Back to top

Στο Πεκίνο ο Πούτιν: Η θερμή χειραψία με τον Σι και οι διμερείς σχέσεις

16/05/2024 - 13:52

Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν έφτασε σήμερα στο Πεκίνο για συνομιλίες με τον ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ καθώς το Κρεμλίνο ελπίζει να εμβαθύνει μια στρατηγική εταιρική σχέση μεταξύ των δύο ισχυρότερων γεωπολιτικών αντιπάλων των ΗΠΑ. Οι δύο ηγέτες έδωσαν τα χέρια σε μια τελετή υποδοχής έξω από τη Μεγάλη Αίθουσα του Λαού στο κέντρο του Πεκίνου, μετά την άφιξη του Πούτιν στο Πεκίνο τα ξημερώματα. Μέλη του Λαϊκού Απελευθερωτικού Στρατού στάθηκαν προσοχή, ενώ το πυροβολικό απηύθυνε χαιρετισμό στη διάρκεια της σύντομης τελετής.

Ο Πούτιν, ο Σι και άλλοι κορυφαίοι αξιωματούχοι αναμένεται να πραγματοποιήσουν συναντήσεις μέσα στην ημέρα που θα τονίσουν τη δέσμευσή τους στη σχέση «χωρίς όρια». Οι εθνικοί ύμνοι των δύο χωρών ακούγονταν καθώς συναντήθηκαν οι δύο ηγέτες, ενώ δεκάδες ρωσικές και κινεζικές σημαίες κυμάτιζαν γύρω από την πλατεία Τιενανμέν εν μέσω αστυνομικών περιπολιών. 

Ο Πούτιν και ο Σι έχουν συναντηθεί περισσότερες από 40 φορές. Ο Κινέζος πρόεδρος ταξίδεψε για τελευταία φορά στη Μόσχα τον Μάρτιο του 2023, ενώ ο Πούτιν πήγε στο Πεκίνο τον Οκτώβριο για μια σύνοδο κορυφής με φόντο την πρωτοβουλία της Κίνας «Μία Ζώνη Ένας Δρόμος» Η Κίνα και η Ρωσία κήρυξαν μια «χωρίς όρια» συνεργασία τον Φεβρουάριο του 2022 όταν ο Πούτιν επισκέφθηκε το Πεκίνο λίγες μέρες πριν στείλει δεκάδες χιλιάδες στρατεύματα στην Ουκρανία, πυροδοτώντας τον πιο θανατηφόρο χερσαίο πόλεμο στην Ευρώπη από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.

Η επίσκεψη Πούτιν σημειώνεται αφότου η Ρωσία ξεκίνησε μια νέα επίθεση στη βορειοανατολική περιοχή Χάρκοβο της Ουκρανίας, και καθώς ισχυρίζεται ότι προχωρά στη γραμμή του μετώπου μήκους 1.000 χιλιομέτρων, όπου οι δυνάμεις του Κιέβου έχουν παρεμποδιστεί από καθυστερημένες παραδόσεις όπλων και πυρομαχικών από τις ΗΠΑ.

Πριν από την άφιξή του στο Πεκίνο, το κινεζικό κρατικό μέσο ενημέρωσης Xinhua δημοσίευσε μια μεγάλη συνέντευξη με τον Πούτιν στην οποία περιέγραψε τη συνάντηση με τον Σι Τζινπίνγκ ως «διάλογο μεταξύ παλιών φίλων». Επαίνεσε επίσης την Κίνα για τις πρωτοβουλίες της για την «επίλυση της κρίσης στην Ουκρανία». «Δυστυχώς, ούτε η Ουκρανία ούτε οι δυτικοί προστάτες της υποστηρίζουν αυτές τις πρωτοβουλίες. Δεν είναι έτοιμοι να συμμετάσχουν σε έναν ισότιμο, ειλικρινή και ανοιχτό διάλογο που βασίζεται στον αμοιβαίο σεβασμό και την εκτίμηση των συμφερόντων του άλλου» σημείωσε. Παράλληλα επαίνεσε τους οικονομικούς δεσμούς της Ρωσίας με την Κίνα, λέγοντας: «Σήμερα, οι σχέσεις Ρωσίας-Κίνας έχουν φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο από ποτέ και παρά τη δύσκολη παγκόσμια κατάσταση συνεχίζουν να δυναμώνουν». Ωστόσο, σύμφωνα με τον Alexander Gabuev, διευθυντή του Carnegie Russia Eurasia Center, η Ρωσία έχει λίγες άλλες επιλογές.

«Μόνο η Κίνα μπορεί να προσφέρει όλη αυτή την τεχνολογία, από πλυντήρια ρούχων και αυτοκίνητα μέχρι τσιπ στρατιωτικής ποιότητας. Μόνο η Κίνα μπορεί να παρέχει το χρηματοπιστωτικό της σύστημα και το νόμισμά της. Μόνο η Κίνα έχει αυτή την πλευρά της αγοράς για όλα αυτά τα αγαθά. Η Ινδία βρίσκεται κοντά σε αυτό, αλλά η Κίνα είναι μεγαλύτερη. Και μετά είναι τα logistics. Οπότε απλά δεν υπάρχει αντικαταστάτης»

Η Κίνα λειτούργησε ως σωσίβιο για τη Ρωσία, μετά την επιβολή των δυτικών κυρώσεων απέναντι στη Μόσχα. Το Πεκίνο παραμένει από τους κορυφαίους εισαγωγείς ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου, ενώ το εμπόριο μεταξύ των δύο χωρών έχει αυξηθεί ταυτόχρονα. Στη συνέντευξή του στο Xinhua, ο Πούτιν επέκρινε τις «δυτικές ελίτ» στις προσπάθειές τους να «απομονώσουν και να αποδυναμώσουν» τη Ρωσία.

Η Alexandra Prokopenko, συνεργάτης στο Carnegie Russia Eurasia Center και πρώην σύμβουλος της ρωσικής Κεντρικής Τράπεζας, λέει ότι η Ρωσία και η Κίνα πιθανότατα θα χρησιμοποιήσουν τη σύνοδο κορυφής για να σκεφτούν επιλογές για να παρακάμψουν τους περιορισμούς των ΗΠΑ πριν τους εφαρμόσουν αθόρυβα, αναπτύσσοντας πιθανώς εργαλεία που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν από άλλες χώρες που επιδιώκουν να αποφύγουν τους περιορισμούς των ΗΠΑ στο εμπόριο.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία ξεκίνησε όταν η Ρωσία εισέβαλε στη χώρα τον Φεβρουάριο του 2022. Χιλιάδες στρατιώτες και στις δύο πλευρές της σύγκρουσης έχουν σκοτωθεί έκτοτε.