Back to top

Ίμια: Οι ΗΠΑ αποκαλύπτουν πως «οι Τούρκοι ήξεραν ότι είναι ελληνικά»

03/02/2025 - 12:20

Τόσο η Άγκυρα όσο και η Ουάσιγκτον γνώριζαν καλά ότι τα Ίμια είναι ελληνικά. Πρόκειται για την αποκαλυπτική διαπίστωση του Τόμας Νάιλς, ο οποίος ήταν πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα την περίοδο 1993-97. Η μαρτυρία του Αμερικανού διπλωμάτη, την οποία παραθέτει η εφημερίδα «Καθημερινή», καταγράφεται σε συνομιλία του με τον ιστορικό Τσαρλς Στιούαρτ Κένεντι τον Ιούνιο του 1998 και βρίσκεται καταχωρισμένη στο αρχείο της αμερικανικής Ένωσης Διπλωματικών Σπουδών και Κατάρτισης - ADST. «Πήραμε τη θέση ότι δεν θα παίρναμε θέση για το ζήτημα της κυριαρχίας, αλλά ότι θα ενθαρρύναμε τα κράτη –Ελλάδα και Τουρκία- να το λύσουν. Είπαμε ότι συμφωνούμε γενικώς με την ελληνική θέση πως αυτό ήταν κάτι που πρέπει να πάει στο Διεθνές Δικαστήριο. Προσωπικά πιστεύω ότι αυτό ήταν μεγάλο λάθος. Ξέραμε από τη στιγμή που πήραμε αυτή τη θέση ότι οι Έλληνες είχαν δίκιο στο επιχείρημα της κυριαρχίας. Οι Τούρκοι γνώριζαν ότι ξέραμε πως η θέση τους ήταν πολύ αδύναμη», τονίζει συγκεκριμένα στη συνέντευξη με τον Αμερικανό ιστορικό ο διπλωμάτης που διαχειρίστηκε την κρίση των Ιμίων από το πόστο του πρέσβη στην Αθήνα. Αναφέρεται μάλιστα στις συνέπειες που είχε η επιλογή της Ουάσιγκτον για τη διαμόρφωση των μετέπειτα τουρκικών διεκδικήσεων: «Όταν αρνηθήκαμε να πάρουμε θέση, στείλαμε ένα μήνυμα στους Τούρκους ότι ετοιμαζόμασταν να επιτρέψουμε ή να μην κάνουμε τίποτα για την επιθετική τουρκική συμπεριφορά προς τους Έλληνες στα εδαφικά ζητήματα στο Αιγαίο. Δεν θέλαμε να προσβάλουμε έναν σημαντικό σύμμαχο, την Τουρκία, αλλά αυτό στο οποίο οδήγησε ήταν μια σειρά τουρκικών αξιώσεων και δηλώσεων για εδαφικά ζητήματα του Αιγαίου που δηλητηρίασαν ακόμη περισσότερο τη σχέση με την Ελλάδα». 

Θα έχαναν στη Χάγη

Την άνοιξη του 1996, ο Τζον Κόρνμπλουμ είχε αντικαταστήσει τον Ντικ Χόλμπρουκ ως βοηθός υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ. Μαζί με τον Τόμας Νάλις στην Αθήνα και τον Μαρκ Γκρόσμαν –τότε πρέσβη των ΗΠΑ στην Άγκυρα, εργάστηκαν για περίπου ένα χρόνο με στόχο την εξεύρεση μιας φόρμουλας η οποία θα αντιμετώπιζε το ζήτημα που είχε προκύψει γύρω από τα Ίμια. Ανατρέχοντας σε εκείνη την περίοδο, ο Νάιλς αποκαλύπτει πλούσιο παρασκήνιο γύρω από τις διπλωματικές διεργασίες με φόντο τη Χάγη.

