία ως κοινότητα, που είναι κατ’ εξοχήν χώρος ελευθερίας, δεν καταναγκάζει κανέναν άνθρωπο να τηρεί τις παραδόσεις Της. Έχει όμως το δικαίωμα να θεωρήσει την καύση ως μεταχείριση αντίθετη προς τις αρχές, την παράδοση και τα έθιμά Της».
«Για το ήθος της Εκκλησία μας, αυτή η διαδικασία μηχανικού αφανισμού του σώματος δεν τιμά τον νεκρό. Η Εκκλησία αρνείται ότι είναι αξιοπρεπές για τον κεκοιμημένο άνθρωπο να καεί σε κλίβανο και να θρυμματισθεί σε μίξερ».
Η Εκκλησία θεωρεί το ανθρώπινο σώμα ως ‘’ιερό’’ ονομάζοντάς το ναό του Αγίου Πνεύματος», προσθέτοντας ότι «τρανό παράδειγμα για την ιερότητα του ανθρώπινο σώματος είναι η τιμητική προσκύνηση των ιερών λειψάνων των Αγίων. «Η ταφή ανήκει στην παράδοση της Εκκλησίας, η οποία έχοντας ως βάση την Ευαγγελική και Πατερική διδασκαλία σέβεται το ανθρώπινο σώμα ως δημιούργημα του Θεού, γι’ αυτό το ενταφιασμένο σώμα γίνεται αντικείμενο φροντίδας και προσευχών»
Το αποτεφρωτήριο της Ριτσώνας
Περίπου δύο μήνες από την έναρξη λειτουργίας του πρώτου εν Ελλάδι αποτεφρωτηρίου στην περιοχή της Ριτσώνας, τα στοιχεία που κυκλοφόρησαν καταδεικνύουν ότι οι καύσεις νεκρών κατά τον μήνα Οκτώβριο ήταν κατώτερες των προσδοκιών.
Όπως είχε δηλώσει προ ημερών στα «ΝΕΑ» ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Αποτέφρωσης Αντώνης Αλακιώτης, τον Οκτώβριο πραγματοποιήθηκαν 76 καύσεις νεκρών, αριθμός μικρότερος από αυτόν που οι ιθύνοντες είχαν θέσει ως μηνιαίο στόχο, προκειμένου το πρώτο ελληνικό αποτεφρωτήριο να είναι βιώσιμο, καθώς πρόκειται για έναν χώρο με υψηλά λειτουργικά έξοδα.
Η παρέμβαση του 2014
Το 2014 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος είχε κάνει την πρώτη της παρέμβαση για το ζήτημα της αποτέφρωσης.
Στο τότε έγγραφο η Ιερά Σύνοδος έγραφε ότι σέβεται τις θρησκευτικές πεποιθήσεις ανθρώπων διαφορετικής θρησκείας, όπου η καύση των νεκρών σωμάτων είναι οργανικό κομμάτι της κοσμοθεωρίας τους, ωστόσο για όσους χριστιανούς ορθόδοξους αποδεδειγμένα και οικειοθελώς δηλώσουν την επιθυμία τους να καούν μετά θάνατο αντί να ταφούν, τότε δηλώνουν την αυτονόμησή τους και ως εκ τούτου για αυτούς δεν τελείται νεκρώσιμη Ακολουθία και Μνημόσυνο.
Η Εγκύκλιος του 2014
«Περί των κανονικών συνεπειών της καύσεως νεκρών»
Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος, με αφορμή το νέο νομοθετικό καθεστώς για την αποτέφρωση νεκρών, σύμφωνα με τα άρθρα 48 και 49 του Νόμου 4277/2014 «Νέο Ρυθμιστικό Σχέδιο Αθήνας – Αττικής και άλλες διατάξεις» (Φ.Ε.Κ. 156/1-8-2014, τ. Α΄), κατά την Συνεδρία Αυτής της 14ης μηνός Οκτωβρίου ε.ε., επελήφθη και του ζητήματος τούτου και απεφάσισε να σας ενημερώσει περί των κανονικών συνεπειών από την αποτέφρωση του σώματος.
Με τα άρθρα 48 και 49 του Νόμου 4277/2014 ο νομοθέτης δεν λαμβάνει υπ’ όψιν τις θρησκευτικές πεποιθήσεις του νεκρού. Εάν ο θανών δεν είχε εκφρασθεί εν ζωή περί της μετά θάνατον επιθυμίας ταφής ή αποτεφρώσεως του σώματός του, η αποτέφρωση δύναται να λάβει χώρα με μόνη τη δήλωση του/της συζύγου ή «συντρόφου», μετά του/της οποίου/ας έχει συνάψει «σύμφωνο συμβίωσης», ή τη δήλωση των συγγενών πρώτου ή δευτέρου βαθμού.
Τούτο, κύημα του συγχρόνου μηδενιστικού τρόπου ζωής και της τάσεως προς αποθρησκευτικοποίηση κάθε πτυχής και εκφάνσεως της ζωής του ανθρώπου, αποτελεί εκ προοιμίου καταστρατήγηση των θρησκευτικών πεποιθήσεων του κεκοιμημένου μέλους της Εκκλησίας, έλλειψη σεβασμού και φροντίδος προς το ανθρώπινο σώμα.
Η Εκκλησία δεν δέχεται για τα μέλη Της την αποτέφρωση του σώματος, διότι τούτο είναι ναός του Αγίου Πνεύματος (Α΄ Κορ. 6, 19), στοιχείο της υποστάσεως του κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού πλασθέντος ανθρώπου (Γεν. 1, 24), και περιβάλλει αυτό με σεβασμό και τιμή ως έκφραση αγάπης προς το κεκοιμημένο μέλος Της και ως εκδήλωση πίστεως στην κοινή πάντων ανάσταση.
Κατόπιν τούτου, η Διαρκής Ιερά Σύνοδος απεφάσισε να ενημερώσει, στο πλαίσιο της αγρύπνου ποιμαντικής φροντίδος Της, το ευσεβές Αυτής πλήρωμα, κληρικούς και λαικούς, για τις ακόλουθες κανονικές συνέπειες της αποτεφρώσεως του σώματος:
-Η αποτέφρωση του σώματος δεν είναι σύμφωνη προς την πράξη και παράδοση της Εκκλησίας για θεολογικούς, κανονικούς και ανθρωπολογικούς λόγους.
-Προς αποφυγήν οιασδήποτε θεολογικής, κανονικής και ανθρωπολογικής εκτροπής, απαραίτητος είναι ο σεβασμός των θρησκευτικών πεποιθήσεων και η διακρίβωση της οικείας βουλήσεως του κεκοιμημένου και όχι η βούληση ή η δήλωση των οικείων του.
-Εκείνος ο οποίος αποδεδειγμένως οικειοθελώς εδήλωσε την επιθυμία περί καύσεως του σώματός του, δηλώνει την αυτονόμησή του και ως εκ τούτου δεν τελείται Νεκρώσιμος Ακολουθία και Ιερό Μνημόσυνο υπέρ αυτού.
Παρά ταύτα, επαφίεται στην ποιμαντική σύνεση και την διακριτική ευχέρεια του οικείου Μητροπολίτου η τέλεση απλώς Τρισαγίου.
Επί δε τούτοις, κατασπαζόμενοι την υμετέραν Σεβασμιότητα εν Κυρίω, διατελούμεν μετ’ αγάπης.