Η καταδίκη του τούρκου τραπεζίτη Μεχμέτ Χακάν Ατίλα από δικαστήριο της Νέας Υόρκης για την κατηγορία ότι βοήθησε το Ιράν να παρακάμψει τις αμερικανικές οικονομικές κυρώσεις έχει επιφέρει μεγάλη βλάβη στις σχέσεις με τις Ηνωμένες Πολιτείες και ενδέχεται να έχει αρνητική επίδραση σε όλες τις μελλοντικές επιχειρήσεις, δήλωσε ο αντιπρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης Μπεκίρ Μποζντάγκ.
Τόνισε δε πως οι απόφαση της αμερικανικής Δικαιοσύνης δεν έχει καμία νομική ισχύ για την Τουρκία και αντιβαίνει στη διεθνή νομοθεσία.
Ο 47χρονος Μεχμέτ Χακάν Ατίλα, υψηλόβαθμο στέλεχος της τουρκικής κρατικής τράπεζας Halkbank, καταδικάστηκε την Τετάρτη από το ομοσπονδιακό δικαστήριο του Μανχάταν για τις πέντε από τις έξι κατηγορίες που τον βάρυναν, μεταξύ των οποίων αυτήν της συνωμοσίας με στόχο την παραβίαση του νόμου για την επιβολή κυρώσεων από τις ΗΠΑ στο Ιράν.
Ο σημαντικότερος μάρτυρας κατηγορίας ήταν ο τουρκοϊρανός έμπορος χρυσού Ρεζά Ζαράμπ, ο οποίος στην κατάθεσή του ενέπλεξε στη συνωμοσία ακόμα και τον τότε πρωθυπουργό και νυν πρόεδρο της Τουρκίας Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Σύμφωνα με τον Ζαράμπ, ο οποίος κατέθεσε μετά από συμφωνία-έκπληξη με τους εισαγγελείς, ο κ. Ερντογάν ζήτησε προσωπικά από δύο τράπεζες να βοηθήσουν το Ιράν να αποκτήσει πρόσβαση σε πόρους που κανονικά είχαν «παγώσει» λόγω των κυρώσεων που είχαν επιβληθεί για το πυρηνικό του πρόγραμμα.
Στην υπόθεση φέρεται να εμπλεκόταν άμεσα και ο πρώην υπουργός Οικονομίας της Τουρκίας Μεχμέτ Καγκλαγιάν, που επίσης αντιμετωπίζει ερήμην βαριές κατηγορίες από την αμερικανική Δικαιοσύνη.
Πέραν των Ατίλα, Καγκλαγιάν και Ζαράμπ οι Αμερικανοί έχουν απαγγέλλει κατηγορίες σε βάρος επτά ακόμα προσώπων, Μόνο ο Ζαράμπ και ο Ατίλα έχουν συλληφθεί.
Σε σχόλιο που έκανε στο Twitter, ο κ. Μποζντάγκ ισχυρίζεται ότι η απόφαση της αμερικανικής Δικαιοσύνης αποδεικνύει σαφώς ότι οι ΗΠΑ και οι υπηρεσίες πληροφοριών τους, η CIA και το FBI, είχαν συνεργαστεί με το δίκτυο του Φετχουλάχ Γκιουλέν, τον οποίο η Άγκυρα κατηγορεί ότι ενορχήστρωσε το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 στην Τουρκία.
Σε συνέντευξή του στην τουρκική τηλεόραση, η οποία μεταδόθηκε απευθείας, ο κ. Μποζντάγκ χαρακτήρισε την υπόθεση Ατίλα «ολότελα πολιτική». Πρόσθεσε ότι η ετυμηγορία του δικαστηρίου της Νέας Υόρκης δεν θα προκαλέσει «καμία οικονομική ζημία στην ισχυρή οικονομία της Τουρκίας».
Με την χθεσινή απόφασή του, «το αμερικανικό δικαστήριο [...] αναμειγνύεται στις εσωτερικές υποθέσεις της Τουρκίας με άνευ προηγουμένου τρόπο», ανακοίνωσε από την πλευρά του το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών.
Η απόφαση αυτή είναι «άδικη» και στηρίζεται σε «όπως τα αποκαλούν 'στοιχεία', τα οποία είναι πλαστά και υπάρχουν υποψίες ότι αποτελούν προϊόν πολιτικής εκμετάλλευσης», προστίθεται στην ανακοίνωση, με την οποία το υπουργείο Εξωτερικών της Άγκυρας ζητεί από το αμερικανικό δικαστήριο να ανακαλέσει την απόφασή του.
Η Halkbank ανακοίνωσε ότι ο Ατίλα έχει το δικαίωμα να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης αυτής του αμερικανικού δικαστηρίου και τόνισε ότι η ίδια τηρεί πάντα τους εθνικούς και διεθνείς κανονισμούς.
Η τουρκική τράπεζα σημείωσε επίσης ότι δεν ήταν διάδικος στην υπόθεση αυτή στο αμερικανικό δικαστήριο και ότι δεν ελήφθη καμία διοικητική ή οικονομική απόφαση εναντίον της.
Ο ίδιος ο κ. Ερντογάν έχει απορρίψει τη δίωξη ως μια διαδικασία με πολιτικά κίνητρα που έχει σκοπό την υπονόμευση της κυβέρνησής του.
Η ποινή του Μεχμέτ Χακάν Ατίλα θα ανακοινωθεί στις 11 Απριλίου, σύμφωνα με ανακοίνωση της εισαγγελίας.