«Θέλαμε η Ελλάδα και η Τουρκία να πουν σε κοινή δήλωση ότι θα στείλουν το θέμα στο Διεθνές Δικαστήριο. Υπήρχε πάντα κάποιο πρόβλημα από την ελληνική πλευρά ή πιο συχνά από την τουρκική πλευρά. Οι Τούρκοι κάποια στιγμή μάς είπαν ανοιχτά ότι ήξεραν πως θα έχαναν μια υπόθεση για τα Ίμια στο Διεθνές Δικαστήριο, αλλά θα ήταν έτοιμοι να το επιτρέψουν να συμβεί, αρκεί να μπορούσαν να εξισορροπήσουν την ήττα με μια νίκη. Αν ήταν να επιτρέψουν να πάει το θέμα των Ιμίων στο δικαστήριο, ήθελαν να επιληφθεί το Διεθνές Δικαστήριο ταυτόχρονα και του θέματος της στρατιωτικοποίησης των Δωδεκανήσων», τονίζει χωρίς περιστροφές στη συζήτηση με τον Τσαρλς Στιούαρτ Κένεντι ο Αμερικανός διπλωμάτης. Μάλιστα, σε εκείνο το σημείο, δεν διστάζει να καταθέσει λεπτομερώς την οπτική του ως προς το ζήτημα της στρατιωτικοποίησης των νησιών: «Η Συνθήκη των Παρισίων του 1947 ήταν η συνθήκη ειρήνης με την Ιταλία, την οποία υπέγραψαν η Ελλάδα και οι ΗΠΑ, αλλά όχι η Τουρκία. Τερμάτισε τη συμμετοχή της Ιταλίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και, μεταξύ άλλων, με τέφερε τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα. Η Συνθήκη των Παρισίων ανέφερε επίσης ότι τα Δωδεκά νησα έπρεπε να αποστρατιωτικοποιηθούν. Οι Έλληνες ισχυρί ζονται ότι μέχρι την εισβολή της Τουρκίας στην Κύπρο το 1974 τηρούσαν αυτές τις διατάξεις. Δεν έχω κανένα λόγο να το αμφισβητήσω. Μετά το 1974, χρησιμοποιώντας το άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, που είναι το δικαίωμα στην αυτοάμυνα, οι Έλληνες ισχυρίζονται ότι η χρήση βίας από τους Τούρκους στην Κύπρο τούς δίνει το δικαίωμα να σταθμεύουν δυνάμεις στα Δωδεκάνησα, αφού οι Τούρκοι ενδέχεται να ασκήσουν δύναμη εναντίον της Ρόδου, που βρίσκεται πολύ κοντά στην Τουρκία, ή σε ένα από τα άλλα νησιά. Στην πραγματική ζωή, λόγω της γεωγραφίας της περιοχής -τα Δωδεκάνησα βρίσκονται ακριβώς κατά μήκος των ακτών της Τουρκίας και μακριά από την ηπειρωτική Ελλάδα , θα ήταν αδύνατο για τους Έλληνες να υπερασπιστούν τα Δωδεκάνησα από μια τουρκική εισβολή, όπως οι Ιππότες του Αγίου Ιωάννη των Ιεροσολύμων δεν μπόρεσαν να υπερασπιστούν τη Ρόδο και οι Γενουάτες δεν μπόρεσαν να υπερασπιστούν τη Χίο από τον Σουλεϊμάν τον Μεγαλοπρεπή το 1527. Αλλά οι Έλληνες ένιωθαν ότι έπρεπε να είναι εκεί στρατιωτικά για να αισθάνονται πιο ασφαλείς οι άνθρωποί τους».

