Εμμανουέλ Μακρόν και Άνγκελα Μέρκελ δε φαίνεται να χαίρονται από την επικείμενη συνάντηση Τραμπ - Πούτιν... Αντίθετα μαλλον!
Η συνάντηση θα γίνει σε μια περίοδο που ο Τραμπ κατηγορείται από τις μυστικές υπηρεσίες της χώρας του για ρωσική παρέμβαση υπέρ του, στις αμερικανικές εκλογές. «Η Ρωσία», έγραψε ο Τραμπ σε ένα tweet την περασμένη Πέμπτη, «συνεχίζει να λέει ότι δεν έχει καμία σχέση με την παρέμβαση στις εκλογές μας». Οι αμερικανικές υπηρεσίες λένε το αντίθετο και παράλληλα άλλες ευρωπαϊκές χώρες κατηγορούν τη Ρωσία ότι ενεπλάκη στις εκλογικές τους αναμετρήσεις.
Επιπλέον ο Τραμπ βρίσκεται σε ευθεία σύγκρουση με τους ευρωπαίους εταίρους των ΗΠΑ κυρίως αναφορικά με την εμπορική πολιτική, τη συμφωνία για το κλίμα και την πυρηνική συμφωνία με το Ιράν. Σε αυτά προστίθεται η αμφισβήτηση του Αμερικανού προέδρου για το ΝΑΤΟ. Ειδικά αναφορικά με τη στάση του Τραμπ απέναντι στη συμμαχία, οι Ευρωπαίοι ηγέτες έχουν ανοιχτά συζητήσει την ανάγκη η Ευρώπη να σταθεί μόνη της στα πόδια της. Όλα τα παραπάνω αποτελούν ένα μεγάλο άνοιγμα για τον Πούτιν, ο οποίος θα μπορούσε να επιδιώξει τη διαίρεση της δυτικής συμμαχίας.
Γιατί στο Ελσίνκι;
Ο Τραμπ και ο Πούτιν έχουν ήδη συναντηθεί στη Σύνοδο Κορυφής των G20 στο Αμβούργο πέρσι και μετά από τέσσερις μήνες στο Φόρουμ Οικονομικής Συνεργασίας Ασίας - Ειρηνικού στο Βιετνάμ. Ωστόσο, αυτή θα είναι η πρώτη τους Σύνοδος Κορυφής. Η συνάντηση είναι προγραμματισμένη να γίνει στις 16 Ιουλίου στο Ελσίνκι, μια πόλη που έχει μακρά παράδοση στις διασκέψεις κορυφής ΗΠΑ - Ρωσίας. Εκεί θα τεθεί επί τάπητος ο πόλεμος στη Συρία, οι σχέσεις ΗΠΑ - Ρωσίας και άλλα θέματα εθνικής ασφάλειας.
Το Ελσίνκι επιλέχθηκε για αρκετούς λόγους. Κατ’ αρχάς ιστορικούς. Εκεί συναντήθηκαν το 1975 ο Τζέραλντ Φορντ και ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ που υπέγραψαν την Τελική Πράξη του Ελσίνκι, η οποία σφράγισε το τέλος των τεταμένων σχέσεων του Ψυχρού Πολέμου. Το 1990 συναντήθηκαν εκεί ο Τζορτζ Μπους και ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ενώ το 1997 ο Μπιλ Κλίντον και ο Μπόρις Γέλτσιν.
Και δεύτερον πολιτικούς. Η Φινλανδία δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ κάτι που την καθιστά «ουδέτερο έδαφος». Η ένταξη της Φινλανδίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση τη συνδέει με τη Δύση, επιπλέον, η χώρα έχει καλές σχέσεις τόσο με τις Ηνωμένες Πολιτείες, όσο και με τη Ρωσία. Σημειώνεται ότι ο Τραμπ θα συναντήσει τον Πούτιν μετά από τη διάσκεψη κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες (και μια επίσκεψη στη Βρετανία που άργησε αρκετά να έρθει).
Πρόσφατα ο Αμερικανός πρόεδρος κάλεσε τους ηγέτες του ΝΑΤΟ να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες. Μια συνάντηση σε ουδέτερη έδρα μπορεί να ασκήσει πίεση στους επικεφαλής των χωρών της συμμαχίας προς αυτή την κατεύθυνση.
