Back to top

Mocking of Christ: Σκοπιανό παραλήρημα για «Μακεδονία του Αιγαίου» και «εθνοκάθαρση» των «Μακεδόνων» από τους Έλληνες

22/10/2018 - 13:52

Οι Σκοπιανοί παίζουν καλά το παιχνίδι της προπαγάνδας γνωρίζοντας πως στο τέλος όλοι πιστεύουν αυτόν που εμμένει στην δική του εκδοχή της Ιστορίας.

Η Ελλάδα άλλωστε με την συμφωνία των Πρεσπών κάνει πίσω από μόνη της στην δική της ιστορική αλήθεια που είναι και η αντικειμενική ακαδημαϊκή αναγνωρισμένη παγκοσμίως.

Σήμερα μια κινηματογραφική ταινία, με ήρωα έναν Έλληνα που ανακαλύπτει πως είναι... Σκοπιανός και τελικά “σταυρώνεται” επάνω σ' έναν χάρτη της Ελλάδας επιχειρεί να δείξει πως στην Μακεδονία υπάρχει δήθεν «μακεδονική» μειονότητα η οποία και «εκκαθαρίστηκε» κατά την διάρκεια του Εμφυλίου από τον ελληνικό Εθνικό Στρατό.

Είναι γνωστό πως εκείνα τα χρόνια οι λεγόμενοι Σλαβομακεδόνες (με σλαβική συνείδηση) επιδίωκαν την απόσχιση της Μακεδονίας.

Πρόκειται για το νέο έργο του σκοπιανού σκηνοθέτη Γιάνι Μποζάτζι “Χλευασμός του Χριστού” (Mocking of Christ), που ήδη ξεκίνησε να προβάλλεται σε κινηματογράφους της χώρας, παρά τις αντιδράσεις της κυβέρνησης Ζάεφ.

Στην ταινία του ο δημιουργός, επιχειρεί με ισχυρούς σκηνοθετικούς συμβολισμούς, να κατηγορήσει τη χώρα μας για υποτιθέμενη... «εθνοκάθαρση» των «Μακεντόνετς» στην ελληνική Μακεδονία κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο. 

Το story αφορά έναν Έλληνα δημοσιογράφο στο Παρίσι, ονόματι Αλέξανδρο Φιλιππόπουλο, που μετά τον θάνατο του πατέρα του Λάζαρου- πολιτικού πρόσφυγα στα Σκόπια- επιστρέφει στην γενέτειρά τους Πρέσπες και ανακαλύπτει τις... ρίζες του.

Πως δεν είναι Έλληνας, αλλά Σκοπιανός. Στη διάρκεια τής ταινίας παρουσιάζεται εντέχνως η πάγια επιχειρηματολογία των Σκοπίων, για “διαμελισμό” της ενιαίας Μακεδονίας και αφανισμό της “μακεδονικής” μειονότητας από τις ελληνικές Αρχές. Στο έργο παρουσιάζεται και η δράση Αλβανών τρομοκρατών του UCK, ενώ στο τέλος του έργου ο κεντρικός ήρωας δολοφονείται με ... “σταύρωση” σε πινακίδα νέου αυτοκινητόδρομου στην Βόρεια Ελλάδα, που “νοερά” χωρίζει την Μακεδονία στα δύο.

“Στην τέχνη όλα επιτρέπονται. Δεν βρίσκω το λόγο που θα πρέπει να ενοχλήσει κάποιους η ταινία. Εγώ προσωπικά δεν θα είχα καμία απολύτως ενόχληση. Δεν θεωρώ πως ένας άντρας εσταυρωμένος πάνω στον χάρτη της Ελλάδας είναι κάτι ιδιαίτερο” λέει στο ΘΕΜΑ ο Γιάνι Μποζάτζι, συμπληρώνοντας -επιχειρώντας να δικαιολογήσει τον σκηνοθετικό του οίστρο- πως: “Δυστυχώς, σήμερα σταυρωνόμαστε όλοι μεταξύ θελημάτων και ευκαιριών. Εδώ, όπως και στην Ελλάδα και παντού στα Βαλκάνια, με υλικούς και πνευματικούς όρους”.

Ο 48χρονος δημιουργός υπερτονίζει με κάθε ευκαιρία πως κατάγεται από “οικογένεια προσφύγων από τον Εμφύλιο Πόλεμο στην Ελλάδα”, το αναφέρει και στο βιογραφικό του, στην επίσημη ιστοσελίδα του.

