Back to top

Οικουμενικός Πατριάρχης: Η ελληνική γλώσσα διατηρεί και σήμερον οικουμενικόν χαρακτήρα

12/02/2025 - 13:24

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος παρέστη και απηύθυνε χαιρετισμό στην εκδήλωση του Γενικού Προξενείου της Ελλάδος για τον εορτασμό της Παγκόσμιας Ημέρας της Ελληνικής Γλώσσας, το απόγευμα της Τρίτης, 11 Φεβρουαρίου 2025, στο Πολιτιστικό Κέντρο της Ομογενείας στο ιστορικό κτήριο της Αστικής Σχολής Γαλατά, κατά την οποία την κεντρική ομιλία πραγματοποίησε η Ελλογιμ. κ. Μαρία Ευθυμίου, ιστορικός και ομότιμη καθηγήτρια πανεπιστημίου. Στην ομιλία του ο Παναγιώτατος ανέφερε ότι στην ελληνική γλώσσα αποδόθηκε ο τίτλος, “μητρική γλώσσα του πνεύματος” και υπενθύμισε ότι σε αυτήν γράφτηκαν μοναδικά έργα που σημαδεύσαν την πορεία του παγκόσμιου πολιτισμού: “Αξίως και δικαίως αποτίομεν σήμερον φόρον τιμής εις την ελληνικήν γλώσσαν, εις την οποίαν ευστόχως απεδόθη ο τίτλος της «μητρικής γλώσσης του πνεύματος». Εις την ψυχήν όλων ημών φωλιάζει εν αίσθημα υπερηφανείας διά την γλώσσαν μας, την γλώσσαν των προγόνων μας και την ιδικήν μας σήμερον, που είναι το κλειδί διά την είσοδον εις τον μεγαλύτερον ίσως πνευματικόν παράδεισον της οικουμένης. Εδώ ευρίσκονται έργα μοναδικά, τα οποία εσημάδευσαν την πορείαν του παγκοσμίου πολιτισμού: Τα Ομηρικά Έπη, αι Τραγωδίαι, οι Πλατωνικοί διάλογοι, το Αριστοτελικόν corpus, η Καινή Διαθήκη, τα συγγράμματα των Ελλήνων Πατέρων και όλα τα βλαστήματα των ριζών τούτων. Η γλώσσα μας δεν ήτο ποτέ απλώς μέσον επικοινωνίας, αλλά και φορεύς υψηλών αξιών, ήθους και πολιτισμού. Η Ελληνική είναι γλώσσα στοχαστική και ποιητική, μεγαλώνει το μυστήριον του κόσμου, αποκαλύπτει το βάθος των πραγμάτων και όχι απλώς το επιφανειακόν, παραπέμπει εις το είναι και το αληθές, όχι εις το φαίνεσθαι και το χρήσιμον. «Το ζητείν πανταχού το χρήσιμον ήκιστα αρμόττει τοις μεγαλοψύχοις και ελευθερίοις», γράφει ο Αριστοτέλης, δίδοντας το στίγμα της αληθείας ως ελευθερίας (Πολιτικά 1338α, 30-32), σπουδαίαν παρακαταθήκην και διά την εποχήν μας.” Στη συνέχεια ο Παναγιώτατος μίλησε για τον σημαντικό ρόλο της ελληνικής γλώσσας στη σύζευξη του Χριστιανισμού με τον Ελληνισμό, αλλά και για τη διαχρονική συμβολή της Εκκλησίας στην διάσωση και διάδοση του ελληνικού λόγου.