Τι πραγματικά φοβίζει τους ευρωπαίους;
Δεν είναι το ίδιο το γεγονός της συνάντησης του Πούτιν με τον Τραμπ που οι Ευρωπαίοι ηγέτες φοβούνται. Οι ίδιοι συναντιούνται αρκετά συχνά με τον Ρώσο πρόεδρο. Ούτε είναι το χρονοδιάγραμμα που τους απασχολεί, το οποίο είναι λογικό εξαιτίας των υποχρεώσεων του Ντόναλντ Τραμπ στην Ευρώπη. Το πρόβλημά τους είναι ότι δεν μπορούν να προβλέψουν τι θα μπορούσε να προκύψει από αυτή τη συνάντηση. Εξάλλου ο Τραμπ, συνεχίζει να δείχνει μια επιθυμία για την αποσταθεροποίηση των Ευρωπαίων.
Ξεκίνησε τον εμπορικό πόλεμο βάζοντας δασμούς στον χάλυβα και το αλουμίνιο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Απείλησε ότι θα κάνει το ίδιο στα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα διακινδυνεύοντας ακόμη μεγαλύτερη ρήξη. Ζήτησε την επανεισδοχή της Ρωσίας στους G7 - είχε ανασταλεί μετά την προσάρτηση της Κριμαίας - και κατόπιν αναχώρησε αφήνοντας τους υπόλοιπους ηγέτες στα κρύα του λουτρού. Απέσυρε μάλιστα την επικύρωση των ΗΠΑ από το κοινό ανακοινωθέν. Έχει πει κατά διαστήματα ότι οι ΗΠΑ πρέπει να αντικαταστήσουν τη συμμαχία με το ΝΑΤΟ με συνεργασίες κατά περίπτωση και φέρεται να έχει χαρακτηρίσει το ΝΑΤΟ το ίδιο κακό με την εμπορική συμφωνία NAFTA.
Ο Τραμπ είναι απρόβλεπτος κι αυτό είναι που τρομάζει τους Ευρωπαίους όσον αφορά το Ελσίνκι. «Οι Ευρωπαίοι δεν ανησυχούν γιατί ένας Αμερικανός πρόεδρος θα ασχοληθεί με τη Ρωσία. Φοβούνται γιατί ο συγκεκριμένος πρόεδρος θα ασχοληθεί με τη Ρωσία και δεν γνωρίζουν το στρατηγικό πλαίσιο», λέει σύμφωνα με το Politico, ο Ντάνιελ Φράιντ, από το think tank Atlantic Council.
Οι Ευρωπαίοι ανησυχούν ότι θα γίνει κάτι παρόμοιο με αυτό που συνέβη στην ιστορική σύνοδο κορυφής με τον Κιμ Γιονγκ Ουν στη Σιγκαπούρη. Ο Τραμπ έλαβε από την Πιονγκγιανγκ μια αόριστη δέσμευση για την αποπυρηνικοποίηση της κορεατικής χερσονήσου χωρίς χρονοδιάγραμμα που να καθορίζει ακριβώς πότε θα συμβεί αυτό. Σε αντάλλαγμα, δεσμεύτηκε να αναστείλει τις στρατιωτικές ασκήσεις των ΗΠΑ με τη Νότια Κορέα και έδωσε στον Κιμ αυτό που ευρέως θεωρείται ως νίκη για τον Βορειοκορεάτη ηγέτη. Δηλαδή, την ευκαιρία να μην θεωρείται ως ο βίαιος δικτάτορας ενός κράτους παρία, αλλά ως είναι αποδεκτό μέλος της διεθνούς κοινότητας.
Όπως το βλέπουν οι Ευρωπαίοι ο κίνδυνος είναι μεγαλύτερος με κάποιον όπως ο Πούτιν. Σε αντίθεση με τον Κιμ, ο Πούτιν δεν είναι στο περιθώριο και δεν είναι άπειρος στο να ασχολείται και να συναναστρέφεται με τους προέδρους των ΗΠΑ. Και ο συγκεκριμένος πρόεδρος των ΗΠΑ έχει αποδείξει ότι είναι επιδεκτικός σε κολακείες κάτι που ο Πούτιν έχει σίγουρα παρατηρήσει και θα μπορούσε να προσπαθήσει να το εκμεταλλευτεί. «Ο Πούτιν μπορεί να γίνει γοητευτικός», σημειώνει ο Φράιντ. «Είναι έξυπνος και ξέρει τι του γίνεται. Οι άνθρωποι φοβούνται ότι θα μπορούσε εύκολα να ξεγελάσει τον Τραμπ ώστε να του δώσει κάτι για πολύ μικρό αντάλλαγμα. Κάτι που δεν θα είναι μια καλή συμφωνία. Φοβούνται ότι θα τον πιάσει κορόιδο».