Οι γονείς του εγκατέλειψαν ως “Μακεντόνετς” το Κιλκίς το 1948, στη δίνη της εμφύλιας σύγκρουσης και της προσπάθειας μερίδας των λεγόμενων “Σλαβομακεδόνων” για αυτονόμηση και απόσχιση της ελληνικής Μακεδονίας από τον εθνικό κορμό.

Μέρος των προσωπικών του βιωμάτων, ως ΄'Αιγαιάτης Μακεδόνας”, αναφέρονται εμμέσως στην πλοκή της ταινίας του. “Οι πρόγονοί μου είναι από την περιοχή του Κιλκίς. Οι εμπειρίες μου μαζί τους είναι θετικές και έχουν μοιραστεί μαζί μου πολλές ιστορίες που έφεραν μαζί μέσω του Κιλκίς και της Θεσσαλονίκης.

Είμαι αιώνια ευγνώμων για την δύναμη και το πνεύμα αυτών των ανθρώπων, τους οποίους δεν έχω ακούσει ποτέ να παραπονιούνται για τη ζωή τους παρά τα όσα έχουν περάσει” λέει, επιχειρώντας να δώσει απαντήσεις για όσα συνέβησαν την περίοδο του καταστροφικού Εμφυλίου στην Ελλάδα και για συμπατριώτες του που πήραν τα όπλα για τον διαμελισμό της ελληνικής Μακεδονίας.

“Στον Εμφύλιο Πόλεμο οι άνθρωποι πήραν μέρος για διάφορους λόγους. Εκατοντάδες χιλιάδες συμμετείχαν σ' αυτόν και είναι σίγουρο ότι μεταξύ τους υπήρχαν άτομα και ομάδες με τέτοιες ιδέες” παραδέχεται ο ίδιος, τονίζοντας ωστόσο: “Σήμερα 70 χρόνια μετά, πιστεύω πως είναι πολιτισμένο να συζητηθούν όλες οι πλευρές του Πολέμου. Όλα όσα ήταν καλά και όλα όσα ήταν κακά, ώστε να μην επαναληφθεί. Είναι ένα κομμάτι της ιστορίας το οποίο προκαλεί ακόμη τραύμα. Αυτό δεν πρέπει να αρνείται, πρέπει να συζητηθεί. Είμαστε πολιτισμένοι άνθρωποι και έτσι θα πρέπει να φερόμαστε” λέει.

Προκειμένου να μη διαταράξει την ήδη εύθραυστη “Συμφωνία των Πρεσπών” και το καλό φιλικό κλίμα με την κυβέρνηση Τσίπρα, αλλά κυρίως για να μη δυσαρεστήσει του Αλβανούς κυβερνητικούς του συμμάχους, ο πρωθυπουργός Ζόραν Ζάεφ πρωτοστάτησε στην απαγόρευση προβολής της ταινίας στους κινηματογράφους της χώρας.

Η απαγόρευση, που τελικά κατέπεσε στις αίθουσες των δικαστηρίων που κατέφυγε ο δημιουργός, συνέπεσε με το πρόσφατο δημοψήφισμα στα Σκόπια.

Η ταινία ουσιαστικά έγινε μέρος της διαμάχης μεταξύ κυβέρνησης και εθνικιστικής αντιπολίτευσης, ενώ ακόμη και ο πρόεδρος της χώρας Γκιόργκι Ιβανόφ, πολέμιος της Συμφωνίας των Πρεσπών, δήλωσε δημόσια την υποστήριξή του στο πρόσωπο του Μποζάτζι. “Η κυβέρνηση Ζάεφ ήθελε να απαγορεύσει την ταινία χωρίς να την δει ποτέ.

Τελικά δικαιωθήκαμε στα δικαστήρια και η κυβέρνηση έκανε πίσω.. Ο κόσμος μας υποστηρίζει γιατί είναι αηδιασμένοι από την ιδέα πως κάποιος προσπαθεί να απαγορεύσει μια ταινία το 2018” λέει ο δημιουργός για το θόρυβο που προκλήθηκε το τελευταίο διάστημα και στα Σκόπια. Να σημειωθεί πως η παραγωγή της συγκεκριμένης ταινίας είχε υποστηριχθεί οικονομικά από την προηγούμενη κυβέρνηση Γκρούεφσκι στα Σκόπια, μέσω χρηματοδότησης από το Υπουργείο Εσωτερικών και στα social media οι ψηφοφόροι του εθνικιστικού VMRO υπεραμύνονται της προκλητικής ταινίας.