“Ο γνωρίζων την ελληνικήν γλώσσαν είναι αδύνατον να μη φιλοσοφή και να μη θεολογή. Ορθώς έχει λεχθή ότι οι φιλοσοφούντες, όπου γης, «στοχάζονται ελληνικά». Κατ’ αντιστοιχίαν, δεν είναι τυχαίον το γεγονός ότι η Ελληνική κατέστη η κομβική γλώσσα και της χριστιανικής θεολογίας. Διά μέσου αυτής επετεύχθη ο μέγας φιλοσοφικός και θεολογικός άθλος, να εκφρασθή αυθεντικώς και με αξιοθαύμαστον τρόπον το βίωμα της εν Χριστώ σωτηρίας διά μέσου της ορολογίας της ελληνικής φιλοσοφίας, και να καταστή η σύζευξις Χριστιανισμού και Ελληνισμού καθοριστική καμπή όχι μόνον εις την πορείαν της Εκκλησίας και της θεολογίας, αλλά και εις την ιστορίαν του πνεύματος και του πολιτισμού. Η θεολογία ποτέ δεν υπήρξεν «αμέτοχη πληροφόρηση» περί του Θεού. Δεν είναι δυνατόν να ομιλώμεν περί του Θεού της αγάπης και του ασβέστου πόθου του ανθρώπου διά την αιωνιότητα, και ο λόγος μας να μη γίνη ποίημα και δοξολογία. Δεν υπάρχει πεζότης εις τα της πίστεως. Η υμνολογία της Εκκλησίας μας είναι εν λογοτεχνικόν θαύμα, θεσπέσιος ύμνος εις την δύναμιν και το κάλλος της ελληνικής γλώσσης. Γενικώτερον, τα αυθεντικά θεολογικά κείμενα ευρίσκονται πλησιέστερον προς τον ποιητικόν παρά προς τον πεζόν λόγον. Αδιαμφισβήτητος είναι η διαχρονική συμβολή της Εκκλησίας εις την καλλιέργειαν, τον εμπλουτισμόν, την διάσωσιν και την διάδοσιν του έλληνος λόγου. Ίδρυσε και ελειτούργησε σχολεία και Ακαδημίας διά την προαγωγήν της παιδείας, θύραθεν και χριστιανικής, εν πεποιθήσει ότι η γλώσσα και η πίστις έσωσαν το Γένος, μας σώζουν και σήμερον, και ότι με αυτάς συναρτάται το μέλλον μας. Η λογία ελληνική γλώσσα ηχεί και σήμερον εις τας εκκλησιαστικάς ακολουθίας, συνδέουσα μεταξύ των τους Ορθοδόξους πιστούς ανά τους αιώνας, συνδοξολογούντας τα μεγαλεία του Θεού.

Και αυτό το γεγονός μαρτυρεί περί της αδιαλείπτου συνεχείας της γλώσσης μας, συνοχής, η οποία, ως ελέχθη, «δεν είναι ιδεολόγημα, αλλά απτή γλωσσική πραγματικότητα». Η ελληνική γλώσσα παραμένει ενιαία από την αρχαιότητα μέχρι της σήμερον, παρά την εξέλιξιν και τας μεταβολάς. Ανεκτίμητον κεφάλαιον διά πάντας ημάς, όπως γράφει ο Οδυσσέας Ελύτης, είναι λέξεις, όπως «ουρανός», «θάλασσα», «ήλιος», «ελευθερία», «ηλικίας τριών χιλιάδων χρόνων και δροσερές σαν να μόλις τις ανέσυρες από τη θάλασσα, μεσ’ απ’ τα βότσαλα και τα φύκια μιάς ακτής του Αιγαίου˙ μέσα στο βαθύ γαλάζιο και την απόλυτη διαφάνεια του αιθέρος», λέξεις, «που θα τις έλεγε κανείς κυανές και που ευωδιάζουν ακόμη απ’ την αρμύρα των θαλασσόχορτων» (Η Ελλάδα του Ελύτη, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα 2021, σ. 60 -61).

Η γλώσσα της Καινής Διαθήκης δεν αποτελεί «ξένην γλώσσαν» δι’ ημάς τους συγχρόνους ελληνοφώνους. Υπενθυμίζομεν όσα είχε σημειώσει σχετικώς εις άρθρον του εις την Επιστημονικήν Επετηρίδα του Πανεπιστημίου Αθηνών των ετών 1908-1909, ο διακεκριμένος γλωσσολόγος Γεώργιος Χατζηδάκις: Από τας 4900 περίπου λέξεις της Καινής Διαθήκης, 2280 χρησιμοποιούνται εις την σύγχρονον κοινήν γλώσσαν. Από δε τας υπολοίπους, 2220 κατανοούνται από όλους τους Έλληνας, ενώ μόνον περίπου 400 είναι ακατονόνητοι.”