Για τον σύγχρονο τρόπο δράσης της Εκκλησίας της Κύπρου μίλησε στον ACTIVE ο Μητροπολίτης Κωνσταντίας και Αμμοχώστου Βασίλειος, παραδεχόμενος το χάσμα που έχει δημιουργηθεί μεταξύ κοινωνίας και εκκλησίας.
«Η νεολαία μας είναι υγιής και αυτό που χρειάζεται είναι καθοδήγηση» επισήμανε, εξηγώντας ότι, όπως η μόδα έρχεται και παρέρχεται χωρίς να είναι σταθερή έτσι και τα διάφορα ρεύματα που αντιμετωπίζουμε στην πορεία της ζωής μας. Η πίστη στο Θεό είναι η σταθερά, διαμήνυσε ο Μητροπολίτης Κωνσταντίας, συμπληρώνοντας ότι, εναπόκειται στους ιεράρχες να εμπνεύσουν αυτή την σταθερά, χωρίς να αφήνει πνευματικό κενό στην ψυχή του καθενός.
Θα έπρεπε είπε, «η Εκκλησία της Κύπρου να ανεβάσει το μορφωτικό της επίπεδο εκεί που της αξίζει. Θα πρέπει να έχουμε μορφωμένο κλήρο που να μην χρησιμοποιεί ξύλινη γλώσσα, αλλά τη γλώσσα της αγάπης».
Συγκεκριμένα εξήγησε: «Υπάρχει η ανάπτυξη τάσεων, των σκληροπυρηνικών στο χώρο της εκκλησίας και κατά καιρούς που διαμόρφωναν τον τρόπο δράσης της εκκλησίας. Για τον καθένα εξαρτάται ποια ήταν η πνευματική μας μήτρα. Αν εγώ ξεκίνησα από τον Απόστολο Βαρνάβα και κάποιος άλλος από την ιερά Μονή Σταυροβουνίου, μπορεί υπάρχουν διαφοροποιήσεις στην πνευματική μόρφωση που λαμβάνουμε στο περιβάλλον που αναπτυχθήκαμε».
“Η δική μου πορεία», συνέχισε, «άρχισε από μοναστήρι ταπεινά, σπούδασα εργάστηκα και εκπροσώπησα την εκκλησία σε διάφορα φόρα στο εξωτερικό, είχα την ευκαιρία να δω το σύγχρονο κόσμο και να διαπιστώσω τις ανάγκες που έχει ο σύγχρονος νέος, η σύγχρονη κοινωνία. Όλοι δεχόμαστε προκλήσεις κοινωνικές τις οποίες η εκκλησία είναι απαραίτητο να αντιμετωπίσει και να συμβάλει στο να μην οδηγηθεί η κοινωνία σε απορριπτική στάση έναντι της εκκλησίας».
Εξήντα και πλέον χρόνια στο χώρο της εκκλησίας ο Μητροπολίτης Κωνσταντίας Βασίλειος, με σπουδές στην Ελλάδα και την Ελβετία και δύο διδακτορικά πτυχία και τον ίδιο να αρχίζει την πορεία του από τη μονή του Αποστόλου Βαρνάβα και καταγωγή την επαρχία Αμμοχώστου, ανέπτυξε το κοινωνικό έργο που επιτελείται στη Μητρόπολη του, πέραν του πνευματικού για το οποίο και οι ιερείς εργάζονται στις ενορίες τους.