Ελληνικές συμμετοχες

Στην ταινία του Μποζάτσι συμμετέχει και καστ Ελλήνων ηθοποιών, ενώ συμπρωταγωνίστρια είναι η Ιωάννα Πηλιχού. Όπως λέει ο δημιουργός, οι Έλληνες συνεργάτες του δεν είχαν οποιοδήποτε πρόβλημα με το προκλητικό σενάριο και την υπόθεση της ταινίας, ακόμη και για την επίμαχη σκηνή με τον “σταυρωμένο” στον χάρτη της Ελλάδας.

“Είναι μια ταινία. Μια ιστορία. Σε μια ταινία, κάνεις δεν γεννήθηκε ή πέθανε. Στην τελική όλοι τους είναι ηθοποιοί. Παίζουν τους ρόλους που τους δόθηκαν όχι τους εαυτούς τους! Αν κάποιος παίξει τον Βασιλιά σε μια ταινία, δεν τον κάνει βασιλιά στην πραγματικότητα” λέει.

Σκηνές του έργου γυρίστηκαν και στην Ελλάδα (σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη και Φλώρινα), ενώ στους υποστηρικτές -εκτός από το υπουργείο Εσωτερικών των Σκοπίων είναι και ο δήμος... Αθηναίων. Ο Μπογιάτσι υποστηρίζει πως η ταινία πραγματοποιήθηκε με μικρό κόστος και δεν έτυχε κάποιας οικονομικής ενίσχυσης από τον δήμο Αθηναίων όπως αναγράφεται στους τίτλους τέλους. “Δεν είχαμε κάποια συγκεκριμένη οικονομική υποστήριξη από τις ελληνικές Αρχές, έκτος από την καλοσύνη και τη δεκτικότητά τους, και την υποστήριξη από απλούς Αθηναίους που μας βοήθησαν όσο είχαμε γυρίσματα στην Αθήνα. Για αυτό, τους ευχαριστήσαμε στο τέλος”.

Πάντως διευκρινήσεις για την εμπλοκή του δήμου Αθηναίων στην ταινίας του Γιάνι Μποζάτζι, έδωσε και ο ο εκπρόσωπος τύπου του δήμου Γιώργος Σταματόπουλος, ο οποίος έκανε γνωστό πως οι παραγωγοί της ταινίας δεν είχαν ζητήσει ποτέ άδεια την πραγματοποίηση κινηματογραφικών γυρισμάτων στους δρόμους της Αθήνας όπως είθισται. «Για να αναγραφεί το όνομα του δήμου πρέπει να υπάρχει ένας πραγματικός λόγος. Δεν υπάρχει παραγωγή που να έχει ζητήσει άδεια για χρήση δρόμων πλατειών από το δήμο Αθήνας» τόνισε ο εκπρόσωπος τύπου του δήμου Αθηναίων Γιώργος Σταματόπουλος.

Ο Γιάνι Μποζάτζι είναι γνωστός σκηνοθέτης και παραγωγός στα Σκόπια. Έχει στο ενεργητικό του πολλές ταινίες και τηλεοπτικά σήριαλ, καθώς και ντοκιμαντέρ. Έχει σπουδάσει θεάτρο & κινηματογράφο στα Σκόπια και στην Σόφια. Η τελευταία του ταινία, Το διαγωνίστηκε στο Φεστιβάλ του Μόντρεαλ και απέσπασε «Μνεία πρωτοπορίας».

Όπως λέει ο δημιουργός η προκλητική ταινία θα προβληθεί σύντομα στην Ελλάδα, χωρίς όμως να αποκαλύπτει περισσότερες λεπτομέρειες. ”Η Ελλάδα είναι μια ελεύθερη χώρα, δημοκρατική. Σαφώς και θα προβληθεί. Απλά συζητάμε τις λεπτομέρειες” λέει ο Μποζάτζι.

