
Με έντονο θεολογικό και κοινωνικό προβληματισμό, το Χριστουγεννιάτικο Μήνυμα 2025 του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βελγίου και Εξάρχου Κάτω Χωρών και Λουξεμβούργου κ. Αθηναγόρα αρθρώνεται ως μια βαθιά πνευματική ανάγνωση της σύγχρονης κρίσης και, ταυτόχρονα, ως κάλεσμα ελπίδας. Αφετηρία του λόγου του αποτελεί ο αγγελικός ύμνος «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη», που αντιπαρατίθεται με μια πραγματικότητα «βαθείας ἀνησυχίας καὶ ἠθικῆς ἀποσυνθέσεως», όπου «οἱ πόλεμοι συνεχίζουν νὰ καταστρέφουν λαούς» και «ἡ λογικὴ τῆς ἰσχύος ἀντικαθιστᾷ αὐτὴν τῆς διακονίας».
Ο Μητροπολίτης ερμηνεύει τη διεθνή αστάθεια ως αντανάκλαση μιας βαθύτερης πνευματικής κρίσης, επισημαίνοντας ότι «ὅταν ἡ ψυχὴ παραμελεῖται, ψηλαφίζει μέσα εἰς τὸ σκοτάδι», ενώ η απόγνωση εκδηλώνεται με τρόπους άλλοτε «κεκρυμμένους» και άλλοτε «θορυβώδεις». Σε αυτό το πλαίσιο, ο άνθρωπος εμφανίζεται παγιδευμένος ανάμεσα στον πόθο της αιωνιότητας και στον φόβο του θανάτου, με αποτέλεσμα η αγάπη να κινδυνεύει «νὰ μετατραπῇ εἰς μῖσος πρὸς τὸν ἑαυτόν του καὶ εἰς ἐχθρότητα πρὸς τοὺς ἄλλους».
Στον πυρήνα του μηνύματος προβάλλει το μυστήριο των Χριστουγέννων ως θεία απάντηση στο σκοτάδι του κόσμου: «Ὁ Θεὸς ἀναμέσον ἡμῶν, ὁ Θεὸς μεθ’ ἡμῶν, ὁ Θεὸς ἐντὸς ἡμῶν». Η Γέννηση του Χριστού, τοποθετημένη συμβολικά «τὸν καιρὸν τῆς πιὸ μεγάλης νύκτας», παρουσιάζεται ως είσοδος του Θεού στον θάνατο «διὰ νὰ νικήσῃ τὸν θάνατον» και ως προμήνυμα του φωτός της Αναστάσεως.
Ο Σεβασμιώτατος υπογραμμίζει ότι με την Ενανθρώπηση «μία ἄλλη δύναμις εἰσέρχεται εἰς τὸν κόσμον»: η δύναμη της «καθαρᾶς καλωσύνης, συγχωρήσεως, ἀλέους καὶ δημιουργικῆς ἀγάπης», που «παρεμβάλλεται διηνεκῶς μεταξὺ ἡμῶν καὶ τοῦ τίποτα». Η πρόσκληση προς τους πιστούς είναι σαφής και απαιτητική: να υποδεχθούν το Βρέφος «διὰ τὸ ὁποῖον οὐκ ἦν τόπος ἐν τῷ καταλύμματι», ανοίγοντας την καρδιά τους στη Θεία Κοινωνία και επιτρέποντας, ίσως το δυσκολότερο, «νὰ μᾶς ἀγαποῦν».
Το μήνυμα ολοκληρώνεται ως προσευχή και αποστολή: μέσα σε «αὐτὸν τὸν κόσμον τοῦ πόνου», οι χριστιανοί καλούνται να γίνουν «πιστοὶ μάρτυρες τοῦ Εὐαγγελίου», μεταφέροντας τα «Καλά Νέα» ότι «ὁ Θεὸς εἶναι πλέον τώρα μαζί μας, πιὸ πλησίον εἰς ἡμᾶς ἀπὸ ὅ,τι ἡμεῖς οἱ ἴδιοι εἰς τὸν ἑαυτόν μας».
