Δεν ήμουν παρών στους Βουλιαράτες. Δεν γνωρίζω αν υπάρχουν άλλοι αυτόπτες μάρτυρες του φονικού πέραν των ειδικών δυνάμεων της αλβανικής αστυνομίας, που ήλθαν ειδικά από τα Τίρανα.
Ούτε μπορώ να γνωρίζω ποιός έδωσε την διαταγή. Γνωρίζοντας όμως την δομή της διοίκησης και την αλυσίδα των εντολών, ειδικά την Κυριακή 28 Οκτωβρίου στα Τίρανα, πιθανολογώ ότι η απόφαση ήταν πολιτική. Ολόκληρη η Αλβανία, πολιτικός κόσμος, ΜΜΕ και απλοί πολίτες, επικρότησαν ομόθυμα την πολιτική έκφραση της εκ των υστέρων επικρότησης του φονικού, όπως διατυπώθηκε γραπτώς από τον πρωθυπουργό κύριο Έντι Ράμα στις 28 Οκτωβρίου 2018.
Χρειάστηκαν δέκα μέρες για δοθεί η σορός του φονευθέντος ομογενή στην οικογένειά του. Όπως συμβαίνει και με τους νεκρούς Έλληνες του Έπους του 1940-41, η Αλβανία ακόμα και σήμερα δείχνει να φοβάται τους νεκρούς Έλληνες. Μου έκανε αρνητική εντύπωση το γεγονός ότι στην Ελλάδα δεν υπήρξε ομόθυμη καταδίκη του φονικού, ανεξαρτήτως τού πορίσματος της δικαστικής έρευνας (στην Αλβανία) για το περιεχόμενο του οποίου δεν πρέπει να έχουμε αυταπάτες.
Η εικόνα της Ελλάδος ήταν απογοητευτική μεν, αντιπροσωπευτική δε της σημερινής μας κατάστασης. Το πρώτο στοιχείο που αναδείχθηκε μέσα από τις αντιδράσεις μας ήταν η διαφωνία με την διαφορετική ιδεολογία, νοοτροπία και ίσως τον παράτολμο χαρακτήρα του νεκρού. Τα Τίρανα αδυνατούν να αντιληφθούν ότι πολλοί στην Ελλάδα προτίμησαν να λάβουν θέση με βάση την ιδεολογία, την ιδεοληψία και την κομματική ταυτότητα. Η στάση αυτή που στην Ελλάδα προφανώς κάποιοι την θεωρούν ως «ένδειξη ανωτερότητας και ιδεολογικο-πολιτισμικής υπεροχής» στην Αλβανία ερμηνεύεται ως αδυναμία.
Σε περίπτωση που ό μη γένοιτο είχαμε ένα ανάλογο φονικό στην Ελλάδα με θύμα Αλβανό πολίτη, καμιά κυβέρνηση της Αλβανίας και κανένας πολιτικός της γειτονικής μας χώρας δεν θα επέτρεπε στον εαυτό του να κρίνει το θύμα προτάσσοντας την ιδεολογία και την κομματική του ταυτότητα. Για την Αλβανία είναι πρώτα από όλα Αλβανός. Ανεξάρτητα τυχόν εγκληματικών ενεργειών του στην Ελλάδα, θα είχε από την Αλβανία διαφορετική μεταχείριση.
Αυτή είναι μία θεμελιώδης διαφορά μεταξύ των δύο γειτονικών χωρών. Η διαφορά αυτή αντιδράσεων αντανακλά όσο και αν φαίνεται περίεργο την περί ισχύος πεποίθηση των γειτόνων μας που στηρίζεται στο μέτρο της αποφασιστικότητας. Δεν συμμερίζομαι τις οξύτατες λεκτικές συναισθηματικές και συνθηματικές αντιδράσεις στην Ελλάδα που κατά κανόνα κρατούν μερικές ώρες ή έστω ημέρες. Αποστρέφομαι επίσης τις ανεδαφικές και επιπόλαιες συνθηματικές κραυγές -δυστυχώς ακούστηκαν και τέτοιες – για «δυναμική» αντίδραση. Ακριβώς διότι αντιλαμβάνομαι τι εννοούν. Μόνο δειλοί και ανεύθυνοι προτάσσουν τα συνθήματα και τις ανεξέλεγκτες κραυγές μέσα στα ασφαλή τείχη της Αθήνας.
Το ανησυχητικό τρίπτυχο
Το αντίτιμο της δικής τους ανευθυνότητας καταβάλλουν πάντοτε κάποιοι στην Μειονότητα και στις Δομές της. Οι ωσεί παρόντες είναι οι μόνιμοι απόντες. Εκείνο που λείπει στην Ελλάδα διαχρονικά σε σχέση με την γειτονική Αλβανία είναι η σταθερότητα πολιτικής, η αποφασιστικότητα και η συνέπεια. Αντίθετα περισσεύουν οι κραυγές, τα συνθήματα και τα πυροτεχνήματα. Ανάβουν λάμπουν για λίγο και μετά σβήνουν. Μένει μόνο το σκοτάδι. Τίποτε άλλο.
Η Αλβανία, μια χώρα που βγήκε από το καθεστώς του Ενβέρ Χότζα πριν τρείς δεκαετίες περίπου και αυτοκαταστράφηκε εκ νέου το 1997, μπορεί να αντλήσει θετικά συμπεράσματα ακόμη μία φορά για την διαχείριση εκ μέρους των κυβερνητών της μίας κρίσης με την Ελλάδα. Υπάρχουν όμως και ένα ανησυχητικό τρίπτυχο το οποίο θα ήθελα να αναδείξω:
Η Ελλάδα έδειξε πάλι ότι στερείται μηχανισμού έγκαιρης και έγκυρης πληροφόρησης ακόμη και σε ευαίσθητες εκτός συνόρων μας περιοχές.
Στερείται θεσμικού μηχανισμού διαχείρισης κρίσεων αλλά και της προς τούτο βούλησης.
Η συμπεριφορά μας έχει τα αντίστροφα του επιδιωκομένου αποτελέσματα ειδικά στις σχέσεις μας με την γειτονική Αλβανία. Αυτό θα φανεί πάλι σε πρώτη ευκαιρία.
Πηγή: SLpress