Δείτε το trailer

Ακολουθεί απόσπασμα από το βιβλίο «Δημοκρατικός Στρατός Ελλάδας, 1946-1949», σελ 57-61

Σε ό,τι αφορά την εθνοτική ταυτότητα των μαχητών του ΔΣΕ εμφανιζόταν μεγαλύτερη ανομοιογένεια. Η μεγάλη διαίρεση ήταν ανάμεσα στους Σλαβομακεδόνες και τους Έλληνες. Το ΚΚΕ κατάφερε να κινητοποιήσει το τμήμα εκείνο των Σλαβομακεδόνων που βρίσκονταν κάτω από τον εδαφικό του έλεγχο. Σύμφωνα με γιουγκοσλαβικές πηγές και πηγές του Ελληνικού Γενικού Επιτελείου, οι Σλαβομακεδόνες αποτέλεσαν περίπου το 20-25% της συνολικής δύναμης του ΔΣΕ, δηλαδή περίπου 15.000-20.000 άτομα σε όλη τη διάρκεια του πολέμου. Πιο αναλυτικά, στα μέσα του 1947 υπολογίζονταν σε 5.200, δηλαδή περίπου στο ένα τέταρτο της δύναμης του Δημοκρατικού Στρατού. Ώς τα μέσα του 1948, φαίνεται πως είχαν ενταχθεί στο ΔΣΕ περίπου 14.000 Σλαβομακεδόνες. Κατά τα τέλη του 1948 συνιστούσαν το 30% περίπου της δύναμης του ΔΣΕ και προς το τέλος του Εμφυλίου ήταν πλειονότητα στις μονάδες του Γράμμου και του Βίτσι. Το στέλεχος του ΔΣΕ Παντελής Βαϊνάς και ο βρετανός Κρις Γουντχάουζ αναφέρουν πως το 1948 11.000 από τους 25.000 μαχητές του ΔΣΕ ήταν Σλαβομακεδόνες και στα μέσα του 1949 ο αριθμός αυτός ανήλθε σε 14.000 σε σύνολο 20.000 ανταρτών. Σε κάθε περίπτωση, αποτελούσαν την πιο σημαντική εθνοτική ομάδα μέσα στο ΔΣΕ.

 