Τι θα μπορούσε να κερδίσει ο Πούτιν;
Ο Τραμπ θα μπορούσε για παράδειγμα να δεσμευτεί ότι θα σταματήσει τις στρατιωτικές ασκήσεις του ΝΑΤΟ υπό την ηγεσία των ΗΠΑ στην Πολωνία και στις χώρες της Βαλτικής που αντιτίθεται στη Ρωσία. Θα μπορούσε να μειώσει τις κυρώσεις των ΗΠΑ έναντι της Ρωσίας, χωρίς να περιοριστεί από τη ρωσική προσάρτηση της Κριμαίας που προκάλεσε την επιβολή τους. Υπενθυμίζεται ότι ο Τραμπ φέρεται να ρώτησε τους ηγέτες των G7 γιατί υποστηρίζουν την Ουκρανία, κατά τη διάρκεια της Συνόδου τον περασμένο μήνα, προσθέτοντας ότι η Κριμαία είναι ρωσική αφού εκεί όλοι μιλούν ρωσικά.
Πάντως δεν είναι όλοι απαισιόδοξοι. Μιλώντας στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ στις Βρυξέλλες την Πέμπτη, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γιενς Στόλτενμπεργκ χαρακτήρισε την επερχόμενη συνάντηση «σημάδι δύναμης» και δήλωσε ότι είναι προς το συμφέρον του ΝΑΤΟ να έχει ανοιχτό διάλογο με τη Ρωσία. «Δεν θέλουμε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο», είπε. Ο Φράιντ υποστηρίζει ότι υπάρχουν και συμφέροντα των ΗΠΑ που παίζονται. «Ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφάλειας των ΗΠΑ, Τζον Μπόλτον και ο πρόεδρος Τραμπ έχουν δίκιο ότι υπάρχουν τομείς στους οποίους πρέπει να συνεργαστούμε με τη Ρωσία. Εντούτοις, τίποτα από αυτά δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να εγκαταλείψουμε την πίεση κατά της Ρωσίας για την αντιμετώπιση της επιθετικότητάς της - κατά της Ουκρανίας, κατά της Ευρώπης, κατά της παραπληροφόρησης και των εκλογικών παρεμβάσεων και κατά των ΗΠΑ».
Το πως θα πάει η συνάντηση με τον Πούτιν θα μπορούσε τελικά να εξαρτηθεί από το ποια θα είναι η απόδοση του Τραμπ στις συναντήσεις που προηγούνται. Κατά τη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, σύμφωνα με τον Φράιντ, οι Ευρωπαίοι φοβούνται ότι ο Τραμπ θα επαναλάβει τη στάση που κράτησε στη σύνοδο κορυφής των G7 όπου αντιτάχθηκε στους ευρωπαίους συμμάχους του. Στη G7 αυτό αφορούσε το εμπόριο, εδώ θα αφορά τις δαπάνες άμυνας. Για την επίσκεψη του Τραμπ στη Βρετανία, υπάρχει και πάλι μια προκατάληψη αποτυχίας καθώς οι μαζικές διαμαρτυρίες απειλούν να βάλουν πάγο σε μια επαφή που γίνεται για να ενισχύσει μια ειδική σχέση που αγωνίζεται να επιβιώσει.
«Αν ο Τραμπ πάει στον Πούτιν με μια ενωμένη συμμαχία πίσω του θα μπορούσε να έχει επιτυχία», καταλήγει ο Φράιντ. «Αν ο Τραμπ πάει στον Πούτιν με μια διχασμένη συμμαχία πίσω του θα βρίσκεται σε αδύναμη θέση. Δεν θα θέλει να έχει τρεις κακές συναντήσεις. Έτσι υπάρχει ο κίνδυνος να κάνει παραχωρήσεις στον Πούτιν για να έχει μια επικοινωνιακά καλή συνάντηση. Δεν βλέπω με ποιον τρόπο κάτι τέτοιο εξυπηρετεί τα αμερικανικά συμφέροντα».