Η απραξία της Ευρώπης

Ξεχωριστό ενδιαφέρον παρουσιάζει η αποστροφή του Νάιλς όταν ο Κένεντι περιγράφει την κρίση των Ιμίων σαν έναν καβγά μεταξύ παιδιών και τον ρωτάει αν η Ελλάδα και η Τουρκία κατά βάθος ήθελαν να τις σταματήσει η Ουάσιγκτον, ώστε να μη συρθούν σε σύρραξη. «Ναι, ήθελαν να τους σταματήσουμε. Είμαι σίγουρος ότι το επιθυμούσαν με την καρδιά τους. Κανείς δεν ήθελε να κάνει πόλεμο για τα Ίμια, ή οτιδήποτε άλλο για αυτό το θέμα, αλλά τα μέσα ενημέρωσης και τα εγχώρια πολιτικά κριτήρια και στις δύο πλευρές τους εμπόδισαν να κάνουν πίσω. Το έκαναν μόνο υπό την πίεση των Ηνωμένων Πολιτειών. Συμμετείχαν ο πρόεδρος, ο υπουργός Εξωτερικών Κρίστοφερ, ο υπουργός Αμυνας Πέρι, ο βοηθός υπουργός Εξωτερικών Χόλμπρουκ, οι δύο πρέσβεις και ο πρόεδρος του Μεικτού Επιτελείου. Ο Ντικ Χόλμπρουκ σχολίασε αργότερα ότι δουλεύαμε τη νύχτα, ενώ οι Ευρωπαίοι κοιμούνταν. Αυτό ήταν ένα υποτιμητικό σχόλιο για την Ευρωπαϊκή Ένωση, αγενές και ίσως περιττό, αλλά παρ' όλα αυτά αληθινό. Οι Βρετανοί αντέδρασαν άσχημα σε αυτό. Ήταν οριακά χρήσιμοι, ενώ οι υπόλοιποι απλώς στέκονταν τριγύρω και αναρωτιούνταν τι συνέβαινε. Νομίζω ότι αυτό είναι ένα παράδειγμα της πραγματικότητας ότι αν πρόκειται να συμβεί κάτι σημαντικό, αυτό θα γίνει από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Θα πρέπει εμείς να πάρουμε την πρωτοβουλία. Δεν μπορούμε πάντα να το κάνουμε μόνοι μας και δεν πρέπει να το προσπαθούμε. Αν δεν είχαμε εμπλακεί πλήρως με το ζήτημα των Ιμίων, η Ελλάδα και η Τουρκία θα μπορούσαν κάλλιστα να είχαν οδηγηθεί σε πόλεμο», σχολιάζει ο πρώην πρέσβης των ΗΠΑ στην Αθήνα. 

Οι ώρες του επεισοδίου

«Ήμουν σε συνεχή επαφή με την (σ.σ. ελληνική κυβέρνηση, προειδοποιώντας τη να μην προβεί σε οποιαδήποτε βιαστικά μέτρα. Το πρωί της 29ης Ιανουαρίου 1996 μάθαμε ότι οι ελληνικές δυνάμεις είχαν αποβιβαστεί στα Ίμια. Κάλεσα τον υπουργό Άμυνας και επιβεβαίωσε ότι στρατεύματα αποβιβάστηκαν στα Ίμια. Του είπα ότι έπρεπε να τους αποσύρει και μου απάντησε ότι δεν μπορούσε να απομακρύνει τα στρατεύματα από ελληνικό έδαφος. Κάλεσα τον πρωθυπουργό και επανέλαβα τη θέση μου, προειδοποιώντας ότι η τουρκική απάντηση μπορεί να είναι απρόβλεπτη.

Ειδοποίησα επίσης το κέντρο επιχειρήσεων και τον ομόλογό μου στην Άγκυρα ότι μάλλον μπήκαμε σε μια δύσκολη κατάσταση. ( ...) Ένα από τα προβλήματα ήταν ότι ο Έλληνας αρχηγός του Επιτελείου, ναύαρχος Λυμπέρης, ήταν υπερεθνικιστής και πολύ δύσκολος να τον διαχειριστείς. Προσπαθήσαμε να δημιουργήσουμε μια επαφή μεταξύ εκείνου και του στρατηγού Σαλικασβίλι (σ.σ. ο τότε επικεφαλής του Μεικτού Επιτελείου), αλλά η προσπάθεια απέτυχε. (...) Περίπου στις 2 τα ξημερώματα μάθαμε ότι οι Τούρκοι είχαν αποβιβάσει δυνάμεις σε ένα άλλο μικροσκοπικό νησί –δεν θυμάμαι το όνομά του- πολύ κοντά στα Ίμια. Την ίδια περίπου ώρα, ελληνικό ελικόπτερο συνετρίβη στην περιοχή με αποτέλεσμα να χάσουν τη ζωή τους τρία μέλη του πληρώματος. Φαινόταν ότι η συντριβή είχε σχέση με τις καιρικές συνθήκες, αλλά δεν μπορούσες να είσαι σίγουρος. Ήταν μια περίοδος έντασης. Αλλά, κατά ειρωνικό τρόπο, το γεγονός ότι οι Τούρκοι είχαν στρατεύματα σε ένα μικροσκοπικό νησί και οι Έλληνες είχαν στρατεύματα στα Ίμια δημιούργησε μια βάση πάνω στην οποία και οι δύο μπορούσαν να συμφωνήσουν να αποσύρουν τις δυνάμεις τους. Έτσι η κρίση άρχισε να εκτονώνεται γύρω στις 3 π.μ.». 

*Με πληροφορίες από την εφημερίδα «Καθημερινή»