Η συνύπαρξη των Σλαβομακεδόνων με τους υπόλοιπους ήταν προβληματική και δημιουργήθηκαν πολλές τριβές. Σε αντίθεση τόσο με την προπαγάνδα του Κόμματος, για «την ανοικοδόμηση της νέας ζωής στις λεύτερες σλαυομακεδόνικες περιοχές», όσο και με αυτή του ελληνικού κράτους, η ηγεσία του ΚΚΕ κάθε άλλο παρά με εμπιστοσύνη περιέβαλε τους Σλαβομακεδόνες του ΝΟΦ (Λαϊκού Απελευθερωτικού Μετώπου), τους οποίους αντιμετώπιζε ως καθυστερημένους πληθυσμούς, που είχαν ανάγκη διαφώτισης, και φρόντιζε να έχει υπό ασφυκτικό έλεγχο τα στελέχη τους. Με απόφαση της ηγεσίας του ΔΣΕ μετακινήθηκαν 900-1.000 περίπου σλαβόφωνοι μαχητές από την Έδεσσα, τη Φλώρινα και την Καστοριά προς τη Θεσσαλία και τη νότια Πίνδο, προκαλώντας έντονη δυσφορία σ’αυτούς που βρέθηκαν μακριά από τα σπίτια τους αλλά και έκδηλη αμηχανία στους έλληνες μαχητές του ΔΣΕ, που για πρώτη φορά αναγκάστηκαν να συνυπάρξουν μαζί τους, και στους ελληνικούς πληθυσμούς των περιοχών αυτών. Κατανοώντας μάλιστα η ηγεσία του Κόμματος το πολιτικό πρόβλημα που ανέκυψε, υποχρέωσε τους μαχητές αυτούς να μιλάνε ελληνικά, ειδικά μάλιστα όταν περνούσαν κοντά από κατοικημένη περιοχή. Διακρίσεις φαίνεται πως εμφανίζονταν ανάμεσα στους Έλληνες και τους σλαβόφωνους και στα θέματα των προαγωγών: «σε όλα τα πόστα είναι Έλληνες. Οι σλαβομακεδόνες αγωνίζονται και οι Έλληνες διοικούν» γκρίνιαζε ένας σλαβόφωνος μαχητής, γεγονός που και η ίδια η ηγεσία του ΚΚΕ είχε εντοπίσει ως «σοβινιστικό» πρόβλημα. Αρκετοί σλαβομακεδόνες κατώτεροι αξιωματικοί, μάλιστα, είχαν παραπονεθεί προς την ηγεσία του ΔΣΕ πως είχαν αδικηθεί στις προαγωγές μόνο και μόνο λόγω της εθνοτικής τους καταγωγής. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, την άνοιξη του 1948 ένας αριθμός από γνωστούς ηγέτες του ΝΟΦ απευθύνθηκε στο γιουγκοσλαβικό ΚΚ προκειμένου να βρει υποστήριξη. Αμέσως, ο γιουγκοσλάβος υπερ-υπουργός Αλεξάνταρ Ράνκοβιτς διαμαρτυρήθηκε στον Πέτρο Ρούσο πως το ΚΚΕ δεν αντιμετώπιζε τους Σλαβομακεδόνες ισότιμα με τους υπόλοιπους μαχητές. Τα πράγματα επιδεινώθηκαν για τους σλαβόφωνους μετά τη ρήξη του Τίτο με την Κομινφόρμ το καλοκαίρι του 1948. Ένας σημαντικός αριθμός εκκαθαρίσεων σημειώθηκε και μεγάλος αριθμός σλαβόφωνων τοποθετήθηκε στη λίστα των υπόπτων για προσχώρηση στην «τιτική προδοσία». Έγινε φανερό πλέον πως σημαντικός αριθμός των σλαβόφωνων του ΝΟΦ αντιμετώπιζε τα στελέχη του ΔΣΕ πρωτίστως ως Έλληνες και όχι ως κομουνιστές συντρόφους. Αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν η δραματική αύξηση του αριθμού των λιποταξιών ανάμεσα στους σλαβομακεδόνες μαχητές. Οι λιποταξίες ήταν σημαντικά μεγαλύτερες στο σλαβόφωνο πληθυσμό σε σχέση με αυτές των Ελλήνων, λόγω της δυνατότητας των πρώτων να βρουν καταφύγιο στη Γιουγκοσλαβία καθώς «κείνος που πηγαίνει μέσα τον περιποιούνται και δεν τον ξαναστέλνουν στην Ελλάδα». Εντέλει, πολλοί Σλαβομακεδόνες είχαν γίνει αρνητικοί απέναντι στον αγώνα του ΔΣΕ, καλλιεργώντας μια «διαλυτική γραμμή» που φώναζε στους μαχητές: «μην πάτε κορόιδα να σκοτώνεστε άδικα στο ΔΣΕ». Ο ΔΣΕ επιχείρησε να στρατολογήσει Σλαβομακεδόνες και στη Βουλγαρία. Όμως εκεί απέτυχε πλήρως, καθώς οι βουλγαρικές αρχές δεν επέτρεψαν στις αποστολές που οργάνωσε ο ΔΣΕ να έρθουν σε επαφή με σλαβομακεδόνες πρόσφυγες.

Η ισχυρή παρουσία των σλαβόφωνων και η θέση του ΚΚΕ για αυτονομία έδιναν τροφή για γκρίνιες και από την πλευρά των Ελλήνων. Αρκετοί, πρώην ελασίτες μάλιστα, δεν είχαν ξεχάσει πως κατά τη διάρκεια της Κατοχής συγκροτήθηκαν στη Δυτική Μακεδονία πολιτικο-στρατιωτικές οργανώσεις (το Αξονομακεδονικό Κομιτάτο και η Οχράνα) που είχαν συνεργαστεί με τις δυνάμεις του Άξονα και μέσα στις οποίες είχαν στρατευτεί ένοπλα χιλιάδες σλαβόφωνοι. Σε διάφορους κύκλους μαχητών διατυπωνόταν η εκτίμηση πως «το αντάρτικο για μας τους Έλληνες δεν είναι καλό. Μόνο για τους Σλαβομακεδόνες [είναι καλό] γιατί τους χαλάνε τη γλώσσα». Η απόφαση της 5ης ολομέλειας για την αυτοδιάθεση της Μακεδονίας φαίνεται πως απογοήτευσε έναν αριθμό ελλήνων ανταρτών, που αποκήρυξαν το Κομμουνιστικό Κόμμα. Σε αρκετές συνελεύσεις μαχητών τα στελέχη του ΔΣΕ προσπάθησαν να αναλύσουν την απόφαση του Κόμματος, αλλά συνάντησαν πολλά ερωτήματα ή και αντιρρήσεις.